Η μονή ΤΑΩ, (Νταού) ή "μονή Παντοκράτορα ΤΑΩ" είναι κτισμένη σε ρεματιά της ανατολικής πλευράς του Πεντελικού όρους, σε απόσταση 20 περίπου χιλιομέτρων από το κέντρο της Αθήνας. Η αρχιτεκτονική του πανύψηλου ναού της είναι εμφανώς διαφορετική από εκείνη των καθιερωμένων προτύπων του ελληνικού χώρου, με αποτέλεσμα το συγκεκριμένο οικοδόμημα να διαφέρει ριζικά στην όψη από όλους τους υπόλοιπους ελληνορθόδοξους ναούς. Ο δε παρακείμενος, ανάλογου ύφους πύργος τονίζει την ιδιαιτερότητα της αρχιτεκτονικής αυτής.
Από την ιδρυσή της λειτουργούσε ως ανδρικό κοινόβιο.
Το 1963, ωστόσο, έπειτα από τρεις σχεδόν αιώνες ερήμωσης, εγκαταστάθηκε σταδιακά εκεί μία σύγχρονη, γυναικεία αδελφότητα. Παράλληλα, εργασίες ανοικοδόμησης που ξεκίνησαν την ίδια χρονιά επέφεραν αλλαγές και νέα κτίσματα στο χώρο.
Ωστόσο πολλά στοιχεία για το παρελθόν της μονής δεν υπάρχουν.
Η ιερά Μονή εκτιμάται ότι κτίστηκε προ του 10ου αιώνα, ο οποίος χαρακτηρίζεται για την άνθηση του μοναχισμού σε όλη την Ελλάδα.
Στα απομνημονεύματα τού Κυρίλλου Δέγλερη, ηγουμένου προ της επαναστάσεως της Μονής Πεντέλης, διαβάζουμε:
«Καθ' ηv εποχήv οι πειραταί Αλγερίνοι ελεηλάτουν και ερήμωνον τα παράλια μέρη, είχον ελλιμενισθή μετά των κατέργων αύτων εις τηv Ραφίνα κατά τας ημέρας της Μεγάλης Εβδομάδος, τηv ημέραν δε της Αναστάσεως υπηρέτης τις της Μονής έχων έχθραν κατά των μοναχών, συνεννοηθείς μετά των πειρατών εισήγαγεν αύτους εν τη Moνή καθ' ηv ώραν οι μοναχοί εώρταζον τηv Ανάστασιν τους οποίους κατέσφαξαν άπαντας, λεηλατήσαντες δε και ερημώσαντες τηv Μονήν ανεχώρησαν, εσώθη δε εις μόνος ιερεύς μεθ' ενός υποτακτικού, όστις είχεν υπάγει εις το μετόχι Χεροτσακούλι και έκαμεν ανάστασιν των κολλήγων, ο οποίος επιστρέφων το εσπέρας της Κυριακής εύρεν έξωθεν και μακρύτερα της Μονής δύο εκ των μοναχών φονευμένους, ανήλθε δε καί διενυκτέρευσεν εις το άνωθεν της Μονής όρος, την δε πρωίαν είδε τα κάτεργα αναχωρούντα εκτος Ραφίνος και κατελθών εν τη μονή εύρεν άπαντας τους μοναχούς φονευμένους, μετέβη δε εις την Μονήν Πεντέλης και παραλαβών μοναχούς επήγε και ενεταφίασε τους φονευμένους".
Μετά τα γεγονότα αυτά παρέμεινε έρημος και ακατοίκητος επί 283 χρονια. Η εκ νέου λειτουργία της μονής, ύστερα από διάστημα τριών αιώνων, οφείλεται εις το ενδιαφέρον και την συμπαράσταση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Β' (1963-1967), οπότε οικοδομήθηκαν κάποια κελιά και εγκαταστάθηκε σε αυτά το 1963 γυναικεία αδελφότης.
Στη συνέχεια με την προτροπή του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου (1967-1974) και δαπάναις της Ιερας Μονής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης, προστέθησαν νέες πτέρυγες οικημάτων.
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την ονομασία της μονής. Για πολλούς η επικρατέστερη εκδοχή είναι αυτή που αποδίδει την ονομασία στις φιγούρες των παγωνιών που ήταν ζωγραφισμένες στα κτίρια της μονής.
«Ταώς», στα αρχαία ελληνικά, σημαίνει παγώνι. Και το παγώνι έχει υπάρξει διαδεδομένο σύμβολο, με ποικίλους, πολυσύνθετους και παράξενους μερικές φορές συμβολισμούς, στο χώρο της θρησκείας αλλά και της φιλοσοφίας.