Aφορμές να ξεσπάσουν κατά των πιστών αναζητούν κάποιοι μητροπολίτες προκαλώντας αμηχανία ακόμη και σε κύκλους της Εκκλησίας.
Αυτή τη φορά δεν ήταν ούτε οι γάμοι των ομόφυλων ζευγαριών ούτε κάτι άλλο "σοβαρό αμάρτημα" αλλά ο μπακαλιάρος που τρώμε την 25η Μαρτίου. Η κατανάλωση του μπακαλιάρου "ανάγκασε" τον 82χρονο μητροπολίτη Κοζάνης Παύλο να ξεσπάσει κατά του "εθίμου". Δεν είναι έθιμο ,είπε ,αλλά είναι ένα φαγητό που σχετίζεται με το θαύμα του Ευαγγελισμού.
Την ώρα που έκλεινε το κήρυγμά του, ο Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης επιτέθηκε στους τους πιστούς οι οποίοι αποδίδουν την κατανάλωση του μπακαλιάρου σε έθιμο: «πρέπει να τρέξουμε όλοι να φάμε μπακαλιάρο, γιατί είναι το έθιμο. Ντροπή! Ντροπή! Ορθόδοξοι χριστιανοί Έλληνες! Το έθιμο…», λέγοντας τους ότι είναι πολύ πιο ουσιώδης ο λόγος για την κατανάλωση ψαριών την εν λόγω ημέρα και σχετίζεται με το θαύμα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και της κυοφορίας του Χριστού.
Όπως ανέφερε ο κ.Παύλος «η νηστεία για το Πάσχα είναι αυστηρή και επιτρέπεται μόνο κατανάλωση λαδιού, ωστόσο οι Πατέρες της Εκκλησίας θέλοντας να σηματοδοτήσουν και την σπουδαιότητα του γεγονότος και της ημέρας του Ευαγγελισμού της Παναγίας επέτρεψαν στους πιστούς την κατάλυση ιχθύος μόνο για την εν λόγω ημέρα, καθώς και για την Κυριακή των Βαΐων κάθε Σαρακοστής πριν την Μεγάλη Εβδομάδα».
Γιατί τρώμε μπακαλιάρο τελικά
Η Μεγάλη Σαρακοστή ξεκινά την Καθαρά Δευτέρα και διαρκεί μέχρι το Πάσχα. 2 φορές μέσα σε αυτό το διάστημα των σχεδόν 50 ημερών επιτρέπεται από τη θρησκεία να καταναλώνεται το ψάρι. Η μια είναι η 25η Μαρτίου, η Εθνική εορτή, που συμπίπτει με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και η άλλη είναι η Κυριακή των Βαΐων, όπου γιορτάζεται η θριαμβευτική υποδοχή του Χριστού στα Ιεροσόλημα, λίγο καιρό πριν τη Σταύρωσή του.
Η Μεγάλη Σαρακοστή -η νηστεία πριν από το Πάσχα- είναι η αυστηρότερη και η μεγαλύτερη σε διάρκεια νηστεία του χριστιανισμού. Ενώ στη νηστεία των Χριστουγέννων επιτρέπεται το ψάρι, η νηστεία του Πάσχα είναι πιο αυστηρή. Γι’ αυτό και αποφασίστηκε να θεσπιστούν κάποιες μέρες που συνδέονται με μεγάλες γιορτές – στις οποίες επιτρέπεται να τρώγεται το ψάρι, ως ένα «μικρό διάλειμμα» από τη νηστεία, για λόγους ενδυνάμωσης του οργανισμού.
Γιατί μπακαλιάρος; Η επιλογή του ψαριού έγινε τυχαία, λόγω συνθηκών. Ο μπακαλιάρος -και ειδικά ο παστός- θεωρείτο παλιά η τροφή του φτωχού. Επειδή τα φρέσκα ψάρια ήταν πάντοτε πιο ακριβά σε τιμή, ο παστός μπακαλιάρος που ερχόταν από το εξωτερικό -και πωλείτο στα μπακάλικα- ήταν πολύ προσιτός σε τιμή. Και καθώς οι Έλληνες ήταν αρκετά φτωχός λαός, ήταν εύκολο να τον προμηθευτούν. Άλλωστε παλιότερα, οι θάλασσες της Βόρειας Ευρώπης ήταν γεμάτα μπακαλιάρους.
Ο μπακαλιάρος έφτασε πρώτα στα Ιόνια κατά τον 15ο αιώνα, από τους Βενετσιάνους. Στην υπόλοιπη όμως Ελλάδα, έφτασε μέσω των Άγγλων μετά την ελληνική επανάσταση του 1821. Αρχικά έφτασε στην Πελοπόννησο και στη συνέχεια σιγά σιγά πέρασε και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οπότε πρόκειται για ένα έθιμο που κρατά περίπου 2 αιώνες.
Δεν υπάρχουν σαφείς βιβλιογραφικές αναφορές για το γιατί συνοδεύουμε τον μπακαλιάρο με σκορδαλιά. Το σκόρδο βέβαια και αυτό ήταν κάτι εύκολο και φθηνό που βρισκόταν σε κάθε σπίτι. Και η σκορδαλιά ή αλιάδα ταίριαζε γευστικά με τον μπακαλιάρο. Αλιάδα τη λένε στα Επτάνησα από όπου και καθιερώθηκε. Η λέξη βγαίνει από το «alio» που είναι το σκόρδο στα ιταλικά.