Γερμανικές εκλογές: Νικήτρια των εκλογών αλλά με μια εξαιρετικά απογοητευτική επίδοση, η Άγκελα Μέρκελ επωμίζεται σήμερα το δύσκολο καθήκον να σχηματίσει μια νέα κυβερνητική συμμαχία, σε ένα αγνώριστο πολιτικό σκηνικό, μετά την ιστορική επιτυχία που κατέγραψε η εθνικιστική άκρα δεξιά.
Σύμφωνα με την σχετική ανακοίνωση της Κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής, τα τελικά αποτελέσματα έχουν ως εξής:
CDU/CSU 33% (2013:41,5%), SPD 20,5% (25,7%), AfD 12,6% (4,7%), FDP 10,7% (4,8%), Αριστερά 9,2% (8,6%), Πράσινοι 8,9% (8,4%).
Η συμμετοχή ξεπέρασε το 75%, ενώ το νέο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο θα απαρτίζεται από 700 βουλευτές, που είναι και αριθμός-ρεκόρ στις 19 κοινοβουλευτικές περιόδους ως τώρα.
Η πρώτη ανάγνωση των αποτελεσμάτων υποδεικνύει ότι η επόμενη κυβέρνηση, όποια και αν είναι, θα λοξοκοιτάζει προς τα δεξιά και θα μπει στον πειρασμό να ασκήσει πιο συντηρητική πολιτική, προκειμένου να καθησυχάσει τους φόβους εκείνων που βρήκαν καταφύγιο στην ακραία λαϊκιστική, συχνά ρατσιστική, ρητορική της AfD.
Στις 09:00 (10:00 ώρα Ελλάδας) η ηγετική ομάδα της Ένωσης Χριστιανοδημοκρατών (CDU) συνεδριάζει για να καταλήξει στα πρώτα συμπεράσματα μετά τις χθεσινές ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές, στις οποίες δεν συγκέντρωσε παρά μόλις το 32,9% των ψήφων—πρόκειται για τη χειρότερη επίδοση του κόμματος από το 1949.
Η τέταρτη συναπτή νίκη της καγκελαρίου, η οποία βρίσκεται στην εξουσία από το 2005, πρέπει να είχε πολύ πικρή γεύση γι' αυτήν. Ενώ οι πρώτες ενδείξεις αμφισβήτησης εκδηλώνονται ήδη από μέρους των Βαυαρών συμμάχων της στην Ένωση Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), οι οποίοι απαιτούσαν εδώ και δυο χρόνια η Μέρκελ να κάνει στροφή στα δεξιά.
Μέρος των ψηφοφόρων των συντηρητικών—ως και ένα εκατομμύριο πολίτες, κατά υπολογισμούς—μεταπήδησαν στην Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Ένα λαϊκιστικό κίνημα το οποίο μετέτρεψε την απόρριψη της πολιτικής υποδοχής εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών που αποφάσισε και εφάρμοσε η καγκελάριος το 2015 σε άρμα μάχης του.
«Αφήσαμε ακάλυπτη τη δεξιά μας πλευρά κι αυτή τη στιγμή επαφίεται σε εμάς να καλύψουμε το κενό», είπε χαρακτηριστικά ο ηγέτης της CSU Χορστ Ζεεχόφερ.
Η AfD συγκέντρωσε σχεδόν το 13% των ψήφων έπειτα από μια εξαιρετικά επιθετική και ξενοφοβική εκστρατεία, με υπόδειγμα εκείνες του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και των υποστηρικτών της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κυρίαρχη θεματική στην εκστρατεία της ακροδεξιάς: η κατηγορία της «προδοσίας» σε βάρος της καγκελαρίου, για την υποδοχή εκατοντάδων χιλιάδων, κυρίως μουσουλμάνων, αιτούντων άσυλο. Οι πρόσφυγες στην εκστρατεία της AfD παρουσιάστηκαν συλλήβδην ως τρομοκράτες ή δυνάμει εγκληματίες.
Η είσοδος ενός τέτοιου κόμματος στη γερμανική Βουλή είναι αληθινό σοκ για πολλούς Γερμανούς, η μεταπολεμική ταυτότητα των οποίων βασίστηκε ακριβώς στον εξοστρακισμό των ακραίων απόψεων, στην αναζήτηση συμβιβασμών, στην καταδίκη των εγκλημάτων του τρίτου ράιχ και την εκδήλωση μεταμέλειας για αυτά.
Για τον Ντίτμαρ Μπαρτς του κόμματος Η Αριστερά «η είσοδος της AfD στην Μπούντεσταγκ αποτελεί σκάνδαλο».
