Ιδανικοί αυτόχειρες

 
Ιδανικοί αυτόχειρες

Ενημερώθηκε: 11/11/16 - 21:07

Της Ευτυχίας Αδηλίνη

Αρθρογράφος: Ευτυχία Αδηλίνη

Η απόφαση της κυβέρνησης να προτείνει για πρόεδρο του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, τον Βύρωνα Πολύδωρα εκτός από σκοπιμότητα, ότι θα στρίμωχνε τη ΝΔ, καταδεικνύει και αδυναμία της κυβέρνησης να λύσει το συγκεκριμένο αυτό πρόβλημα. Και αυτό γιατί ήταν μάλλον αδύνατον να συμφωνήσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης στο πρόσωπο του Βύρωνα Πολύδωρα.

Ως εκ τούτου μάλλον, η κυβέρνηση επέλεξε να δημιουργήσει πρόβλημα στη ΝΔ παρά να οδηγηθεί σε λύση είναι η πιο πρόχειρη ανάγνωση. Μία δεύτερη είναι ότι η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός έχουν χάσει τη μπάλα γύρω από το θέμα των τηλεοπτικών αδειών και κάνουν το ένα λάθος μετά το άλλο. Μία τρίτη ανάγνωση είναι να οδηγηθούν τα πράγματα σε αδιέξοδο ώστε να μην συγκροτηθεί ποτέ ΕΣΡ. Αλλά αυτή η τρίτη εκδοχή ποιους εξυπηρετεί; Μάλλον κανέναν διότι πλέον όλοι πλήττονται από αυτή την ιστορία που τείνει να γίνει «γόρδιος δεσμός».

Βεβαίως, αν όντως η επιλογή του προσώπου του Βύρωνα Πολύδωρα, έγινε με σκοπιμότητα μάλλον έπεσε στο κενό καθώς το όνομα του απορρίφθηκε αμέσως από τη ΝΔ και επιπλέον ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ Κώστας Καραμανλής έσπευσε να διευκρινίσει ότι έχει να μιλήσει τρία χρόνια με τον Βύρωνα Πολύδωρα απαντώντας σε φήμες που ακούστηκαν ότι ο πρώην υπουργός τον ενημέρωσε τηλεφωνικά για την πρόταση που δέχτηκε.

Επιπλέον, τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης ήταν αδύνατον να συμφωνήσουν στο πρόσωπο του κ. Πολύδωρα καθώς ήταν μάλλον βέβαιο ότι θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις. Αντίθετα, εάν επιλέγονταν ένα άλλο πρόσωπο από το χώρο της ΝΔ με διείσδυση στα κόμματα της αντιπολίτευσης (και υπάρχουν τέτοια πρόσωπα) μάλλον θα οδηγούσε το πρόβλημα της συγκρότηση του ΕΣΡ προς εκτόνωση.

Τώρα και μετά από αλλεπάλληλα λάθη της κυβέρνησης, το παιχνίδι έχει περάσει στα χέρια της ΝΔ, η οποία καλείται να αποδείξει ότι έχει τη βούληση για επίλυση του προβλήματος και βεβαίως είναι μία «ευκαιρία» στο πολιτικό σύστημα να αποδείξει ότι μπορεί να κάνει πράξη τη συναίνεση και όχι μόνο να την ευαγγελίζεται και επί της ουσίας να την πυρπολεί. Βεβαίως γεννάται το ερώτημα. Γιατί η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός κάνει επιλογές που δεν τον οδηγούν στην επίλυση;

Εκτιμώ ότι στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών το λάθος ξεκίνησε από την αρχή και πλέον «ενός κακού μύρια έπονται». Καταρχήν, δυστυχώς το συγκριμένο θέμα κατέδειξε και καταδεικνύει ακόμη, ας ελπίσουμε όχι για πολύ, ότι το πολιτικό σύστημα τυπικά ευαγγελίζεται τη συναίνεση ουσιαστικά την πυρπολεί. Βεβαίως, η συναίνεση δεν είναι ευφυολόγημα. Είναι πολιτική πράξη. Και ως πολιτική πράξη χρειάζεται και τρόπο και χρόνο για να επιτευχθεί.

Με κινήσεις «ματ» και αλλεπάλληλες αντεγκλήσεις συναίνεση δεν επιτυγχάνεται. Επίσης η συναίνεση προϋποθέτει ότι δεν υπάρχουν πολιτικά κερδισμένοι και χαμένοι. Προϋποθέτει λύσεις σε προβλήματα που χρονίζουν και αφορούν το λαό και τη χώρα. Ως έτσι, λοιπόν, οι αρμόδιοι, δηλαδή το πολιτικό σύστημα, οφείλει να κάθεται στο τραπέζι επί ίσοις όροις.
Αντ' αυτών στο συγκεκριμένο θέμα έγιναν ότι δεν έπρεπε να γίνουν ώστε να μην οδηγηθεί το πρόβλημα σε λύση. Υπήρχε ένα δεδομένο. Ότι η θητεία του ανεξάρτητου Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου είχε λήξει προ πολλού και άρα έπρεπε να συγκροτηθεί καινούργιο.

