Ο αναμενόμενος από μέρα σε μέρα απόπλους της φρεγάτας «ΥΔΡΑ» για την Ερυθρά Θάλασσα, προκειμένου να συμμετάσχει στην επιχείρηση “Prosperity Guardian”, για την προστασία των θαλάσσιων οδών επικοινωνίας και εμπορίου, ασφαλώς ανοίγει ένα καινούργιο κεφάλαιο στην υπερτρισχιλιετή, ένδοξη, ιστορία του Ελληνικού Στόλου.
Όχι τόσο από πλευράς συμμετοχής και μόνο, καθώς η Ελλάδα και η ελληνική ναυτιλία είναι από τις μεγαλύτερες και πιο σημαντικές παγκόσμιες δυνάμεις του χώρου και η εκεί στρατιωτική παρουσία της χώρας μας ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ για τους λόγους που αποσκοπεί η ίδια η επιχείρηση, αλλά – και πιο σημαντικό κατά την προσωπική μας άποψη – για καθαρώς επιχειρησιακούς λόγους και τα πλεονεκτήματα που θα κερδηθούν από μία τέτοια συμμετοχή «επί του πεδίου».
Και εξηγούμεθα ευθύς αμέσως, για να μην υπάρχουν διάφορες… «παρανοήσεις» από ορισμένους.
Ευκταίο είναι να υπάρχει διαρκής ειρήνη σε ολόκληρο τον κόσμο. Και στην πατρίδα μας ιδιαιτέρως.
Η τελευταία φορά που Έλληνας πολέμησε ήταν το 1974 στην Κύπρο. Από τότε ως σήμερα, για 50 χρόνια, σχεδόν δύο γενιές στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων δεν έχει ρίξει ντουφεκιά, δεν έχει μυρίσει κορδίτη, δεν έχει ακούσει τη σφαίρα να σφυρίζει πάνω από το χαράκωμα και όπως μου έλεγε μερικά χρόνια πιο πίσω, φίλος αξιωματικός διοικητής τάγματος «στο ποτάμι», στον Έβρο, «μου έρχονται στρατιώτες παιδιά που έχουν μεγαλώσει στις μεγαλουπόλεις και δεν ξέρουν τι θα πει φύση, τι θα πει ποτάμι, τι θα πει οι ήχοι που κάνουν τα διάφορα ζώα που ζουν εκεί». Βέβαια, μαθαίνουν γρήγορα, αλλά το παράδειγμα, ίσως λίγο ακραίο, παρουσιάζει όμως μια κατάσταση, όπου τα παιδιά μας – και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων παιδιά μας είναι – ζουν σε μία διαρκή περίοδο, πολυετούς ειρήνης, που έχει και αυτή τις όποιες «επιπτώσεις» της σε αυτές.
Αντίθετα, στη γειτονική Τουρκία, οι δικές της Ένοπλες Δυνάμεις και η Στρατοχωροφυλακή, έχουν αποκτήσει σωρευτικά τις τελευταίες δεκαετίες πολύτιμες ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ εμπειρίες, κυρίως στο εσωτερικό της Τουρκίας στον ανταρτοπόλεμο κατά των μαχητών του ΡΚΚ, αλλά και στο εξωτερικό (Συρία, Λιβύη, Αζερμπαϊτζάν, Αφγανιστάν κλπ). Όπου υπάρχει πρόβλημα η Τουρκία εμφανίζεται και δηλώνει «παρούσα», ασχέτως αν η ίδια αποτελεί μέρος του προβλήματος, στις περισσότερες των περιπτώσεων. Το θέμα δεν μας νοιάζει τι κάνει η Τουρκία πολιτικά/διπλωματικά, αλλά την πραγματική πολεμική εμπειρία που έχουν αποκτήσει χιλιάδες μόνιμα κυρίως αλλά και στρατεύσιμα στελέχη της. Με κόστος βέβαια, αλλά η κτηθείσα εμπειρία είναι ΠΟΛΥΤΙΜΗ. Και μεταλαμπαδεύεται και στους νεότερους σώζοντας άλλες ζωές. Έτσι είναι αυτά τα πράγματα.
Εμείς, αντιθέτως, όπου υπάρχουν θέματα, δηλώνουμε παρόντες, αλλά ουσιαστικώς απόντες, αφήνοντας τους άλλους συμμάχους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα, και αναλαμβάνοντας πάντα αποστολές – «θελήματα», ήτοι περιπολίες σε ακίνδυνους τομείς, μεταφορές με τα φορτηγά και συνοδείες φαλάγγων, διεύθυνση του διεθνούς αεροδρομίου στην Καμπούλ κλπ. Όταν μία φορά μας ζητήθηκε να στείλουμε δύο επιθετικά ελικόπτερα Απάτσι και δύο μεταφορικά Σινούκ, κάναμε τον «Γερμανό» και σφυρίζαμε αδιάφορα. Μου έλεγε τότε ανώτατος αξιωματικός σε off-the-record συζήτησή μας, ότι χιλιοπαρακαλούσε τον τότε ΥΕΘΑ για να στείλουμε τον κόσμο που έτσι θα αποκτούσε μία πολύτιμη πολεμική εμπειρία και συμμετοχή, ακόμα και αν δεν έριχνε ούτε σφαίρα, όπως μας έλεγε χαρακτηριστικώς για να προσθέσει: «Και μόνο ότι μπαίνεις στο ελικόπτερό σου ξέροντας ότι πας σε πολεμική επιχείρηση είναι εμπειρία ΠΟΛΥΤΙΜΗ για έναν επαγγελματία στρατιωτικό. Είναι άλλο πράγμα αυτό, και άλλο πράγμα η συμμετοχή σε ασκήσεις ή οι βολές στις ασκήσεις».
