Εορτολόγιο-Βίοι αγίων σήμερα 12 Απριλίου:
Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής Επίσκοπος Παρίου, Οσία Ανθούσα, θυγατέρα του Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου, Άγιος Αρτέμων ο Ιερομάρτυρας, Όσιος Ακάκιος ο Νέος, ο Καυσοκαλυβίτης, Μεταφορά της Τιμίας Ζώνης της Θεοτοόκου στην Κωνσταντινούπολη, Άγιοι Δήμης και Πρωτίων, Άγιοι Μηνάς, Δαβίδ και Ιωάννης οι Οσιομάρτυρες, Άγιος Σέργιος Β’ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, Όσιος Νεόφυτος ο έγκλειστος που ασκήτευσε στην Κύπρο, Άγιος Σάββας ο Μάρτυρας εν Μπουζάου Ρουμανίας, Άγιος Δαμιανός Επίσκοπος Παβίας, Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου εν Μούρωμ Ρωσίας, Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Μπελινίτς της Ρωσίας.
Γιορτάζουν οι: Ακάκιος (Κάκης), Ανθούσα.
Όσιος Ακάκιος
Ο Όσιος Ακάκιος γεννήθηκε μετά το έτος 1630 μ.Χ., στο χωριό Γόλιτσα των Αγράφων, της επαρχίας Φαναρίου και Νεοχωρίου, στη σημερινή κοινότητα Αγίου Ακακίου του νομού Καρδίτσας. Ο Αναστάσιος, αυτό ήταν το κοσμικό όνομα του Οσίου, έμεινε ορφανός σε πολύ μικρή ηλικία. Πολύ σύντομα στο πλευρό της γυναίκας του βρέθηκε και ο μικρός Αναστάσιος, για να αναλάβει και εκείνος ένα μέρος από τις ευθύνες για τη συντήρηση της οικογένειάς του.
Σύντομα αποφάσισε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και σε ηλικία είκοσι τριών ετών έφυγε προς τα μέρη της Ζαγοράς Βόλου. Κατέληξε στο μοναστήρι της Σουρβιάς, που είχε χτίσει ο Όσιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή της Μακρυνίτσας Βόλου και είναι αφιερωμένο στην Αγία Τριάδα.
Όταν έφθασε στο μοναστήρι τον υποδέχθηκαν με καλοσύνη. Παρουσιάσθηκε στον ηγούμενο και με όλο τον σεβασμό ανέφερε τον σκοπό της επισκέψεώς του. Εκείνος τον άκουσε με προσοχή και του εξήγησε με κάθε λεπτομέρεια τις δυσκολίες της μοναχικής ζωής, αλλά και το αυστηρό πρόγραμμα της μονής. Εκεί,εκάρη μοναχός με το όνομα Ακάκιος. Και την ίδια νύχτα που δέχθηκε το αγγελικό σχήμα και περιεβλήθηκε το μοναχικό ένδυμα, αξιώθηκε με θεία οπτασία. Είδε σαν να βαστούσε στα χέρια του μια αναμμένη λαμπάδα, που είχε φως υπέρλαμπρο και φώτιζε όλο τον τόπο εκείνο.
Μεταξύ των ετών 1660-1670 μ.Χ., αναχωρεί για το Άγιον Όρος. Αρχικά ο Όσιος κατευθύνθηκε στην περιοχή της Μεγίστης Λαύρας και κατέφυγε σε κάποιο σπήλαιο, κοντά στη «Σκήτη του Καυσοκαλύβη», όπου ασκήτεψε για ένα χρονικό διάστημα. Ο Όσιος φθάνει τελικά στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου και μετά από σύντομη επίσκεψη σε αυτό απομακρύνεται σε ερημική τοποθεσία επάνω στο μοναστήρι, για να ησυχάσει. Εκεί έμεινε πολύ καιρό και κάθε Σάββατο κατέβαινε στο μοναστήρι και εκκλησιαζόταν.
Επόμενος σταθμός του ήταν η σκήτη του Παντοκράτορος, όπου συναντήθηκε με τον γνωστό από το μοναστήρι της Σουρβιάς γέροντα πνευματικό του, που είχε έλθει από τη Ζαγορά του Βόλου για να σπουδάσει τη βυζαντινή μουσική. Ύστερα από την συνάντηση αυτή ο Όσιος έφυγε από τη σκήτη του Παντοκράτορος πήγε στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, επάνω στη Μεταμόρφωση, για να μονάσει. Εκεί ασκητεύοντας παρέμεινε είκοσι ολόκληρα χρόνια.
Επειδή τα χρόνια περνούσαν και η περιοχή που ασκήτευε ο Όσιος ήταν δύσβατη και άνυδρη, αναγκάσθηκε να μετακινηθεί χαμηλότερα προς τη θάλασσα, προς το ακρωτήρι της Αθωνικής Χερσονήσου, εκεί όπου βρίσκεται η σημερινή σκήτη των Καυσοκαλυβίων (Αγίας Τριάδος). Εκεί ο Όσιος αναζήτησε την κατοικία του σε ένα μικρό σπήλαιο, το οποίο μέχρι σήμερα φέρει το όνομά του.