Δυστυχώς, αυτό δεν κατέστη εφικτό. Και αυτό γιατί, και οι μεν και οι δε, το είδαν σαν αντιπαράθεση και όχι σαν κάτι που έπρεπε να γίνει με αμοιβαίες υποχωρήσεις και χωρίς πολιτικά «τετελεσμένα». Η συνέχεια γνωστή και τα όσα έγιναν ήταν ακριβώς τα μύρια ενός κακού.
Καταρχήν ο υπουργός Επικρατείας πήρε μία «ρισκαδόρικη» απόφαση να φτιάξει νόμο εκτός ΕΣΡ ο οποίος ελεγχόταν για την συνταγματικότητά του.

Το πρώτο, κατά τη γνώμη μου λάθος, ήταν που δεν περίμενε η κυβέρνηση την απόφαση του ΣτΕ. Αντί αυτού προχώρησε βιαστικά και εν πολλοίς πιεστικά στην υλοποίηση του διαγωνισμού με τα όσα έγιναν επί τριημέρου με τους επιχειρηματίες-καναλάρχες.

Δεύτερον, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και μέλη της κυβέρνησης έκαναν εκτιμήσεις για την απόφαση του ΣτΕ κάτι που, όπως αποδείχτηκε δεν ήταν σοφό.

Τρίτον, λίγες μέρες πριν την απόφαση ο κ. Παππάς κατέθεσε Νόμο για το «μαύρο» στα κανάλια που αποσύρθηκε βεβαίως αλλά εξόργισε, εμφανώς πίεσε πέραν του δέοντος, τους Δικαστές.

Τέταρτον, ο πρωθυπουργός αποφάσισε να συναντήσει την κυρία θάνου και λοιπούς δικαστές στο Μέγαρο Μαξίμου με τις γνωστές διαρροές ότι μίλησαν για τα επιδόματά τους κάτι που προκάλεσε αναστάτωση στο δικαστικό κλάδο και αλληλοκατηγορίες των μεν εναντίον των δε.

Πέμπτο, λίγες-ελάχιστες μέρες ο υπουργός κ. Παρασκευόπουλος θυμήθηκε!!!!!! Την καταγγελία που είχε στο συρτάρι του για τον αντιπρόεδρο του ΣτΕ και εμπλοκή του σε «ροζ» σκάνδαλο.

Μάλιστα, και επειδή τα πάντα είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο το όνομα του ανώτατου δικαστή και αντιπροέδρου τους ΣτΕ το έγραψε η εφημερίδα «Αυγή».

Μέσα σε αυτό το κλίμα, λοιπόν, συνεδρίασε το Συμβούλιο Επικρατείας για να πάρει απόφαση για έναν νόμο που εξ αρχής ελεγχόταν για την συνταγματικότητά του. Η συνέχεια γνωστή...

Προφανώς η κυβέρνηση υπέθεσε ότι στο «παιχνίδι» της πολιτικής με την νομοθετική εξουσία η εξίσωση γέρνει προς την πολιτική. Οι δηλώσεις Γεροβασίλη λίγη ώρα μετά την απόφαση, ήταν η απόδειξη ότι η κυβέρνηση δεν κατάλαβε τίποτα από το επικίνδυνο παιχνίδι που έκανε με τη δικαιοσύνη. Έτσι, αυτό που κατάφερε ήταν να εξοργίσει ακόμη περισσότερο το δικαστικό σώμα και να δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερο ρήγμα ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη δικαιοσύνη. Και δυστυχώς το παιχνίδι με τους θεσμούς ειδικά στις μέρες μας είναι ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι.

Με τούτα και με τα άλλα αντί ο στόχος να είναι η συγκρότηση του ΕΣΡ είναι το ποιος θα στριμώξει ποιόν ώστε να μην λύνεται τίποτα. Τώρα και μετά από όλη αυτή την περιπέτεια είναι στο χέρι της, της κυβέρνησης πρωτίστως, της αντιπολίτευσης δευτερευόντως και των υπολοίπων κομμάτων του δημοκρατικού τόξου να συμφωνήσουν σε ένα θέμα που εξ' ορισμού δεν ήταν και το «Κυπριακό». Όσο δεν συμφωνούν σε ένα τέτοιο θέμα τόσο οι πολίτες αμφιβάλουν και αμφισβητούν τα όποια ευφυολογήματα περί συναινέσεων.

Και έχοντας μπροστά μας τόσα προβλήματα οικονομικά και εθνικά, η συγκρότηση του ΕΣΡ μοιάζει« παρωνυχίδα» και δίνει το δικαίωμα στους πολίτες να λένε ότι το πολιτικό σύστημα μαλώνει σε... ξένο αχυρώνα και λύνει τις διαφορές του εις βάρος των πολιτών και της χώρας. Επιπλέον, εντείνει τις ανασφάλειες των πολιτών για την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης αφού στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών σε επίπεδο στρατηγικής και κινήσεων αποδεικνύονται «ιδανικοί αυτόχειρες».