Η τουρκική κυβέρνηση επιδιώκει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τον αραβικό κόσμο, μετά από μια μακρά περίοδο ψυχρότητας. Η Άγκυρα φαίνεται ιδιαίτερα πρόθυμη να βελτιώσει τους δεσμούς της με το Κάιρο.
Ο Ιμπραήμ Καλίν, εκπρόσωπος του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε στο Bloomberg: «Ένα νέο κεφάλαιο μπορεί να ανοίξει, μια σελίδα μπορεί να γυρίσει στη σχέση μας με την Αίγυπτο, καθώς και με άλλες χώρες του Κόλπου, συνεισφέροντας έτσι στην περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα».
Εάν ο ισχυρισμός του Καλίν αντικατοπτρίζει μια αλλαγή τόνου, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου πήγε ακόμη μακρύτερα, προσφέροντας στην Αίγυπτο τουλάχιστον ένα συγκεκριμένο όφελος από τις βελτιωμένες σχέσεις: μια "συνοριακή" συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες που διεκδικούν οι δύο χώρες στην πλούσια σε φυσικό αέριο ανατολική Μεσόγειο.
Αναφορές σε φιλοκυβερνητικά τουρκικά μέσα ενημέρωσης δείχνουν ότι η Άγκυρα επιχειρεί τη διάνοιξη διαύλων με το Κάιρο με σκοπό την επίλυση των διαφορών στο πεδίο των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ).
Η Αίγυπτος δεν έχει ανταποκριθεί δημοσίως σε αυτές τις προσκλήσεις, ωστόσο αυτοί που μπορούν να αφουγκραστούν τις τάσεις που επικρατούν στο Κάιρο διαβλέπουν επίσης πιθανότητα συμβιβασμού με την Τουρκία σχετικά με τη Λιβύη, όπου οι δύο χώρες υποστήριξαν αντίθετες πλευρές στον εμφύλιο πόλεμο. Η υπόθεση αυτή βασίζεται στη θερμή υποδοχή του αιγύπτιου προέδρου Αμπντελ-Φατάχ Ελ-Σίσι προς τον νέο πρωθυπουργό της Λιβύης, Αμπντουλάχ Χαμίντ Μοχάμεντ Νμπεϊμπά, ο οποίος θεωρείται ότι διατηρεί δεσμούς με την Άγκυρα.
Παρ' όλα αυτά, θα ήταν πρόωρο να προβλεφθεί ένας θερμός εναγκαλισμός Τουρκίας - Αιγύπτου. Η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη, καθώς οι εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών πάντα μετριάζονταν από τα υλικά τους συμφέροντα. Παρόλα αυτά, κάποιος βαθμός τριβών είναι πιθανό να παραμείνει, δεδομένου του ανταγωνισμού για επιρροή στη Λιβύη, της υποστήριξης της Άγκυρας προς ισλαμιστικές πολιτικές δυνάμεις και των ιστορικών διαφορών μεταξύ της Τουρκίας και των υπόλοιπων εταίρων της Αιγύπτου στη Μεσόγειο.
Διάφοροι εξωτερικοί παράγοντες το 2020 οδήγησαν την Αίγυπτο να επαναξιολογήσει τις προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής της, εστιάζοντας σε συγκεκριμένες προκλήσεις, υποβαθμίζοντας ταυτόχρονα άλλους τομείς ανταγωνισμού. Αυτοί οι παράγοντες περιλαμβάνουν την εκλογική ήττα του Ντόναλντ Τραμπ, στρατιωτικές αποτυχίες για τους συμμάχους των Αιγυπτίων στη Λιβύη, την αποτυχία της αμερικανικής διαμεσολάβησης στη διαμάχη σχετικά με το μεγάλο αιθιοπικό φράγμα, καθώς και τις συμφωνίες ομαλοποίησης σχέσεων μεταξύ αρκετών αραβικών κρατών και του Ισραήλ, οι οποίες απειλούν να υποβαθμίσουν τον ρόλο της Αιγύπτου στα μάτια της Δύσης ως κομβικού διαμεσολαβητή για το Παλαιστινιακό.
Η μείωση των εντάσεων με την Τουρκία είναι σε κάποιο βαθμό συνέπεια της συνολικής επαναστάθμισης των ανησυχιών του Καΐρου. Οι διαφορές μεταξύ των δύο χωρών παραμένουν άλυτες, αλλά έχουν μικρότερη σημασία στο νέο πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα παραμένει η υποστήριξη της Τουρκίας προς τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν καταδίκασε κατηγορηματικά το πραξικόπημα που ανέτρεψε την υποστηριζόμενη από την Αδελφότητα προεδρία του Μοχάμεντ Μόρσι και έφερε τον στρατηγό Σίσι στην εξουσία. Έκτοτε ο Ερντογάν εξακολούθησε να επιτίθεται ρητορικά κατά του νυν προέδρου της Αιγύπτου, προκαλώντας την ανάλογη απάντηση των αιγυπτίων.
