Μια συγκλονιστική ιστορία, άγνωστη σε πολλούς από εμάς, έφερε στην επιφάνεια η ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου, στην εκδήλωση τιμής και μνήμης του ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης Νικήτα Σταματελόπουλου, γνωστού ως Νικηταρά, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στο χωριό Τουρκολέκα.
Αυτό που όλοι γνωρίζουν, είναι ότι ο Νικηταράς ήταν ένας από τους πιο ανδρείους και ανιδιοτελείς αγωνιστές της Εθνεγερσίας του 1821. Το τέλος του όμως δεν περιποιεί τιμή ούτε στο Κράτος μας, αλλά ούτε στους Έλληνες.
Η αγνωμοσύνη και ο φθόνος των συγχρόνων του έγιναν η αιτία αυτή η μεγάλη μορφή του Απελευθερωτικού Αξώνα να καταντήσει, στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ζητιάνος και να πεθάνει πάμπτωχος και τυφλός, αφού είχε υποστεί τα πάνδεινα κατά τη φυλάκισή του από τους Βαυαρούς του Όθωνα.
Το τραγικό είναι ότι ακόμα και στο θάνατό του δεν μπόρεσε να έχει ούτε το λιγότερο: Δυο μέτρα γής να αναπαύσει τη ψυχή του. Το Κράτος και εδώ έδειξε το κακό του πρόσωπο.
Η τελευταία του επιθυμία ήταν να ταφεί δίπλα από τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στο Α' Νεκροταφείο της Αθήνας. Στην κηδεία του τον επικήδειο είχε εκφωνήσει ο Νεόφυτος Βάμβας, τον δε επιτάφιο ο Παναγιώτης Σούτσος.
Όμως, όπως αποκάλυψε ο Προκόπης Παυλόπουλος, μετά τη ταφή του κάποιοι έβγαλάν τα όστά του ήρωα από τον τάφο, χωρίς ποτέ να μάθουμε, που βρίσκονται ή τι έγιναν...
Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην ομιλία του:
«Μα ακόμη και μετά την ταφή του σταθήκαμε, δυστυχώς, επιλήσμονες απέναντι στον Ήρωα της Εθνεγερσίας. Κανένας δεν φρόντισε τον τάφο του, ο οποίος εδώ και πολλά χρόνια αγνοείται. Όπως αγνοούμε και το πού βρίσκονται ως και τα τιμημένα οστά του. Ο Νικηταράς δεν αξιώθηκε να έχει, μετά θάνατον, ούτε δύο μέτρα γης. Αυτή ήταν η ανταμοιβή του για τις υπηρεσίες του στην Επανάσταση του 1821!».
Η ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας
Διαβάστε το απόσπασμα της ομιλίας του Προέδρου της Δημοκρατίας, που αναφέρεται στη συγκλονιστική ιστορία του Νικηταρά του «Τουρκοφάγου», και την αγνωμοσύνηπου βίωσε από τους συγχρόνους του για τους οποίους έδωσε τα πάντα για να ζουν ελεύθεροι:
«Αποτελεί ξεχωριστή τιμή για μένα, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, να βρίσκομαι σήμερα εδώ, προκειμένου να τιμήσουμε από κοινού -στο πλαίσιο της τόσο σημαντικής αυτής εκδήλωσης, για την οποία είναι άξιοι θερμών συγχαρητηρίων οι διοργανωτές της- την μνήμη του Νικηταρά, ενός από τους πιο ανδρείους και ανιδιοτελείς Αγωνιστές της Εθνεγερσίας του 1821.
Δεδομένης της συνέχειας της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους, θα μου επιτρέψετε, μαζί με την ευγνωμοσύνη για την Προσφορά του Νικηταρά στον υπέρ Πατρίδας και Θρησκείας Αγώνα των τότε υπόδουλων Ελλήνων κατά των Οθωμανών, να εκφράσω, εκ μέρους της Πολιτείας, και την τόσο καθυστερημένη συγγνώμη της για την ταλαιπωρία που υπέστη ο Νικηταράς κατά τα τελευταία έτη του βίου του. Βίου ο οποίος, όπως είναι κοινώς γνωστό, τερματίσθηκε σε άσχημες συνθήκες, που δεν περιποιούσαν τιμή στο Κράτος μας.
Ι. Στο σημείο όμως αυτό, οφείλω ν’ αναφερθώ, έστω δι’ ολίγων, στον ηρωϊκό βίο αυτής της θρυλικής Μορφής της Επανάστασης του 1821:
A. Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστότερος ως Νικηταράς, όπως και όλη του η οικογένεια έχουν ως τόπο καταγωγής τους το χωριό Τουρκολέκα. Για λόγους συγκυριακούς, σχετιζόμενους με την συνεχή μετακίνηση των κατοίκων εξαιτίας της αγριότητας των Τούρκων, γεννήθηκε το 1781 στο χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα -σημερινή Νέδουσα Μεσσηνίας- το οποίο ήταν μέρος των Χωριών του Μυστρά στους πρόποδες του Ταϋγέτου, 25 χλμ από την πόλη της Καλαμάτας, όπως μας διηγείται ο ίδιος στα απομνημονεύματά του που κατέγραψε ο Γ. Τερτσέτης.
