Στις 1 Οκτωβρίου 331 π.Χ., που θεωρείται από όλους τους ιστορικούς μία συμβατική, κατά προσέγγιση ημερομηνία, σημειώθηκε η τρίτη αποφασιστική μάχη και νίκη του Έλληνα Μακεδόνα Στρατηλάτη Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά του Βασιλέα των Περσών Δαρείου, μετά τις αντίστοιχες θριαμβευτικές για τους Έλληνες μάχες στο Γρανικό ποταμό και την Ισσό.
Με τη Μάχη των Γαυγαμήλων, το σημερινό Tel Gomel της επαρχίας Μοσούλης του Ιράκ, το 331 π.Χ., ο Αλέξανδρος το «τρία στα τρία» υπερισχύοντας τρεις φορές, σε ισάριθμες μάχες, του κατά πολύ υπέρτερου Περσικού στρατού του Βασιλιά Δαρείου Γ’, κάμπτοντας για τελευταία φορά κάθε αντίσταση και ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την πλήρη κατάληψη της Αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών.
Πριν τη μάχη των Γαυγαμήλων, ο Αλέξανδρος κατείχε όλα τα παράλια της Ανατολικής Μεσογείου, έχοντας εξουδετερώσει πλήρως τον περσικό στόλο, έχοντας έτσι εξασφαλίσει τα νώτα του και όντας απολύτως έτοιμος για το επόμενο βήμα: Την εκστρατεία στο εσωτερικό της Ασίας, προς τη Μεσοποταμία, την καρδιά της περσικής αυτοκρατορίας, τη Μεσοποταμία!
Ο χώρος διεξαγωγής της μάχης των Γαυγαμήλων, ήταν περίπου 30 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Μοσούλης, στην ημιαυτόνομη περιοχή του Ιρακινού Κουρδιστάν.
Σύγχρονοι ιστορικοί και μελετητές υπολογίζουν ότι για τη μάχη των Γαυγαμήλων παρατάχθηκαν 47.000 Έλληνες και 87-100.000 Πέρσες, ενώ στο κέντρο της περσικής παρατάξεως τάχθηκαν 200 σκυθικά δρεπανηφόρα άρματα, ακριβώς πίσω τους ο Δαρείος με την βασιλική του ακολουθία και δεξιά και αριστερά του παρατάχθηκαν 10.000 «Αθάνατοι», οι οποίοι αποτελούσαν και την προσωπική του φρουρά. Πέρα από αυτούς, είχαν παραταχθεί διαδοχικά οι πιο σημαντικοί από τους Σατράπες της αυτοκρατορίας του, με τα δικά τους στρατιωτικά σώματα έκαστος εξ αυτών. Τέλος, στα άκρα της παρατάξεως είχε τοποθετηθεί το περσικό ιππικό, αποτελούμενο από Σκύθες, Ινδούς και Βάκτριοι, ενώ πολύ μεγάλος ήταν και ο αριθμός των τοξοτών. Αξιοσημείωτο ήταν και το γεγονός ότι στην περσική παράταξη βρίσκονταν και «πολεμικοί» ελέφαντες.
Όταν ο Αλέξανδρος είδε για πρώτη φορά τους Πέρσες, δέχτηκε τις εισηγήσεις των συμβούλων και στρατηγών του να τους επιτεθεί αμέσως και να τους αιφνιδιάσει. Ο Στρατηγός του όμως ο Παρμενίων επέμεινε πως δεν θα ήταν συνετό να κάνει μία τέτοια κίνηση, αλλά πρώτα να πραγματοποιήσει μία αναγνώριση αυτής της τελείως άγνωστης περιοχής, τις φυσικές και τεχνητές της δυσκολίες και να πληροφορηθεί όσα περισσότερα στοιχεία μπορούσε για την εχθρική παράταξη, επιμένοντας ότι θα έπρεπε να γίνουν όλα αυτά, προτού ξεκινήσει η μάχη.
