Προς γενική έκπληξη, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων στην Κολομβία απέρριψε στο δημοψήφισμα το οποίο διεξήχθη χθες Κυριακή τη συμφωνία ειρήνης που συνήψαν η κυβέρνηση και η οργάνωση Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) για να τερματιστεί μια εμφύλια σύρραξη που διαρκεί 52 χρόνια.
Με το 99,91% των ψήφων καταμετρημένο, το «όχι» επικρατεί με 50,22% επί του «ναι» που συγκεντρώνει 49,77%, ενώ η συμμετοχή περιορίστηκε σε μόλις 37,28%.
Περίπου 34,9 εκατομμύρια ψηφοφόροι καλούνταν στις κάλπες για να απαντήσουν με ένα απλό ναι ή όχι στην ερώτηση «υποστηρίζετε την οριστική συμφωνία τερματισμού της σύρραξης και οικοδόμησης μιας σταθερής και διαρκούς ειρήνης;».
Η συμφωνία, ένα κείμενο έκτασης 297 σελίδων, ήταν το αποτέλεσμα τεσσάρων ετών σκληρών διαπραγματεύσεων στην Αβάνα της Κούβας.
Το «ναι» έλαβε 6.346.055 ψήφους, πολλές περισσότερες από το ελάχιστο όριο των 4,4 εκατομμυρίων (13% του εκλογικού σώματος) που απαιτείτο. Όμως για να επικρατήσει έπρεπε να λάβει περισσότερες ψήφους από το «όχι», το οποίο—αντίθετα με ό,τι προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις, που του έδιναν 35% ως 45% το πολύ—συγκέντρωσε 6.408.350 ψήφους.
Τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, η συμμετοχή στο οποίο δεν ήταν υποχρεωτική, ήθελε ο πρόεδρος Χουάν Μανουέλ Σάντος για να δοθεί η «μεγαλύτερη δυνατή νομιμοποίηση» στη συμφωνία που συνυπέγραψε με τον ηγέτη των FARC, Ροντρίγκο Λοντόνιο, γνωστότερο με το ψευδώνυμο Τιμολέον Χιμένες, ή Τιμοσένκο.
Η κυβέρνηση και οι αντάρτες με τη συμφωνία αυτή επιδίωκαν τον τερματισμό της παλιότερης ένοπλης σύρραξης στην αμερικανική ήπειρο, στην οποία έχασαν τη ζωή τους πάνω από 260.000 άνθρωποι, άλλοι 45.000 παραμένουν επισήμως αγνοούμενοι και 6,9 εκατομμύρια εκτοπίστηκαν.
Η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει επανειλημμένα πως δεν έχει σχέδιο Β σε περίπτωση ήττας του «ναι» και απέκλειε κάθε ενδεχόμενο να επαναδιαπραγματευθεί τη συμφωνία. Ο 53χρονος Σάντος έλεγε χθες ότι η νίκη του «όχι» θα ήταν «καταστροφική». Ενώ, σε μια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο Γαλλικό Πρακτορείο τον Σεπτέμβριο, ο πρόεδρος της Κολομβίας προειδοποιούσε πως σε περίπτωση επικράτησης του «όχι», οι αντάρτες είναι πιθανό να «επιστρέψουν στη ζούγκλα».
Το αποτέλεσμα ήταν εντελώς απροσδόκητο για τις εταιρείες δημοσκοπήσεων. Επί εβδομάδες, το «ναι» φερόταν να προηγείται με τεράστια διαφορά: συγκέντρωνε από το 55% των προθέσεων ψήφου, κατά το ινστιτούτο Datexco, έως και το 66% κατά την εταιρεία Ipsos Napoleón Franco.
Σφοδρός πολέμιος της συμφωνίας, ο δεξιός πρώην πρόεδρος (2002-2010) και σήμερα γερουσιαστής Άλβαρο Ουρίμπε εξέφρασε την «ευγνωμοσύνη του» στους Κολομβιανούς «που είπαν "όχι"». «Η ειρήνη γεννάει ενθουσιασμό, αλλά τα κείμενα της Αβάνας απογοητεύουν», έκρινε ο Ουρίμπε.
