Προβληματισμό προκαλεί το συμπέρασμα του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής που σημειώνει: « Παρά τους υψηλούς συντελεστές φορολογίας, τα φορολογικά έσοδα παραμένουν σχετικά χαμηλά. Οι υψηλοί συντελεστές - αλλά και οι άλλοι σχετικοί παράγοντες- λειτουργούν αποτρεπτικά στην προσέλκυση επενδύσεων, που τόσο έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και ενισχύουν την «έξοδο» των ελληνικών επιχειρήσεων προς άλλες χώρες με πιο φιλικό περιβάλλον για το επιχειρείν».
Με αυτό το συμπέρασμα το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής περιγράφει στην τριμηνιαία του του, την αποτυχία της συνειδητής επιλογής της κυβέρνησης για την επιβολή ενός πολυετούς κύματος υπερφορολόγησης και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει για την προσέλκυση που θεωρούνται καθοριστικής σημασίας για την ανάκαμψη της οικονομίας.
Με βάση την εξέλιξη των μεγεθών το Γραφείο Προϋπολογισμού συμπεραίνει ευθέως ότι «η φορολογική πολιτική που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια στη χώρα - και η οποία στηρίζεται στην αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης - λειτουργεί ως τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξή της χώρας. Η συνέχιση της φοροκεντρικής πολιτικής επιτείνει την κατάσταση ασφυξίας της οικονομίας ενώ σε πρακτικό επίπεδο μεγάλο μέρος των φόρων δεν εισπράττονται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές – που στο σύνολό τους ανέρχονται σε € 98,2 δισ., τα οποία οφείλουν 3,8 εκατ. φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις - αυξάνονται με ρυθμό περίπου € 1 δισ. το μήνα. Επίσης, η κατανομή των φορολογικών βαρών στους πολίτες (φόρος εισοδήματος) είναι ανισοβαρής, δηλαδή αφενός μεν μεγάλο ποσοστό φορολογουμένων πληρώνει ελάχιστο φόρο – κάτι που καταδεικνύει τα υψηλά ποσοστά φοροδιαφυγής, αλλά και τα υψηλά ποσοστά φτώχειας - αφετέρου δε σχετικά υψηλά εισοδήματα φορολογούνται υπέρμετρα, δημιουργώντας αντικίνητρα για εργασία».