Όμως, καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου δηλώσεων, η Άγκυρα και το Κάιρο πάντα πρόσεχαν ώστε να μην κόψουν όλους τους μεταξύ τους δεσμούς. Ενώ η Αίγυπτος έλαβε μέρος στο εμπάργκο κατά του Κατάρ - και πάλι, σε μεγάλο βαθμό λόγω της υποστήριξης της Ντόχα προς την Αδελφότητα - δεν υπήρξε καμία προσπάθεια διακοπής των σχέσεων με την Τουρκία.
Αντίθετα, οι εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών μεγεθυνόταν σταθερά. Η συμφωνία ελευθέρου εμπορίου Τουρκίας - Αιγύπτου, η οποία υπεγράφη το 2005, παραμένει σε ισχύ, παρόλο που Αιγύπτιοι πολιτικοί παραπονιούνται εδώ και χρόνια ότι είναι κραυγαλέα ευνοϊκή υπέρ των Τούρκων.
Το εμπόριο συνεχίστηκε, σε μεγάλο βαθμό ανεμπόδιστα, ακόμη και όταν η Τουρκία επενέβη στη Λιβύη, την οποία οι Αιγύπτιοι θεωρούν τμήμα της σφαίρας επιρροής τους. Η κυβέρνηση του Σίσι, μαζί με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Ρωσία και τη Γαλλία, είχαν υποστηρίξει τις δυνάμεις των ανταρτών της ανατολικής Λιβύης υπό τον Χαλίφα Χαφτάρ εναντίον της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης με έδρα την Τρίπολη. Ο Χαφτάρ έμοιαζε σχεδόν βέβαιο ότι θα καταλάμβανε την πρωτεύουσα, όταν ξαφνικά η τουρκική στρατιωτική υποστήριξη επέτρεψε στην κυβέρνηση να αντεπιτεθεί, οδηγώντας τον Χαφτάρ σε άτακτη υποχώρηση.
Σε κάποιο σημείο, ο Σίσι ανησύχησε τόσο πολύ λόγω της επιτυχίας των υποστηριζόμενων από την Τουρκία δυνάμεων, που απείλησε με άμεση αιγυπτιακή στρατιωτική επέμβαση στο πλευρό του Χαφτάρ. Αυτό πιθανόν να βοήθησε στο να σταματήσει η προέλαση των δυνάμεων της κυβέρνησης της Τρίπολης, ωστόσο ο φόβος - όσο φευγαλέος κι αν ήταν - του να αναγκαστεί να χρησιμοποιήσει Αιγύπτιους στρατιώτες στη Λιβύη ενθάρρυνε το Κάιρο να καταβάλει περισσότερες διπλωματικές προσπάθειες για τον τερματισμό των μαχών.
Η αυτογνωσία της Αιγύπτου σχετικά με τα ορία των δυνατοτήτων της συνέβαλε στη δημιουργία των συνθηκών για τη συμφωνία με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών στη Λιβύη, η οποία με τη σειρά της οδήγησε στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας με επικεφαλής τον Ντμπεϊμπά.
Το Κάιρο εξακολουθεί να ελπίζει ότι οι επαναστατικές δυνάμεις του Χαφτάρ θα λάβουν επίσημο στάτους στο πλαίσιο ενός μελλοντικού ενιαίου εθνικού στρατού της Λιβύης, ενισχύοντας έτσι την αιγυπτιακή επιρροή στη χώρα. Όμως έχει γίνει αποδεκτό ότι η στρατιωτική δύναμη, από μόνη της, δεν μπορεί να επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα και ενέχει πολύ μεγάλο κίνδυνο εχθροπραξιών εκτός ελέγχου.
Πίσω, λοιπόν, στην ανατολική Μεσόγειο. Είναι αρκετά σαφές ότι και οι δύο χώρες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από έναν συμβιβασμό γύρω από το ζήτημα των ερευνών για φυσικό αέριο: τα αποθέματα σκληρού νομίσματος της Τουρκίας έχουν μειωθεί απότομα και η Αίγυπτος αναγκάστηκε πέρυσι να επιστρέψει στο ΔΝΤ για πρόσθετα κεφάλαια διάσωσης. Ωστόσο, έχοντας συνάψει συμφωνία καθορισμού θαλάσσιων ζωνών με την Ελλάδα, το Κάιρο ενδέχεται να απαιτήσει από την Άγκυρα να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Αθήνα πριν από οποιαδήποτε νέα συμφωνία Τουρκίας - Αιγύπτου. Ίσως τα αμοιβαία συμφέροντα θα μπορούσαν για άλλη μια φορά να δημιουργήσουν μια ευκαιρία για πραγματισμό και συνεργασία.»
ΠΗΓΗ: Bloomberg