Ευτυχώς, ο Αλέξανδρος άκουσε την εισήγηση του Παρμενίωνα, δίνοντας ταυτόχρονα διαταγή να μείνουν εκεί που ήταν, να λάβουν όμως διάταξη μάχης, κατασκευάζοντας περιχαρακωμένο στρατόπεδο για το σκοπό αυτό. Ο ίδιος παίρνοντας μαζί του εκ των ιππέων του, τους ψιλούς και τους εταίρους, προχώρησε σε αναγνωρίσεις του εχθρού, ώστε να έχει έτσι ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ εικόνα της καταστάσεως των Περσών.
Όταν επέστρεψε, ο Παρμενίων εισηγήθηκε να επιτεθεί στους Πέρσες νύχτα, κάτι όμως που ο Αλέξανδρος αρνήθηκε και πήγε να κοιμηθεί στη σκηνή του.
Το πρωί της μάχης, λέγεται ότι ο Αλέξανδρος κοιμήθηκε τόσο βαριά από την κούραση, ώστε ο Παρμενίων εισήλθε τρεις φορές στη σκηνή του για να τον ξυπνήσει!
Από ελληνικής πλευράς, ο Αλέξανδρος παρέταξε το στρατό του, που αποτελείτο από 40.000 πεζούς και 7.000 ιππείς, σε δύο σειρές, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρχει δυνατότητα υπερφαλαγγίσεώς τους από του Πέρσες.
Την κρίσιμη στιγμή της μάχης, ο Αλέξανδρος επιτέθηκε κατευθείαν στο κέντρο της περσικής παρατάξεως, εναντίον του ίδιου του Δαρείου, γύρω από τον οποίο και για την προστασία του, διεξήχθη σφοδρή σύγκρουση του ελληνικού ιππικού και των Περσών ιππέων.
Ταυτοχρόνως όμως επιτέθηκε και η φημισμένη Μακεδονική φάλαγγα, πυκνά συντεταγμένη, προτείνοντας τις φοβερές σάρισσες, ασκώντας έτσι αφόρητη πίεση στην περσική διάταξη. Τότε ακριβώς τα καλύτερα στρατεύματα του Δαρείου, που βρίσκονταν στα πλευρά του κέντρου της παρατάξεώς του τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας έτσι τον Πέρση βασιλέα εκτεθειμένο. Τη στιγμή αυτή ο Δαρείος θεωρώντας ότι ο προσωπικός κίνδυνος που διέτρεχε, είχε αυξηθεί κατακόρυφα, διέταξε το άρμα του να στρέψει προς τα πίσω και έτσι ετράπη και αυτός σε άτακτη φυγή!
Εκτιμάται ότι περισσότεροι από 30.000 άνδρες του Δαρείου σκοτώθηκαν στη μάχη, ενώ από ελληνικής πλευράς οι απώλειες υπολογίζονται σε 100 έως 500 νεκρούς συνολικώς! Αμέτρητα περσικά λάφυρα περιήλθαν στην κατοχή των Ελλήνων, μεταξύ των οποίων, τα όπλα και το προσωπικό άρμα του Δαρείου, οι 15 ινδικοί ελέφαντες, που τελικώς δεν χρησιμοποιήθηκαν στη μάχη, χιλιάδες ιπποειδή, χρήματα, τρόφιμα και κάθε είδους εφόδια.
Έτσι τέλειωσε η μεγαλύτερη και πιο σημαντική μάχη της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που έπληξε ανεπανόρθωτα το γόητρο των Περσών και του ίδιου του Δαρείου, ο οποίος κατέστη ένας φυγάς και τελικώς έπεσε θύμα συνομωσίας εναντίον του με επικεφαλής τον σατράπη της Βακτριανής τον Βήσσο.
Από την πλευρά του ο Αλέξανδρος αναγορεύτηκε σε βασιλέα και των Περσών, δεν κυνήγησε τον Δαρείο στις ορεινές περιοχές, παρέμεινε στα πεδινά και κατευθύνθηκε κατευθείαν για την πολύφερνη Βαβυλώνα!