Οι αντίπαλοι της συμφωνίας καταγγέλλουν κυρίως τη «χαλαρότητα» των ποινών που προβλεπόταν να επιβληθούν στους αντάρτες που διέπραξαν τα πιο σοβαρά εγκλήματα κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά και τη συμμετοχή των ανταρτών μετά την αποστράτευσή τους στην πολιτική ζωή, εκφράζοντας φόβους για τον «καστροτσαβισμό» τους, την επιρροή τους από τις κυβερνήσεις της Κούβας και της Βενεζουέλας.
Παρά την κατάπληξη που προκάλεσε το αποτέλεσμα, η ψηφοφορία ήταν «η πιο ήρεμη στην ιστορία όσον αφορά την ασφάλεια και τη δημόσια τάξη», επισήμανε ο υπουργός Άμυνας Λουίς Κάρλος Βιγέγκας.
Συνολικά 240.000 αστυνομικοί και στρατιώτες κινητοποιήθηκαν για να εγγυηθούν την ασφάλεια της ψηφοφορίας στα σχεδόν 82.000 εκλογικά τμήματα στην Κολομβία.
Η νίκη του «όχι» αναιρεί την ικανοποίηση που εκφράστηκε σε διεθνές επίπεδο—από τον Λευκό Οίκο ως το Βατικανό—για τον τερματισμό της πιο μακρόχρονης ένοπλης σύρραξης στη Λατινική Αμερική.
«Πόσο θλιβερό. Φαίνεται ότι η Κολομβία ξέχασε την σκληρότητα του πολέμου, τους νεκρούς μας, τους τραυματίες μας, τους ακρωτηριασμένους μας, τα θύματα και τα δεινά που ζήσαμε σε αυτόν τον πόλεμο», δήλωσε η Αντριάνα Ριβέρα, 43 ετών, καθηγήτρια φιλοσοφίας, με δάκρυα στα μάτια.
Το αποτέλεσμα αποτελεί τεράστια ήττα για τον Σάντος, ο οποίος ανέμενε ότι μετά το δημοψήφισμα θα άρχιζε ειρηνευτικές συνομιλίες με τον Στρατό Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN), μια μικρότερη οργάνωση ανταρτών, και κυρίως ότι θα έστρεφε την προσοχή του σε μια μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και άλλα οικονομικά μέτρα για να αντισταθμιστεί η μείωση των κρατικών εσόδων εξαιτίας της κατακρήμνισης των τιμών του πετρελαίου.
Η κυβέρνηση του Σάντος πρόσμενε ότι η αποκατάσταση της ειρήνης θα σηματοδοτούσε μια τεράστια αύξηση των ξένων επενδύσεων σε χρυσωρυχεία, πετρελαιοπηγές και καλλιέργειες, αλλά μετά το χθεσινό αποτέλεσμα, αυτό μοιάζει να τίθεται πλέον υπό αμφισβήτηση.
Σε τηλεοπτικό του διάγγελμα στο οποίο παραδέχθηκε την ήττα, ο Σάντος επέμεινε πως δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια: «θα συνεχίσω να επιδιώκω την ειρήνη», υπογράμμισε. Διαβεβαίωσε ότι η κατάπαυση του πυρός θα συνεχίσει να εφαρμόζεται.
Ο πρόεδρος της Κολομβίας ανακοίνωσε εξάλλου ότι θα έχει συναντήσεις με τους ηγέτες όλων των πολιτικών κομμάτων για να συζητηθεί το πώς θα προχωρήσει η ειρηνευτική διαδικασία, ενώ προεξόφλησε πως το αποτέλεσμα της χθεσινής ψηφοφορίας δεν θα πλήξει τη σταθερότητα της χώρας.
Από την πλευρά του, ο ηγέτης των FARC διαβεβαίωσε ότι η παράταξή του συνεχίζει να επιθυμεί τον τερματισμό των εχθροπραξιών και προέβλεψε ότι τελικά «η ειρήνη θα θριαμβεύσει».