Αυτά ως προς το «χθες». Στο «σήμερα» τώρα.
Όπως έχει καταδειχθεί με τον πλέον πασιφανή τρόπο τόσο στον πόλεμο στην Ουκρανία, όσο και στον πόλεμο του Ισραήλ με τους τρομοκράτες της Χαμάς και της Χεσμπολάχ, στη Λωρίδα της Γάζας και στα σύνορα με τον Λίβανο, έχουν προκύψει σημαντικότατες εξελίξεις στην «τέχνη του Πολέμου» και γενικότερα των στρατιωτικών επιχειρήσεων, όπου τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη κάθε είδους (UAV, drones, αναγνωριστικά, επιθετικά κλπ) αποτελούν πλέον μία κυρίαρχη συνιστώσα αυτών των επιχειρήσεων που ξεφεύγει τελείως από τα μέχρι σήμερα γνωστά και παραδοσιακώς ακολουθητέα για δεκαετίες.
Επιπλέον δε, που για μας τους Έλληνες είναι ακόμα πιο ανησυχητικό, είναι το γεγονός ότι η Τουρκία, που εξακολουθεί να αποτελεί την ΜΟΝΗ και ΚΥΡΙΑ απειλή για τη χώρα μας, διαπρέπει σε αυτό το νέο είδος πολεμικής δράσεως, όπου έχει επιτελέσει τεράστια βήματα, με εγχώρια παραγωγή και εξαγωγές UAV/Drones σε όλο τον κόσμο, ενώ εμείς, ακόμα είμαστε στα…σχέδια!
Η απειλή λοιπόν για την παγκόσμια ναυτιλία και εμπόριο έχει τη μορφή των επιθέσεων που οι Χούθι από την Υεμένη εκτοξεύουν εναντίον εμπορικών πλοίων με Μη Επανδρωμένα Αεροοχήματα ή τηλεκατευθυνόμενα μικρά σκάφη.
Ακριβώς για το λόγο αυτό θα μεταβεί και το ελληνικό σκάφος στην περιοχή προκειμένου δηλαδή να συμμετάσχει στην αντιμετώπιση μίας καινούργιας ασύμμετρης απειλής, που όμως είναι πολύ πιθανόν να αντιμετωπίσουμε στο εγγύς ή απώτερο μέλλον και εμείς στο Αιγαίο από τους Τούρκους.
Ήδη σε αυτήν την απειλή και τρόπο επιχειρήσεως προσαρμοσμένη, η ελληνική φρεγάτα, εκτός όλων των άλλων, έχει εφοδιαστεί – ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ – και για πρώτη φορά θα δοκιμαστούν επιχειρησιακώς «εν τοις πράγμασιν», με το νέο τηλεκατευθυνόμενο ελικόπτερο αναγνωρίσεως S-100, που έχει αποκτήσει και δοκίμαζε στο Κοτρώνι, ενώ για πρώτη επίσης φορά ανέπτυξε σε χρόνο ρεκόρ κατασκευή ελληνικής εταιρείας για την αντιμετώπιση των μικρών drones (πιθανότατα τα οκτακόπτερα) μέχρις αποστάσεως περίπου 2 χιλιομέτρων από το πλοίο. Όλα αυτά, εκτός από το πλήρωμα, το ελικόπτερο S-70B Aegean Hawk και την ομάδα των κομάντος της Διοικήσεως Ειδικού Πολέμου (ΔΕΠ), θα δοκιμαστούν επιχειρησιακά σε «πολεμικές συνθήκες και ετοιμότητες» αποκτώντας πολύτιμες εμπειρίες, ενώ οι επιτελικοί, τόσο του Πολεμικού Ναυτικού, όσο και γενικότερα του ΓΕΕΘΑ, υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο του οποίου, θα τελεί, μέσω του Αρχηγείου Στόλου, το σκάφος, θα έχουν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να γράψουν, να ξαναγράψουν, να συμπληρώσουν ή να διορθώσουν εγχειρίδια και τακτικές αναφορικώς με τέτοιου είδους επιχειρήσεις, αποτελώντας έτσι ένα πολύτιμο «σχολείο» και για τα επόμενα σκάφη που θα ακολουθήσουν, ή για τις επόμενες παρόμοιες απειλές που τυχόν θα κλιθούν να αντιμετωπίσουν, οπουδήποτε!
Όποιος δεν βλέπει ότι παρέχεται μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, πέραν όλων των άλλων επίσης πραγματικών πολιτικών, διπλωματικών, οικονομικών λόγων, για πραγματική, άκρως ρεαλιστική εκπαίδευση του προσωπικού του ΠΝ και γενικότερα των Ενόπλων Δυνάμεων σε μία σύγχρονη απειλή, που σε λίγο καιρό θα αντιμετωπίζουμε στο Αιγαίο, τότε – λυπάμαι που θα το πω - «πλανάται πλάνην οικτράν»!