Η ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ βρίσκεται στον Λίβανο από το 1978, ενώ μετά τη σύγκρουση των 33 ημερών μεταξύ της Χεζμπολάχ και του Ισραήλ το 2006, ο ρόλος της ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο, φτάνοντας σήμερα να αριθμεί περισσότερα από 10.000 άτομα στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό.
Σε ενημέρωση προς τους δημοσιογράφους, ο Στέφαν Ντουζάρικ, εκπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, είπε ότι «οι Κυανόκρανοι της UNIFIL παραμένουν στις θέσεις τους στην περιοχή ευθύνης της αποστολής τους, όμως η ένταση των μαχών εμποδίζει τις κινήσεις και την εκτέλεση των καθηκόντων τους».
Στη συνέχεια, πρόσθεσε ότι «οι ειρηνευτικές δυνάμεις είναι σε θέση να παρατηρούν ό,τι μπορούν από εκεί που βρίσκονται, όμως δεν κάνουν καμία οδική περιπολία, ενώ ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού έχει μετακινηθεί βόρεια για προληπτικούς λόγους». «Έχουμε ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης και εξετάζουμε την κατάσταση ώρα με την ώρα», κατέληξε ο Ντουζάρικ.
Ακόμη και πριν από τη δραματική κλιμάκωση των συγκρούσεων που παρατηρήθηκε τις τελευταίες εβδομάδες, πολλοί άνδρες της ειρηνευτικής δύναμης είχαν τραυματιστεί σε διασταυρούμενα πυρά μεταξύ του στρατού του Ισραήλ και των μαχητών της οργάνωσης Χεζμπολάχ του Λιβάνου.
Το ψήφισμα 1701 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που έβαζε τέλος στον πόλεμο μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ το 2006, προέβλεπε την αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων του διεθνούς οργανισμού, ώστε να βοηθά την κυβέρνηση και τις ένοπλες δυνάμεις του Λιβάνου να ελέγχουν την περιοχή νότια του ποταμού Λιτάνι, περίπου 30 χιλιόμετρα από τα σύνορα με το Ισραήλ.
Παράλληλα, όριζε ότι όλο το ένοπλο προσωπικό έπρεπε να αποσυρθεί βόρεια του Λιτάνι, εκτός από τις δυνάμεις ασφαλείας του Λιβάνου και τις ειρηνευτικές δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών.
Από τότε, μπορεί η Χεζμπολάχ να μην έχει εμφανή στρατιωτική παρουσία στην περιοχή των συνόρων, εντούτοις η σιιτική οργάνωση συνεχίζει να διατηρεί τον έλεγχο σε μεγάλα τμήματα του νότιου Λιβάνου.
Πηγή: AFP - ΑΠΕ-ΜΠΕ