1. Στην πρώτη, μάλιστα, σελίδα, αναφέρονται ως αφήγησή του τ’ ακόλουθα, που τα χαρακτηρίζει μια εντυπωσιακή εκφραστική λιτότητα: «Εγεννήθηκα εις ένα χωριό Μεγάλη Αναστασίτσα (Αναστάσοβα) αποδώθε από του Μυστρά προς την Καλαμάτα. Ο προπάππος μου ήτον Προεστός και ο πατέρας μου έφυγε δεκαέξι χρόνων και επήγε με τα στρατεύματα τα Ρούσικα στην Πάρο και ήτον πολεμικός. Τον εσκότωσαν εις την Μονεμβασιά μαζί με έναν αδελφό και μ' έναν κουνιάδο μου. Από ένδεκα χρόνων, μαζί με τον πατέρα μου, έσερνα άρματα. Ετουφέκισα ένα Τούρκο στο Λεοντάρι».
2. Πράγματι, διωγμένος και επικηρυγμένος από τους Τούρκους ο πατέρας του, Σταματέλος –ήταν, άλλωστε, στ’ άρματα από τα 16 του χρόνια και είχε πολεμήσει στην Πάρο με Ρώσικα στρατεύματα, όπως προαναφέρθηκε- έφυγε από την Μεγάλη Αναστάσοβα και βρήκε καταφύγιο στο Τουρκολέκα. Το 1816, κατά τον ανηλεή διωγμό των κλεφταρματολών της Πελοποννήσου, ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους, όπως και ο γιος του Γιάννης, ο ένας από τα δύο αδέλφια του Νικηταρά. Αργότερα αγιοποιήθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως "Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας". Ο άλλος αδελφός του Νικηταρά ονομαζόταν Νικόλαος.
3. Μετά από αυτά τα γεγονότα, ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στα Επτάνησα, όπου εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα και μετέβη στην Ιταλία για να πολεμήσει κατά του στρατού του Ναπολέοντα. Στην συνέχεια, επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους, στους οποίους είχαν περιέλθει με την Συνθήκη του Τιλσίτ.
Β. Κατά την Εθνεγερσία του 1821, ο Νικηταράς αναδείχθηκε σ’ έναν από τους σημαντικότερους Aγωνιστές της. Συντηρούσε δικό του σώμα ένοπλων, με άνδρες που προέρχονταν από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Συγκεκριμένα:
1. Με την έκρηξη της Επανάστασης, πήρε μέρος στην πρώτη Μάχη που δόθηκε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας, στις 24 Απριλίου του 1821. Μετέπειτα, στην Μάχη των Δολιανών, ο Νικηταράς, που κρατούσε με λίγους άνδρες τα Άνω Δολιανά, κατάφερε ν’ αποκρούσει χιλιάδες Τούρκους, που επιτίθεντο με πυροβολικό. Χάρη στην ανδρεία που επέδειξε εκείνη την ημέρα, οι άνδρες του τον ονόμασαν «Τουρκοφάγο». Διακρίθηκε και στις μάχες που ακολούθησαν, όπου συνεργάσθηκε με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, κυρίως δε στην πολιορκία και την άλωση της Τριπολιτσάς. Ο Κολοκοτρώνης, μάλιστα, τον αποκαλούσε «Αρχάγγελο Μιχαήλ» και «Άγιο Γεώργιο».
2. Είναι ενδεικτικό της άριστης ποιότητας του χαρακτήρα του το ακόλουθο περιστατικό: Όταν η Τριπολιτσά καταλήφθηκε από τους Έλληνες, δεν ζήτησε κανένα λάφυρο για τον εαυτό του. Και όταν του έδωσαν ένα αδαμαντοκόλλητο σπαθί, το προσέφερε σε έρανο που έκανε η προσωρινή κυβέρνηση της Ύδρας για ν’ αρματώσει τον Ελληνικό Στόλο.
3. Επίσης, αξίζει ν’ αναφερθεί ότι κατά την καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα στενά των Δερβενακίων, ο Νικηταράς, μαζί με τους Δημήτριο Υψηλάντη και Παπαφλέσσα, είχαν καταλάβει την χαράδρα γύρω από τον Άγιο Σώστη, απ' όπου θα περνούσαν οι Τούρκοι. Κατά την διάρκεια της μάχης ο Νικηταράς έσπασε διαδοχικά τρία σπαθιά και, όταν έσπασε και το τέταρτο, το χέρι του έπαθε αγκύλωση και χρειάστηκε γιατρός για να του το ανοίξει και να βγάλει το σπαθί. Καθώς ο Δράμαλης υποχωρούσε προς το Άργος, ο Νικηταράς κατέλαβε την οχυρή θέση Αγιονόρι και απέκρουσε πολλούς Τούρκους που προσπάθησαν να διαφύγουν μέσω αυτής. Συνετέλεσε έτσι αποφασιστικά στο να υποχωρήσει ο Δράμαλης, ο οποίος υπέστη τελικώς πανωλεθρία (26 – 28 Ιουλίου 1822). Ο Νικηταράς έλαβε μέρος σε πολλές ακόμη μάχες, ως την ολοκλήρωση της Εθνεγερσίας του 1821.
