«Ο Ερντογάν μοίρασε παιγνίδια σε μικρά παιδιά»: Ηταν πρώτη είδηση στην Τουρκία την περασμένη Παρασκευή: «Καθ` οδόν προς το τζαμί Τσαμλιτζά της Κωνσταντινούπολης, όπου μετέβαινε για την καθιερωμένη προσευχή της Παρασκευής, ο Τούρκος πρόεδρος έδωσε παιχνίδια στα παιδιά που συνάντησε στο δρόμο» έγραφε η Sabah. «Και τα παιδιά που πήραν τα παιχνίδια δήλωσαν ότι ήταν πολύ χαρούμενα και ευχαρίστησαν τον Ερντογάν φωνάζοντας : Dede Tayip-Παπού Ταγίπ»! Και φυσικά τις εικόνες κατέγραψαν οι περίοικοι με τα κινητά τους τηλέφωνα και μεταδόθηκαν από όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα της χώρας.
Ο Τούρκος πρόεδρος έχει ανάγκη άλλωστε σήμερα περισσότερο από ποτέ τέτοια επικοινωνιακά σόου, καθώς η δημοτικότητά του πέφτει συνεχώς λόγω της οικονομικής κρίσης και των κακών χειρισμών στην αντιμετώπιση της πανδημίας. «Η Τουρκία διέρχεται την πιο εύθραυστη περίοδο στην ιστορία της και η οικονομία της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη Δύση. Παρά την αμέριστη βοήθεια από το Κατάρ.
Ο Ερντογάν χρειάζεται λοιπόν πολύ τα επικοινωνιακά σόου για να εμφανιστεί …δημοφιλής, ενόψει και της σημερινής συνάντησής του στις Βρυξέλλες με τον Αμερικανό Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ. Μια συνάντηση ,από την οποία θα ήθελε διακαώς ο Τούρκος πρόεδρος να λάβει κάποια δώρα από τον Αμερικανό ομόλογό του, αν και το κλίμα δεν φαίνεται και τόσο θερμό. Το αντίθετο μάλιστα. Όπως τονίζει ο πολύ γνωστός δημοσιογράφος και πρώην διευθυντής της αγγλόφωνης Hurryet, Μουράτ Γετκίν στην ιστοσελίδα «Yetkinreport», ο Τούρκος πρόεδρος «η πρώτη συνάντηση θα είναι περίπου έξι μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Μπάιντεν. Αφού περίμενε πέντε μήνες για ένα τηλεφώνημα από τον Μπάιντεν ,ο Αμερικανός πρόεδρος κάλεσε τον Ερντογάν στις 23 Απριλίου για να του πει ότι θα αναγνωρίσει την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Αρμενίων».
Αλλωστε, «ο Ερντογάν δεν είναι πλέον απαραίτητος ηγέτης για τη Δύση, ειδικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες» γράφει ο Χανλάν Ουζγκέρ στην ιστοσελίδα Duvar. «Tο πολιτικό του ύφος έχει από καιρό αποκρυπτογραφηθεί και θεωρείται αναξιόπιστος ηγέτης. Το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του είναι η ικανότητά του να κάνει και να ακυρώνει συμβιβασμούς όταν βρίσκεται στη γωνία, κάτι που όλοι οι ομόλογοί του, το γνωρίζουν πολύ καλά», προσθέτει ο Τούρκος δημοσιογράφος.
