Μέρα αποκαλύψεων από το υπουργείο Οικονομικών ήταν η Πέμπτη 02/11 καθώς μετά την κυνική παραδοχή του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Γιώργο Χουλιαράκη για την στοχοποίηση των φορολογικά συνεπών πήρε την σκυτάλη ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Ο υπουργός Οικονομικών παραδέχθηκε πως υπήρξε απόφαση της κυβέρνησης να υπερφορολογήσουν την μεσαία τάξη. Ο στόχος ήταν να ανακουφιστούν τα χαμηλά εισόδηματα, και η αιτία αυτής της επιλογής ήταν η καθυστέρηση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
«Είχαμε απόλυτη προτεραιότητα την ανθρωπιστική κρίση και μας πήρε μεγάλο χρονικό διάστημα για να έρθουν αυτά τα χρήματα από τη φοροδιαφυγή, γι’ αυτό και πιέσαμε τη μεσαία τάξη», είπε χθες στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής, συνεχίζοντας τη συζήτηση που ξεκίνησε μία μέρα πριν στο ίδιο μοτίβο ο κ. Χουλιαράκης. O κ. Τσακαλώτος αναγνώρισε, πάντως, ότι η υπερφορολόγηση, προκειμένου να μοιραστεί μετά κοινωνικό μέρισμα, «δεν είναι η βέλτιστη λύση», αλλά υπήρξε αποτέλεσμα της πίεσης του που παγίως υποτιμά την απόδοση των μέτρων. «Δεν το θέλαμε, αλλά ζοριστήκαμε γι’ αυτό», είπε ο κ. Τσακαλώτος.
Με δεδομένο ωστόσο ότι το θα πρέπει να διατηρηθεί στο 3,5% ως και το 2022, με βάση την υπογραφή του κ. Τσακαλώτου στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου, το συνολικό διάστημα της ασφυκτικής συμπίεσης της μεσαίας τάξης με απόφαση της παρούσας κυβέρνησης εκτείνεται στα οκτώ έτη.
Συνοπτικά για την περίοδο 2015-2018 η κυβέρνηση επέβαλε μέτρα ύψους 14 δισ. ευρώ στα οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων:
- Μείωση των κύριων και των επικουρικών συντάξεων μέσω της αύξησης του ποσοστού της εισφοράς υπέρ υγείας και περικοπές στους συνταξιούχους με άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης πάνω από 1.170 ευρώ.
- Σταδιακή εξάλειψη του ΕΚΑΣ για 370.000 χαμηλοσυνταξιούχους και μείωση της κατώτατης σύνταξης από 486 ευρώ σε 393 ευρώ. Παράλληλα μειώθηκε η εθνική σύνταξη για τις συντάξεις αναπηρίας, καταργήθηκαν τα επιδόματα συζύγου στις κύριες συντάξεις και εξαλείφθηκαν τα οικογενειακά επιδόματα στις επικουρικές.
- Μεγάλες είναι οι αυξήσεις στις εισφορές για ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες με παράλληλη περικοπή των παροχών και μεσοσταθμική μείωση 20% των νέων συντάξεων που εκδίδονται μετά τις 12 Μαΐου του 2016.
- Στις επιβαρύνσεις των μεσαίων και τον πιο αδύναμων στρωμάτων από έμμεσους φόρους περιλαμβάνονται η αύξηση του ανώτατου συντελεστή ΦΠΑ από το 23% στο 24%. Επίσης, η αύξηση του ΦΠΑ στο ρύζι τα μακαρόνια και άλλα βασικά προϊόντα από το 13% στο 24% και οι αυξήσεις φόρου στη μπύρα, στο κρασί, στα οινοπνευματώδη ποτά, στα τσιγάρα και στον καφέ.
- Η άμεση φορολογία αυξήθηκε δραστικά με το πρώτο κύμα της μείωσης του αφορολόγητου, τις αυξήσεις των συντελεστών της φορολογικής κλίμακας και την αύξηση του φόρου στα εισοδήματα από ενοίκια. Παράλληλα οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι μικρομεσαίοι επλήγησαν από την αύξηση της προκαταβολής φόρου από το 50% στο 100%. Επιβαρύνσεις προέκυψαν και από την αύξηση των συντελεστών της εισφοράς αλληλεγγύης και της φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών.
- Από την 1η Ιανουαρίου του 2017 αυξήθηκε ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης, στη βενζίνη, στο ντίζελ κίνησης και στο υγραέριο κίνησης. Επίσης τέθηκε σε ισχύ το νέο φορολογικό τέλος 5% στους μηνιαίους και διμηνιαίους λογαριασμούς σταθερής τηλεφωνίας.
- Για το 2018 αποφασίστηκε η κατάργηση της έκπτωσης των ιατρικών δαπανών που θα αυξήσει το φόρο που θα πληρώσουν οι πολίτες με προβλήματα υγείας. Παράλληλα έρχονται αυξήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές για ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες καθώς θα υπολογίζονται επί των καθαρών κερδών προσαυξημένων με τις ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί το 2017. Αναμένεται επίσης το νέο τέλος διανυκτερεύσεων στον τουρισμό και η φορολόγηση στις ενοικιάσεις τύπου Airbnb. Τον επόμενο Οκτώβριο θα μειωθούν και οι δικαιούχοι του επιδόματος θέρμανσης.
- Για το 2019 η κυβέρνηση έχει ήδη ψηφίζει πολύ σημαντικές μειώσεις για όλους τους συνταξιούχους (ύψους 1,8 δισ. ευρώ) οι οποίες υπολογίζονται σε 18% κατά μέσο όρο στο σύνολο της σύνταξης.
- Για το 2020, η επιλογή της μείωσης του αφορολόγητου από τα 8.636 στα 5.636 ευρώ θα οδηγήσει σε μεγάλη μείωση των πραγματικών εισοδημάτων για τα μικρομεσαία και τα φτωχότερα στρώματα. Για παράδειγμα, με το μέτρο αυτό, ένας συνταξιούχος με ετήσιο εισόδημα 10.000 θα πληρώσει υψηλότερο φόρο κατά 760 ευρώ χάνοντας σχεδόν μια ολόκληρη σύνταξη.