Η εφημερίδα Bild έκανε λόγο περί «σεισμού», η Die Welt για έναν «θρίαμβο της εκστρατείας του φόβου», την ώρα που ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ, πανηγυρίζοντας, δήλωνε ανοικτά και χωρίς υπεκφυγές χθες βράδυ ότι αρχίζει «το κυνήγι» με στόχο «την κυρία Μέρκελ».
Το κεντρικό ισραηλιτικό συμβούλιο της Γερμανίας είδε στη χθεσινή εκλογική επίδοση αυτού του κόμματος—το οποίο δεν κρύβει πως θέλει να αλλάξει η στάση της χώρας και να πάψει η εκδήλωση μεταμέλειας για τα ναζιστικά εγκλήματα—«τη μεγαλύτερη πρόκληση για τη δημοκρατία μετά το 1949», δηλαδή την γέννηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Το Παγκόσμιο Εβραϊκό Συνέδριο χαρακτήρισε την AfD ένα «αισχρό αντιδραστικό κίνημα το οποίο υπενθυμίζει το χειρότερο παρελθόν» της χώρας.
Η είσοδος του κόμματος αυτού στην Μπούντεσταγκ θα αλλάξει άρδην την εικόνα της Γερμανίας στο εξωτερικό «καθώς με το AfD, επιστρέφει μια γλώσσα η οποία είχε εξοριστεί εκτός της πολιτικής μας συναίνεσης», σχολίασε η Σουζάνε Σουτεμάγερ, καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Χάλε.
Τα προβλήματα της Μέρκελ δεν σταματούν όμως εκεί. Ο σχηματισμός κυβέρνησης αναγγέλλεται μάλλον περίπλοκη υπόθεση. Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), που υπέστησαν βαριά ήττα, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τον συνασπισμό με την καγκελάριο και να παραμείνουν στην αντιπολίτευση.
Με δεδομένες τις ισορροπίες που διαμορφώθηκαν δεν μένει παρά μόνο μία πλειοψηφική λύση: μια χωρίς προηγούμενο συμμαχία σε εθνικό επίπεδο ανάμεσα στους συντηρητικούς, τους φιλελεύθερους και τους οικολόγους.
Αυτός ο συνασπισμός, ο λεγόμενος «Τζαμάικα» δεν είχε υπάρξει μέχρι σήμερα παρά μόνο σε κρατιδιακό επίπεδο: στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, και μόλις από την άνοιξη.
Τα δύο μικρότερα κόμματα διαφωνούν ανάμεσά τους σε πολλά—από τη μετανάστευση ως το ντίζελ και την κατάργηση του λιγνίτη. Διαφωνούν ταυτόχρονα σε πολλά με τους συντηρητικούς.
«Θα εξετάσουμε με ηρεμία, έπειτα από αναλύσεις και πιθανόν συνομιλίες, εάν μπορούμε να καταλήξουμε σε μια συνεργασία» δήλωσε επιφυλακτικά η Κάτριν Γκέρινγκ-Έκαρτ, εκ των επικεφαλής του ψηφοδελτίου των Πρασίνων.
Ο επικεφαλής των φιλελεύθερων του FDP Κρίστιαν Λίντνερ ήδη έθεσε τον πρώτο του όρο για να συμμετάσχει στην κυβέρνηση: να μπουν στο συρτάρι οι ιδέες περί μεταρρύθμισης της ευρωζώνης, φορέας των οποίων είναι ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. Ο κοινός προϋπολογισμός της ευρωζώνης είναι «κόκκινη γραμμή» καθώς το Βερολίνο δεν θα πρέπει να βρεθεί ξανά στη θέση να πληρώσει για να αντιμετωπιστούν δημοσιονομικές κρίσεις άλλων χωρών, επέμεινε.
Οι διαπραγματεύσεις μπορεί να πάρουν μήνες. Μετά τις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές του 1949, το κόμμα που κερδίζει πάντα καταφέρνει να σχηματίσει μια πλειοψηφική συμμαχία. Κι η καγκελάριος αποκλείει το ενδεχόμενο να σχηματίσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας, που θα βασίζεται σε ευκαιριακές πλειοψηφίες κατά περίπτωση ή ανά θεματική.
Μόνο μετά την οριστικοποίηση ενός νέου κυβερνητικού συνασπισμού η Μέρκελ θα μπορέσει να αναλάβει καγκελάριος για τέταρτη φορά. Σε διαφορετική περίπτωση, δεν αποκλείεται η προκήρυξη νέων εκλογών
Αυτή άρα ήταν «μια εφιαλτική νίκη» για την καγκελάριο, συνόψισε η Μπιλτ.