26 Οκτωβρίου: Ο Άγιος Δημήτριος (270 - 306) είναι Άγιος της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και πολιούχος της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τη σχετική αγιολογική παράδοση, ο Δημήτριος έζησε και μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη επί Διοκλητιανού.
Καθώς οι απαρχές της λατρείας του Αγίου Δημητρίου δεν είναι γνωστές με βεβαιότητα, από τον 18ο αι. διατυπώθηκαν διάφορες θεωρίες για την προέλευσή της, επικρατέστερη των οποίων μεταξύ των μελετητών είναι ότι δεν υπήρξε Δημήτριος που μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη, αλλά η λατρεία του προέρχεται από το Σίρμιο της Παννονίας. Σημαντικό κέντρο της του είναι η Θεσσαλονίκη, όπου τιμάται από την πρωτοχριστιανική περίοδο και έχει ανεγερθεί βασιλική προς τιμήν του. Είναι ένας από τους λαοφιλέστερους αγίους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που εορτάζει τη μνήμη του στις 26 Οκτωβρίου.
Η αγιολογική παράδοση η σχετική με τον Άγιο Δημήτριο αποτελείται από τα Θαύματα (Miracula), που εκτείνονται σε τρία βιβλία, τα Μαρτυρολόγια (Passiones) και πολλά Εγκώμια (Laudationes). Η παλαιότερη από αυτές τις πηγές είναι το πρώτο βιβλίο των Θαυμάτων, που γράφηκε από τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Ιωάννη τη δεκαετία 610-20. Τα Μαρτυρολόγια είναι άγνωστου συγγραφέα και χωρίζονται σε τρία «στάδια», τα οποία περιέχουν ανώνυμα κείμενα του 9ου και του 10ου αιώνα, ενώ τα Εγκώμια αναπαράγουν την ύλη των δύο προηγουμένων.
Σύμφωνα με την αγιολογική παράδοση, ο Άγιος Δημήτριος μαρτύρησε επί Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) όταν με την παρακίνηση του Γαλέριου, μέλους της Τετραρχίας, έλαβε χώρα ο πιο σκληρός διωγμός των Χριστιανών στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Στρατιώτες του Γαλέριου συνέλαβαν τον «μακαριότατο Δημήτριο εκ γένους των περιδόξων» με την κατηγορία ότι συμμετείχε ενεργά στις χριστιανικές συγκεντρώσεις. Ανώνυμος Συναξαριστής πληροφορεί για τη δράση του Αγίου Δημητρίου, αποδίδοντάς του τον τίτλο του «υπάτου» μεταξύ των χριστιανών της Θεσσαλονίκης.
Ο Δημήτριος προσευχόταν στις συγκεντρώσεις στη Χαλκευτική στοά (cryptoporticus) και ενίσχυε τους οικονομικά ανήμπορους συμπολίτες του. Δημώδες μεταβυζαντινό κείμενο για το «Μαρτύριον του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλήτου» περιγράφει τη βαθιά θρησκευτική κατάνυξη που επικρατούσε στο ακροατήριο του Δημητρίου. Οι «Δημεγέρτες» πρόδωσαν τον Δημήτριο στο Γαλέριο («ότι ο Δημήτριος κρατεί εις την πίστη των χριστιανών») ο οποίος διέταξε να συλληφθεί και να κλειστεί στις υπόγειες «καμάρες» παρά του σταδίου που γειτόνευε με το δημόσιο λουτρό. Σύμφωνα με τα αγιολογικά κείμενα ο Δημήτριος κρατήθηκε έγκλειστος «περὶ τῶν καμίνων καμάρας (δημοσίου βαλανείου)», δηλαδή στα προπνιγεία (praefurnia) ενός ρωμαϊκού λουτρού.
Από το χώρο των φυλακών ο Δημήτριος εμψύχωσε το φίλο του Νέστορα ο οποίος αντιμετώπισε τον μονομάχο Λυαίο. Αφού ο Νέστορας κατανίκησε τον Λυαίο, θανατώθηκε από τον Γαλέριο που θεώρησε την ήττα του Λυαίου ως προσωπική του ήττα. Όταν πληροφορήθηκε ότι ο Νέστορας ήταν μαθητής του Δημητρίου, διέταξε να φέρουν τον Δημήτριο μπροστά του για να αποκηρύξει την πίστη του. Τελικά ο Δημήτριος, με διαταγή του Γαλέριου, θανατώθηκε στις υπόγειες φυλακές πιθανότατα το 306 μ.Χ. Μετά τον θάνατό του, πιστοί τον έθαψαν την ίδια ή την επόμενη νύχτα πρόχειρα στον ίδιο χώρο, όπου αργότερα κτίστηκε ένας «οικίσκος» που κατεδαφίσθηκε από τον Λεόντιο για την ανέγερση της βασιλικής.
Γιατί θεωρείται προστάτης της Θεσσαλονίκης
Ο Άγιος Δημήτριος θεωρείται προστάτης και πολιούχος της Θεσσαλονίκης. Με τη βοήθεια του Αγίου η πόλη σώθηκε πολλές φορές από τις επιδρομές των Αβάρων, των Σλάβων και των Βουλγάρων. Οι υπερασπιστές της διηγούνταν πολλές φορές ότι έβλεπαν έναν πολεμιστή πάνω στο άλογο του να προχωρεί μπροστά στα πλήθη και να καταδιώκει με το ξίφος του τους εχθρούς. Με αυτή την μορφή παρουσιάζεται και από τη βυζαντινή αγιογραφία.
Οι μαρτυρίες λένε ότι δεν τον έβλεπαν σε όνειρο, αλλά τον έβλεπαν στην πραγματικότητα αυτόν τον ίδιον να μάχεται μεταξύ των στρατιωτών, να προηγείται και να οδηγεί αυτούς στην νίκη και στην σωτηρία.
Και άλλοτε τον έβλεπαν επάνω στα τείχη όμοιον προς οπλίτη πλήττοντα με το ξίφος του τους βαρβάρους. Άλλοτε τον έβλεπαν ενδεδυμένο με χλαίναν επί του πολεμικού του ίππου και κραδαίνοντα την αήττητον λόγχην του να προηγείται στις εξόδους εναντίον των πολιορκητών. Άλλοτε πάλιν φορών λευκή χλαμύδα διατρέχει το τείχος και έπειτα τρέχει επί της θαλάσσης δρομαίως περιπατών ως επί στερεού εδάφους και διασκορπίζει τον στόλο των βαρβαρικών μονοξύλων.
Και δεν τον έβλεπαν τον Αθλοφόρο μόνο οι πιστοί αλλά και αυτοί οι εχθροί. Όταν, μάλιστα, τους ρωτούσαν μετά τη νίκη γιατί έφυγαν εκείνοι έλεγαν: «Είδομεν ένα άνδρα ξανθόν και λαμπρόν, ο οποίος εκάθητο επί λευκού ίππου και εφόρει ιμάτιον λευκόν».
Αξίζει να αναφέρουμε ότι την ημέρα της γιορτής του Αγίου, στις 26 Οκτωβρίου 1912, ο ελληνικός στρατός μπήκε νικητής στη Θεσσαλονίκη ελευθερώνοντας την από τους Τούρκους.