Η Millyet εκτιμά ότι στη συνάντηση Μπάιντεν-Ερντογάν, που θα πραγματοποιηθεί αμέσως μετά το τέλος της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, «ο Αμερικανός πρόεδρος θα δώσει σίγουρα έμφαση στην ανάγκη δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων στην Τουρκία, για να ικανοποιήσει τους Δημοκρατικούς στη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων». Η τουρκική εφημερίδα αντιλαμβάνεται ότι πέρασε η εποχή που ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε τα στραβά μάτια στην ωμή καταπάτηση κάθε ίχνους κράτους δικαίου στην Τουρκία, για να μην κακοκαρδίσει το «φίλο» του Ταγίπ. Ο Μπάιντεν έχει δείξει άλλωστε σαφή σημεία γραφής σε ό,τι αφορά τις συνεχιζόμενες διώξεις και φυλακίσεις κάθε αντίπαλης φωνής από το καθεστώς Ερντογάν και δεν πρόκειται να σιωπήσει. Ο Τούρκος πρόεδρος μπορεί να εμφανίζεται πρόθυμος για κάθε είδους συμβιβασμούς- εκτός από τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία της έκφρασης. «Γνωρίζει ότι κάθε κίνηση εκδημοκρατισμού του καθεστώτος ,θα επηρεάσει άμεσα το δικό του πολιτικό μέλλον στο εσωτερικό. Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι οποιαδήποτε χαλάρωση θα ενισχύσει τις κοινωνικές κινητοποιήσεις, τις οποίες καταστέλλει διά της αστυνομικής βίας και του δικαστικού σώματος», λέει ο Χανλάν Οζγκέρ.
Δεν είναι απαραίτητος…
Οι φιλο-ερντογανικές τουρκικές εφημερίδες και οι προσκείμενοι στον Ερντογάν αναλυτές σπεύδουν βέβαια να θυμίσουν τον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας στα αμερικανικά γεωπολιτικά σχέδια. «Η κυβέρνηση Μπάιντεν θέλει να κάνει το ΝΑΤΟ μέρος του αγώνα ΗΠΑ-Κίνας για να αποτρέψει τη μετατροπή του Πεκίνου σε νέα παγκόσμια ηγετική δύναμη, και στο πλαίσιο αυτό έχει ανάγκη την Τουρκία», γράφει η Millyet, ικετεύοντας μάλλον «τη Δύση να την κρατήσει στο …γήπεδο».
Ο φιλο-ερντογανικός αρθρογράφος Μπερτσάν Τουτάρ γράφει στη Sabah ότι «η Τουρκία έχει τον πιο κρίσιμο ρόλο στο Ατλαντικό έργο και ως εκ τούτου οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν την πολυτέλεια να χάσουν την Αγκυρα». Ο Τούρκος σχολιαστής κατανοεί πάντως ότι ναι μεν η Τουρκία είναι σημαντική για την Ουάσιγκτον, αλλά όχι η Τουρκία του… Ερντογάν. Δεν διστάζει λοιπόν να εξαπολύσει επίθεση στην Αμερική, κατηγορώντας τη διοίκηση Μπάιντεν για «αυτοκρατορική νοσταλγία». Γράφει ο Τουτάρ: «Η συνάντηση Μπάιντεν-Ερντογάν μπορεί να ανοίξει την πόρτα τόσο σε μεγάλες ευκαιρίες όσο και σε μεγάλες ρήξεις…Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συνηθίσουν το ρόλο της νέας Τουρκίας και τον νέο κόσμο, γιατί αλλιώς τα αυτοκρατορικά όνειρα των Ηνωμένων Πολιτειών θα έχουν τραγική κατάληξη».
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο σχολιαστής Μοχάμεντ Σιμσέκ, σε άρθρο του στην εφημερίδα Dirilis Postasi με τίτλο «Είμαστε φίλοι ή εχθροί;» στην Dirilis Postasi ,προειδοποιεί ότι «η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει να συνειδητοποιήσει πως δεν υπάρχει η «Παλαιά Τουρκία» μπροστά της. Οι κρίσεις που ξέσπασαν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016 απαιτούν από τις Ηνωμένες Πολιτείες να θέσουν τέρμα στην προδοσία τους».
