Η 25 Μαρτίου, εθνική επέτειος και συνάμα μια μεγάλη θρησκευτική γιορτή, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Αυτή η ημέρα είναι ταυτισμένη με την κατανάλωση μπακαλιάρου. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό σχετίζεται σίγουρα με τη Σαρακοστή, καθώς ο Ευαγγελισμός είναι μια από τις δυο μέρες που επιτρέπεται η κατανάλωση ψαριού (η άλλη είναι των Βαΐων). Η ακριβής όμως αιτία για την επιλογή μπακαλιάρου κι όχι κάποιου άλλου ψαριού χάνεται στο παρελθόν. Λέγεται ότι ο παστός μπακαλιάρος κατέκλυσε την αγορά της χώρας μας κάπου στον 17ο με 18ο αιώνα, όταν οι εγγλέζοι τον έφερναν εδώ σε μεγάλες ποσότητες για να πάρουν ως αντάλλαγμα σταφίδες. Το γεγονός ότι ήταν παστός έκανε πιο εύκολη τη συντήρησή του αλλά και την εξάπλωσή του σε όλη τη χώρα.
Ο μπακαλιάρος που συνήθως καταναλώνουμε προέρχεται από τον Βόρειο Ατλαντικό, όπου υπάρχουν τα μεγαλύτερα αποθέματα μπακαλιάρου.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΣΥΝΤΑΓΕΣ ΜΕ ΜΠΑΚΑΛΙΑΡΟ
Η πρώτη από αυτές τις εξαιρέσεις γίνεται ανήμερα της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπως έχει καθιερωθεί η 25η Μαρτίου. Πρόκειται για μια χαρμόσυνη εορτή μέσα στην περίοδο του πένθους της Σαρακοστής και όπως εξηγεί ο κ. Σκαλτσής, «επειδή είναι θεομητορική εορτή, αφιερωμένη στην Παναγία και ως εκ τούτου ιδιαίτερα σημαντική για τα μοναχικά τυπικά, καταλύονται το ψάρι, το έλαιο και ο οίνος». Μια εξαίρεση που φαίνεται πως γενικεύθηκε – αν και σε ορισμένα κέντρα του χριστιανισμού προϋπήρχε – μετά την καθιέρωσή της το 692 μ.Χ. από την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, γνωστή και ως «Εν Τρούλω Σύνοδος».
Όσον αφορά τη δεύτερη ημέρα διαφοροποίησης της νηστείας, που είναι η Κυριακή των Βαΐων, οι πατέρες της εκκλησίας δε συμμερίζονται την ίδια άποψη.
Σύμφωνα με τη Στουδιτική παράδοση (Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης), επειδή η εορτή αυτή θεωρείται Δεσποτική, είναι αφιερωμένη δηλαδή στον επίγειο βίο του Ιησού, οι πιστοί καταναλώνουν και πάλι ψάρι, λάδι και κρασί. Για άλλους πατέρες όμως αυτό ισχύει μόνο την ημέρα του Ευαγγελισμού. Κατάλυση του λαδιού γίνεται και τη Μεγάλη Πέμπτη, σύμφωνα με τα μοναχικά τυπικά, ημέρα αφιερωμένη στην παράδοση του Μυστικού Δείπνου, οπότε τελείται και η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, η οποία τελείται μόλις 10 φορές το χρόνο.
Το έθιμο του μπακαλιάρου
Παραδοσιακό έδεσμα της ημέρας του Ευαγγελισμού, η οποία έχει πια διττή σημασία για τον Ελληνισμό, καθώς συμπίπτει από το 1838 με τον εορτασμό της Επανάστασης του 1821, είναι ο μπακαλιάρος και μάλιστα συνοδεία της γνωστής σκορδαλιάς.
Η εξήγηση για την γευστική αυτή συνήθεια είναι αρκετά απλή κι έχει να κάνει κυρίως με την αδυναμία των κατοίκων της ενδοχώρας να προμηθεύονται άμεσα και οικονομικά φρέσκο ψάρι. Παρά το ότι ο μπακαλιάρος δεν είναι ένα «ελληνικό» ψάρι, καθώς απαντάται κυρίως στις ακτές του βορειοανατολικού Ατλαντικού, το γεγονός ότι γίνεται παστός τον καθιστά ένα τρόφιμο φθηνό κι εύκολο στη συντήρηση.
Ο μπακαλιάρος έφτασε στο ελληνικό τραπέζι περί τον 17ο αιώνα και καθιερώθηκε άμεσα ως το εθνικό φαγητό της 25ης Μαρτίου, καθώς με εξαίρεση τα νησιά μας, το φρέσκο ψάρι αποτελούσε πολυτέλεια για τους φτωχούς κατοίκους της ηπειρωτικής Ελλάδας. Έτσι, ο παστός μπακαλιάρος, που δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη συντήρηση, αποτέλεσε την εύκολη και φθηνή συνάμα λύση, έθιμο που κρατά μέχρι τις μέρες μας.
Η ιστορία του μπακαλιάρου - Τον ανακάλυψαν πρώτοι οι Βίκινγκς
Η ιστορία του μπακαλιάρου ξεκινάει με την εποχή των Βίκινγκς, όπου πρωτοεμφανίστηκε σαν εμπορικό προϊόν περί το 800 μ.Χ. Μάλιστα, λέγεται ότι κυνηγώντας βακαλάους, οι Βίκινγκς ανακάλυψαν κατά λάθος το «νέο κόσμο».