4. Επί Καποδίστρια και Όθωνα ανήκε στο Κόμμα των Ναπαίων (Ρωσόφιλων). Η Ελληνική Κυβέρνηση, φοβούμενη ότι το ρωσόφιλο Κόμμα επεδίωκε ν’ αντικαταστήσει τον Βασιλιά Όθωνα με κάποιον Ρώσο Πρίγκιπα, συνέλαβε τον Νικηταρά το 1839 και τον καταδίκασε σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση, την οποία εξέτισε στις φυλακές της Αίγινας. Το κατηγορητήριο αφορούσε και τον αδελφό του Πρώτου Κυβερνήτη, Γεώργιο Καποδίστρια. Στην δίκη που ακολούθησε δεν κατέστη δυνατό να προσκομισθούν ενοχοποιητικά στοιχεία, οπότε αθωώθηκε.
Γ. Όταν αποφυλακίσθηκε, η υγεία του ήταν εξασθενημένη από τα βασανιστήρια που υπέστη κατά την διάρκεια της φυλάκισής του. Έπασχε από διαβήτη χωρίς να το γνωρίζει, με αποτέλεσμα ν’ απολέσει, σε μεγάλο βαθμό, την όρασή του.
1. Το 1843, όταν ο Όθων αναγκάσθηκε να παραχωρήσει Σύνταγμα, απονεμήθηκε στον Νικηταρά ο βαθμός του Υποστρατήγου, μαζί με μία πενιχρή σύνταξη. Χωρίς περιουσία, έζησε κάποια χρόνια στους Μύλους της Αργολίδας, για να καταλήξει πάμπτωχος σ’ ένα ταπεινό σπίτι στην Καστέλλα. Προκειμένου να επιβιώσει, του χορηγήθηκε "άδεια επαιτείας", στον χώρο όπου υπάρχει σήμερα ο Ναός της Ευαγγελίστριας, κάθε Παρασκευή.
2. Άφησε την τελευταία του πνοή στις 25 Σεπτεμβρίου 1849, σε ηλικία 68 ετών, έχοντας χάσει πια τελείως ακόμη και το φως του. Όμως η ψυχή του έμεινε, ως το τέλος, άγρυπνη και αφιερωμένη στο Έθνος μας και στην Ιστορία μας. Τελευταία του επιθυμία υπήρξε να ταφεί δίπλα στον θείο του, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στο Α′ Νεκροταφείο Αθηνών. Μα ακόμη και μετά την ταφή του σταθήκαμε, δυστυχώς, επιλήσμονες απέναντι στον Ήρωα της Εθνεγερσίας. Κανένας δεν φρόντισε τον τάφο του, ο οποίος εδώ και πολλά χρόνια αγνοείται. Όπως αγνοούμε και το πού βρίσκονται ως και τα τιμημένα οστά του. Ο Νικηταράς δεν αξιώθηκε να έχει, μετά θάνατον, ούτε δύο μέτρα γης. Αυτή ήταν η ανταμοιβή του για τις υπηρεσίες του στην Επανάσταση του 1821!
II. Όλα όσα προανέφερα για την θρυλική μορφή του Νικηταρά, τον βίο του και την Μεγάλη Προσφορά του στην Πατρίδα μας, με οδηγούν στην διατύπωση των ακολούθων συμπερασμάτων, που πρέπει ν’ αποτελούν οδηγό πορείας για εμάς, τους Έλληνες, στο διηνεκές:
Α. Πριν απ’ όλα, μόνον ενωμένοι μπορούμε να επιτύχουμε τους Εθνικούς στόχους μας και να μεγαλουργήσουμε. Η διχόνοια, αντιθέτως, έχει στοιχίσει στο παρελθόν ακόμη και απώλεια τμημάτων του Εθνικού μας Κορμού.
Β. Επιπλέον, έχουμε χρέος ν’ αποδίδουμε σε κάθε άξιο Έλληνα αυτό που του αναλογεί και να τον τιμούμε κατά τα έργα του και το παράδειγμά του. Εμείς, οι Έλληνες, ως Λαός και ως Έθνος, πρέπει να βάλουμε κατά μέρος, μια για πάντα, την αγνωμοσύνη και το φθόνο για τον Συνάνθρωπο. Μόνον έτσι οι γενιές που έρχονται θα μάθουν να μιμούνται το παράδειγμα άξιων Προγόνων μας και με τον τρόπο αυτό να υπηρετούν την Πατρίδα, το Δημόσιο Συμφέρον και τα Εθνικά μας Δίκαια...».