Σύμφωνα με την εφημερίδα Turkiye, τέσσερα είναι τα κρίσιμα θέματα που θα θέσει ο Ερντογάν στον Μπάιντεν: Να πάψουν οι Ηνωμένες Πολιτείες να υποστηρίζουν τους Κούρδους αντάρτες του PKK στην Τουρκία και του YPG στη Συρία, να παραδώσουν στην Αγκυρα τον αυτοεξόριστο στην Πενσυλβάνια, ιμάμη Γκιουλέν, να δημιουργηθεί μια κοινή ομάδα εργασίας για την επίλυση του θέματος των ρωσικών πυραύλων S-400 και να δοθούν στην Αγκυρα τα υπερσύγχρονα αμερικανικά αεροσκάφη F-35.
Καλά όλα αυτά, μόνο που ο Ερντογάν δεν έχει πλέον την διαπραγματευτική ισχύ που είχε στο παρελθόν. Μπορεί να θέλει να φανεί χρήσιμος σύμμαχος της Αμερικής, αλλά ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου δεν φαίνεται να τον υπολογίζει στα σχέδιά του, κατανοώντας ότι ο Τούρκος πρόεδρος είναι πιο αδύναμος από ποτέ. Το γεωπολιτικό τοπίο αλλάζει άλλωστε, σημαντικά στην περιοχή με την προσέγγιση της Ουάσιγκτον με το Ιράν, αλλά και τη συνεργασία της Σαουδικής Αραβίας, των Εμιράτων και άλλων αραβικών χωρών με το Ισραήλ, γεγονός που μειώνει δραστικά τον ρόλο της Αγκυρας.
Ολο και χειρότερα
«Οι σχέσεις Τουρκίας- ΗΠΑ προχωρούν σε μια πορεία που γίνεται όλο και χειρότερη μετά από υπέροχα χρόνια», λέει ο Τούρκος καθηγητής Οσμάν Κέσε, σημειώνοντας ότι «οι δύο χώρες άρχισαν να βρίσκονται σε αντίθετες πλευρές για τα περισσότερα θεμελιώδη ζητήματα». Οι πολιτικές που ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο «είναι ουσιαστικά ασυμβίβαστες με τα συμφέροντα της Τουρκίας», παραδέχεται ο Τούρκος καθηγητής και προσθέτει: «Με άλλα λόγια, μια τέτοια Τουρκία για τις ΗΠΑ δεν είναι «φίλος» ή «σύμμαχος», αλλά σοβαρός ανταγωνιστής ή εμπόδιο».
Ο Μουράτ Γετκίν εκτιμά ότι «ο Μπάιντεν θα καταστήσει σαφές στον Ερντογάν όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρα ,ότι οι σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είναι πια ίδιες όπως πριν, ειδικά στην εποχή του Τραμπ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη αισθάνονται άβολα με την προσέγγιση του Ερντογάν με τον Πούτιν. Αλλά επίσης δεν θέλουν η Αγκυρα να μετακινηθεί από τον άξονα του ΝΑΤΟ στον άξονα Ρωσίας-Κίνας ,υπό την επήρεια φυγόκεντρων δυνάμεων. Ο Ερντογάν το γνωρίζει και αυτό, και θα επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει αυτό το χαρτί».
