Όσο περνούν οι μέρες όλο και περισσότερο πληροφορούμαστε την πραγματική κατάσταση των σχέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών και της («νέας») ισλαμικής Τουρκίας. Και τα πράγματα είναι πολύπλοκα. Όχι τόσο απλά, όσο υποστήριζαν αναλυτές και δημοσιογράφοι πριν από τις αμερικανικές εκλογές.
Ο Ταγίπ Ερντογάν ορθά «διέγνωσε» ότι η φυγή του Ντόναλντ Τραμπ από τον Λευκό Οίκο θα άφηνε την Τουρκία έκθετη στο «μάτι» ενός σαρωτικού διπλωματικού τυφώνα. Και πολύ σωστά έσπευσε να στείλει «κλάδο ελαίας» στους αναξιόπιστους Ευρωπαίους και στον Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Μόνο που δεν υπολόγισε ότι δεν μπορεί να στηριχθεί ούτε στις Βρυξέλλες ούτε στον πρωθυπουργό του Ισραήλ. Ο τελευταίος βρίσκεται σε μία συγκρουσιακή πορεία με τον κ. Μπάιντεν και μέχρι στιγμής δεν έχουν μιλήσει στο τηλέφωνο. Οι δε Ευρωπαίοι, δεν έχουν κανένα τρόπο να επηρεάσουν τον Αμερικανό πρόεδρο.
Όσο και να μας προκαλεί εντύπωση, στα πρώτα θέματα των συζητήσεων στην Ουάσιγκτον, παραμένουν οι σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της κατοχικής Τουρκίας.
Έχουμε φτάσει στο σημείο να διαβάζουμε δεκάδες αναλύσεις την ημέρα για τον Ταγίπ Ερντογάν και τα σχέδια του σε ότι αφορά την Αμερική, αλλά και τη Μεσόγειο. Θα τολμήσω να γράψω, διότι το ζω, πως το ενδιαφέρον είναι στο ζενίθ, περισσότερο ακόμα και από τη Ρωσία και την Κίνα, τους παραδοσιακούς εχθρούς της Ουάσιγκτον.
Αυτό ίσως που δεν υπολογίσαμε είναι ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά σοβαρή και εξελίσσεται σε επικίνδυνη. Δεν υπολογίσαμε ότι τούτη η νέα κυβέρνηση της Αμερικής, εννοεί αυτά που λέει. Και όλοι υποθέσαμε ότι μία από τα ίδια θα είναι, θα φωνάξουν, θα τσακωθούν και θα τα βρουν. Πάντα, αναλύουμε τα γεγονότα «εν βρασμώ ψυχής». Με τα σημερινά δεδομένα, λοιπόν, η σύγκρουση είναι εξελισσόμενη. Οι Αμερικανοί απαιτούν την άτακτη υποχώρησή του. Μέχρι τώρα…
Οι προβλέψεις είναι ότι θα συμβεί αυτό που φοβούνται οι Τούρκοι. Και οι προβλέψεις δεν γίνονται από εμάς αλλά από αμερικανικές δεξαμενές σκέψεις, οι οποίες μέχρι πρόσφατα ήταν έντονα φιλοτουρκικές. Μερικές συνεχίζουν και σήμερα να ενισχύονται οικονομικά από τουρκικά ιδρύματα, που έχουν σχέσεις με τον ίδιο τον Ερντογάν.
Μελέτησα την τελευταία έκθεση του Brookings Institute και επειδή γνωρίζω το παρελθόν του και το ποιον των στελεχών του, θα έλεγα ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία από την Αθήνα και τη Λευκωσία.
Για πρώτη φορά γνωρίζουμε με ακρίβεια ότι οι σχέσεις είναι εξαιρετικά κακές και θα επιδεινωθούν ακόμα περισσότερο.
Για πρώτη φορά γνωρίζουμε ότι τα βασικά προβλήματα των τουρκοαμερικανικών σχέσεων είναι πέντε. Και θα έλεγα ότι δεν επιλύονται εύκολα:
Πρώτο θέμα στην ατζέντα είναι η αγορά το ρωσικού συστήματος S-400. Ήδη επιβλήθηκαν κυρώσεις από την προηγούμενη κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ. Αναμένουμε ότι θα επιβληθούν και άλλες, πιο σκληρές στο πλαίσιο του σχεδίου να εκβιαστεί ο Ερντογάν να επιστρέψει στη Δύση. Αν μου επιτρέπετε, δεν το βλέπω. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι ήδη έφυγε από τη Δύση. Είναι πλέον συνεργάτης με τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Το δεύτερο θέμα είναι οι Κούρδοι της Συρίας που είχε προδώσει ο Ντόναλντ Τραμπ. Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα επανέλθει στη στρατιωτική συνεργασία με τους Κούρδους, τους οποίους η Τουρκία χαρακτηρίζει τρομοκράτες.
Η Αμερική θα συνεχίσει να εξοπλίζει τους Κούρδους των YPG με δικαιολογία τον πόλεμο εναντίον των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους.
Το τρίτο θέμα σύμφωνα με το Ινστιτούτο Brookings είναι η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, που αφορά την Κύπρο και την Ελλάδα. Είμαι από τους λίγους που πιστεύουν ότι επί προεδρίας του Τζο Μπάιντεν ο Ερντογάν δεν θα επαναφέρει τα ερευνητικά και τα γεωτρύπανά στου στο Αιγαίο. Και αν το κάνει, ο Μπάιντεν θα επέμβει. Αυτή είναι η ανάλυση μου.
Το τέταρτο πρόβλημα είναι η κρατική τράπεζα HalkBank. Κατηγορείται για παραβίαση των κυρώσεων εναντίον του Ιράν. Είναι μία τράπεζα που ελέγχεται από την οικογένεια του Ερντογάν. Η δίκη της θα ξεκινήσει στη Νέα Υόρκη σύντομα. Όλες, μα όλες οι προβλέψεις, είναι προς την κατεύθυνση της τιμωρίας. Απ’ εκεί και πέρα το ερώτημα είναι το πρόστιμο, που βεβαίως ούτε η τράπεζα θα αντέξει ενώ θα ταρακουνηθεί ο τραπεζικός τομέας και η οικονομία. Ακούσαμε ένα νούμερο της τάξης των 16 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Και το τελευταίο θέμα είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι Δημοκρατικοί δεν χωρατεύουν με το ζήτημα αυτό. Είδαμε τις πρώτες επίσημες ανακοινώσεις εναντίον της Τουρκίας.
Στο πλαίσιο αυτό θα εντείνουν την πίεση και για την απελευθέρωση των Αμερικανών υπηκόων που έχει στείλει ο Ερντογάν στα μπουντρούμια των τουρκικών φυλακών.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Ο εκπρόσωπος της τουρκικής Προεδρίας, ο Ιμπραήμ Καλίν, πέταξε πάλι το μείγμα της ελάχιστης αλήθειας και του μεγάλου ψέματος: Ότι ο Ερντογάν και ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα συναντηθούν σύντομα. Προσπαθήσαμε να ερευνήσουμε την πληροφορία. Δεν βρήκαμε κανένα να την επιβεβαιώσει.
Πηγή: Hellasjournal