Την αμυντική συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας σχολιάζει η Welt Online. «Το χρέος της Ελλάδας ανέρχεται στο 210% του ΑΕΠ. Μόνο η Ιαπωνία και το Σουδάν έχουν υψηλότερο ποσοστό δημόσιου χρέους επί του ΑΕΠ. Τα κριτήρια του Μάαστριχτ στην ΕΕ προβλέπουν ως ανώτατο όριο χρέους το 60%, το οποίο θα έφτανε η Γερμανία το 2020 αν δεν είχε μεσολαβήσει η κρίση του κορωνοϊού. Άραγε οι Έλληνες δεν είχαν τίποτα σημαντικότερο να κάνουν με τα χρήματά τους, από το να τα διαθέσουν σε ναυάρχους για νέα παιχνίδια και από το να διασώσουν το κύρος του Γάλλου προέδρου;», διερωτάται το σχόλιο.
«Όχι. Τα χρέη της Ελλάδας είναι μακροπρόθεσμα, τα περισσότερα θα καταστούν ληξιπρόθεσμα σε είκοσι χρόνια. Στο μεταξύ τα φθηνά επιτόκια σημαίνουν ότι η Ελλάδα μπορεί να αναχρηματοδοτήσει τα χρέη της με χαμηλό κόστος. Επενδυτές κυριολεκτικά αρπάζουν ελληνικά ομόλογα, έγραφε το Bloomberg τον Ιούνιο. Ακόμη και τα ομόλογα που είχαν χαρακτηρισθεί ‘σκουπίδια΄ αγοράστηκαν με λαχτάρα. Χάρη στη μεγάλη ζήτηση η Ελλάδα θα πληρώσει χαμηλότερα επιτόκια για τα δάνειά της σε σχέση με την Ιταλία και όχι πολύ υψηλότερα σε σχέση με τη Γερμανία. Επιπλέον η οικονομία ανθεί. Η κυβέρνηση μπορεί ακόμη να ελπίζει σε έσοδα για την εξυπηρέτηση του χρέους – και για να αγοράζει φρεγάτες και μαχητικά αεροσκάφη, που είναι ‘nice to have’. Με φόντο λοιπόν την ελληνική ξεγνοιασιά, κάποιες συζητήσεις στη Γερμανία φαντάζουν ξένες - όπως οι συζητήσεις για τη σωτηρία της ψυχής σε μια προτεσταντική ενορία. Μακροπρόθεσμα μπορεί τα υψηλά χρέη να φανούν προβληματικά. Αλλά όπως είπε και ο μεγάλος οικονομολόγος Τζων Μέυναρντ Κέυνς ‘μακροπρόθεσμα όλοι θα πεθάνουμε’».