Φτάνουν εξουθενωμένες στη Λέσβο και πρέπει να αντιμετωπίσουν καθημερινά βία, ατέλειωτες διαδικασίες για άσυλο και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης. Μερικές μίλησαν στη DW με ψεύτικο όνομα. Φοβούνται μήπως δεν πάρουν άσυλο.
Η Αμάλ είναι μόλις στα 20. Κατάφερε να διαφύγει με την οικογένειά της από τον εμφύλιο στην . Μετά από ένα επικίνδυνο ταξίδι μέσα από το Αιγαίο έφτασε στη Λέσβο. Νόμιζε ότι εδώ θα έβρισκε την ελευθερία και την ειρήνη που αναζητούσε στην πατρίδα της. Αντ΄αυτού την πήγαν στην , σε μια ανοιχτή φυλακή όπου είναι και η μεγαλύτερη δομή για πρόσφυγες στην Ελλάδα. Ή η κόλαση επί γης, όπως την αποκαλεί.
Φόβος
Οι συνθήκες είναι απερίγραπτες για όλους, αλλά ιδιαίτερα για τις γυναίκες πρόσφυγες. Η βία έχει γίνει καθημερινότητα. Οι άνθρωποι δίνουν αγώνα για διαδικασίες που θεωρούνται αυτονόητες. Όπως το φαγητό. Για να πάρει κανείς την μερίδα του, πρέπει να περιμένει ώρες στην ουρά. Πρόσφατη έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για τις γυναίκες και τα κορίτσια στη Μόρια περιγράφει πόσο απειλητική για τη ζωή των γυναικών είναι η ζωή σε ένα κατάλυμα με υπερδιπλάσιο από τον κανονικό αριθμό προσφύγων. Η Αμάλ διηγείται εικόνες βίας που είδε με τα μάτια της, άνδρες να χτυπούν γυναίκες μέχρι να ματώσουν. Το περιστατικό έγινε μπροστά στα μάτια της αστυνομίας που το αγνόησε. «Η κατάσταση στη Μόρια για τις γυναίκες είναι άδικη», λέει. Ο κίνδυνος είναι παντού, ακόμη και στους χώρους ανάπαυσης. Δεν επιτρέπεται να μπουν άνδρες, αλλά είναι πάντα εκεί κοντά. Μια από τις φίλες της παρενοχλήθηκε από έναν γέρο άνδρα. Κατάφερε όμως να φύγει πριν της συμβούν τα χειρότερα. «Ως φεμινίστρια έμαθα ότι δεν πρέπει να έχω φόβο για κανέναν, αλλά φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσω να φύγω από αυτό εδώ το μέρος».
Ο φόβος είναι κοινό γνώρισμα όλων των γυναικών στη Μόρια, όπως είπε στη DW. Δεν ήθελε να μιλήσει με το όνομά της. Υπάρχουν φήμες ότι όποιος μιλά αρνητικά για τη Μόρια, υπάρχει περίπτωση να μην πάρει άσυλο. «Το να είσαι φεμινίστρια και προσφυγοπούλα είναι πολύ δύσκολο» λέει. «Έχουμε τόσα πολλά να πούμε όταν μας περνούν από συνέντευξη για τη διαδικασία ασύλου, αλλά πρέπει να σιωπούμε, γιατί θέλουμε να φύγουμε από εδώ».
«Αγώνα ζωής στη Μόρια»
Η Σομαγιέ, που ήρθε από το Αφγανιστάν, κάνει προσπάθεια για να πει κάτι θετικό για τη Μόρια. Είναι ευγνώμων που μένει στο ΠΙΚΠΑ, μια προσφυγική δομή αυτοδιαχειριζόμενη για ευπαθείς πρόσφυγες. Η ζωή στη Μόρια, όπως περιγράφει, είναι πολύ δύσκολη όχι μόνο λόγω των ανθυγιεινών συνθηκών διαβίωσης, αλλά και για τις μακρές ουρές για το φαγητό και τη συνεχή περιστατικά βίας. Μιλά για τη ζωή της στο Αφγανιστάν, για τις πιέσεις του άνδρα της να σταματήσει τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο, όταν παντρεύτηκε. «Το Αφγανιστάν είναι μια χώρα, όπου τη δύναμη έχουν οι άνδρες, εδώ δεν μπορούμε να κάνουμε αγώνα για γυναικεία δικαιώματα, γιατί πώς να αντικρίσω έναν άνδρα; Εδώ κάνουμε αγώνα για τη ζωή μας» λέει.
Η Σομαγιέ ήταν ακτιβίστρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Αφγανιστάν, καθόλου εύκολο σε μια αυστηρή πατριαρχική κοινωνία. Πιστεύει ότι οι γυναίκες δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες και ως πρόσφυγες ακόμη λιγότερες. «Η Ευρώπη θα πρέπει να δίνει στις γυναίκες πρόσφυγες γνώση, να μαθαίνει τα δικαιώματά της, αυτό θα της ενισχύσει την αυτοπεποίθηση, αλλά θα πρέπει να της παρέχεται και ασφάλεια», λέει μιλώντας στη DW.
«Στο βυθό μιας λίμνης στο Ιράν»
Ο Κούμι Νάιντο είναι γνωστός ακτιβιστής και από τον Αύγουστο του 2018 Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας. Έμεινε κατάπληκτος από τις δυσκολίες των γυναικών και υπογράμμισε την ανάγκη να δοθεί περισσότερη προσοχή στις ειδικές συνθήκες των γυναικών. «Οι γυναίκες είναι πιο ευπαθείς απέναντι στην πραγματικότητα της σεξουαλικής βίας» επισημαίνει. «Από την άλλη η ανθεκτικότητά της απέναντι σε όλα αυτά, μόνο για να επιζήσει και να κρατήσει χαμόγελο στα χείλη απαιτεί συναισθηματική και πνευματική δύναμη σε υψηλό επίπεδο».
Η Αμάλ είναι μια τέτοια περίπτωση. «Η ζωή μου είναι στο βυθό μιας λίμνης στο Ιράν, όπου έχασα τα χαρτιά μου» λέει. Αλλά αυτό δεν την σταμάτησε. Όταν πάρει άσυλο στην Ελλάδα, θέλει να επιστρέψει στη Μόρια για να βοηθήσει γυναίκες πρόσφυγες να βρουν τη δύναμη για πολεμήσουν τις ανισότητες. Όπως έκανε και στο παρελθόν.
DW/ Μαριάνα Καρακουλάκη