Η Χουριέτ για τη συνάντηση Μητσοτάκη -Ερντογάν
Τα αποτελέσματα της συνάντησης Μπάιντεν-Ερντογάν θα επηρεάσουν αντικειμενικά και την Ελλάδα, καθώς στις Βρυξέλλες θα συναντηθεί στη συνέχεια και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον Τούρκο πρόεδρο. Η τουρκική πλευρά-σύμφωνα με ανταπόκριση της Hurryet από την Αθήνα -αναμένει ότι η συνάντηση θα οδηγήσει σε συμφωνία για ένα «ήρεμο καλοκαίρι». Η τουρκική εφημερίδα αναφέρει ότι «οι δύο ηγέτες θα δώσουν προτεραιότητα στον διάλογο βάσει μιας «θετικής ατζέντας» με άμεσο στόχο να υπάρξει μια ήρεμη καλοκαιρινή περίοδος στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο ,χωρίς καμία αλλαγή στις θέσεις των δύο πλευρών σε σημαντικά προβλήματα. Αυτό μπορεί επίσης να επιτευχθεί με ένα είδος συμφωνίας «μορατόριουμ», υποστηρίζει η τουρκική εφημερίδα . Σημειώνει μάλιστα ότι «σε αντίθεση με τις προηγούμενες δύο συναντήσεις (Σεπτέμβριος και Δεκέμβριος 2019), στις οποίες συμμετείχαν πλήθος αντιπροσωπειών, ο Ερντογάν και ο Μητσοτάκης θα μιλήσουν κατ` ιδίαν αυτή τη φορά. Έτσι, θα συναντηθούν σε μια πολύ πιο άνετη και φιλική ατμόσφαιρα», αναφέρει η Hurryet.
Το πρόβλημα για τον Ερντογάν είναι ότι θέλει να επιστρέψει από τη συνάντηση κυρίως με τον Μπάιντεν ως «νικητής», με κάποια αποτελέσματα που θα επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει στην εσωτερική πολιτική. Ο Τούρκος πρόεδρος χρειάζεται επειγόντως κάποιο «δώρο» από την Αμερική για να ανακόψει την υποτίμηση της λίρας και να δώσει μια ανάσα στην οικονομία ,που πάει από το κακό στο χειρότερο. Αλλά και αν δεν πάρει κάτι χειροπιαστό, ο Ερντογάν έχει τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να προβάλουν ότι δήθεν …χτύπησε τη γροθιά του στο τραπέζι στη συνάντηση του Μπάιντεν. Αν και αυτό δεν φαίνεται το πιο πιθανό σενάριο.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο της Duvar, Χανλάν Ουζγκέρ, «ακόμη κι αν ο Ερντογάν θα μπορούσε να «αποκαταστήσει» τις σχέσεις με τη διοίκηση του Μπάιντεν και να καταφέρει να ανοίξει μια νέα σελίδα, αυτή θα είναι πολύ πιο ασύμμετρη σχέση από πριν. Ο Ερντογάν είναι έτοιμος να κάνει παραχωρήσεις σε πολλούς τομείς, αρκεί να τον βοηθήσει να παραμείνει στην εξουσία».
Χάνει σε όλα τα μέτωπα
Ο Τούρκος πρόεδρος αντιμετωπίζει προβλήματα σε όλα τα μέτωπα: Χάνει έδαφος στην εσωτερική πολιτική, το κόμμα του είναι διχασμένο. Έχει προβλήματα με τον ακροδεξιό κυβερνητικό του εταίρο Ντεβλέτ Μπαχτσελί που εμφανίζεται όλο και περισσότερο ως «σκιώδης» ηγέτης της χώρας . Τα ποσοστά πληθωρισμού και ανεργίας είναι πολύ υψηλά, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η δυσαρέσκεια μεταξύ των Τούρκων πολιτών.
Μετά από 19 χρόνια στην εξουσία, το καθεστώς Ερντογάν δείχνει έντονα σημάδια αδυναμίας. Οι συνεχείς τηλεοπτικές αποκαλύψεις του αρχιμαφιόζου ,Σεντάτ Πεκέρ, που παρακολουθούν σχεδόν κάθε Κυριακή σε απευθείας μετάδοση εκατομμύρια πολίτες, αποκάλυψαν μερικές από τις ευπάθειες της φαινομενικά ισχυρής κυβέρνησης του Ερντογάν. Και κυρίως ότι βρίσκεται σε εξέλιξη ένας αγώνας εξουσίας ανάμεσα σε αντίπαλες εσωκομματικές ομάδες ,που ακονίζουν τα μαχαίρια τους για την μετά Ερντογάν εποχή.