Δεν θα είναι απαραίτητη μια τέταρτη δόση εμβολίου κατά του κορωνοϊού, σε περίπτωση καθιέρωσης στη Γερμανία υποχρεωτικού εμβολιασμούμε τρεις δόσεις ως μέτρο αντιμετώπισης της πανδημίας, δήλωσε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Rheinische Post ο Γερμανός υπ. Υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ.
«Όποιος έχει ήδη λάβει τρεις δόσεις εμβολίων mRNA ή παρόμοιο, αποτελεσματικό εμβόλιο θα διαθέτει στο μέλλον επαρκή ανοσοποίηση» ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Υγείας και επιδημιολόγος. Υπογράμμισε μάλιστα ότι ισχύον εμβολιαστικό σχήμα με τρεις δόσεις «θα ικανοποιούσε κάθε προϋπόθεση στο πλαίσιο ενός υποχρεωτικού εμβολιασμού».
Ο Καρλ Λάουτερμπαχ διευκρίνισε ωστόσο ότι η συζήτηση περί υποχρεωτικού εμβολιασμού στην ουσία αφορά την «υποχρέωση απόδειξης του εμβολιασμού» και ότι σε καμία περίπτωση οι γιατροί θα υποχρεούνται «να πείσουν ή να αναγκάσουν ασθενείς να εμβολιαστούν. Δεν θα υπάρξει εξαναγκασμός σε εμβολιασμό».
Στο κόκκινο νοσοκομεία - Noσούν γιατροί και νοσηλευτές
Την ίδια ώρα ο γερμανικός Ιατρικός Σύλλογος Marburger Bund προειδοποιεί ότι βάσει της σημερινής εικόνας της πανδημίας, στις αρχές Φεβρουαρίου τα γερμανικά νοσοκομεία θα μπορούσαν να φτάσουν σε εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. H πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Σουζάνε Γiόνα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας ότι πολλά νοσοκομεία ενδέχεται να φτάσουν στα όριά τους, αυτή τη φορά όχι λόγω ελλείψεων σε τεχνικά μέσα ή αναπνευστήρες αλλά εξαιτίας των μαζικών απουσιών γιατρών και νοσηλευτών που νοσούν οι ίδιοι από κορωνοϊό και βρίσκονται σε καραντίνα.
Ενδιαφέρον, τέλος, προκαλεί συνέντευξη στη γερμανική ραδιοφωνία DLF του διάσημου καθηγητή Επιδημιολογίας στην Πανεπιστημιακή Κλινική Charité του Βερολίνου, Κρίστιαν Ντρόστεν, στην οποία μεταξύ άλλων προειδοποιεί ότι η μετάλλαξη Όμικρον δεν αποκλείεται να γίνει πιο επιθετική στο μέλλον.
Όπως χαρακτηριστικά δηλώνει, δεν πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι η μετάλλαξη Όμικρον θα συνεχίσει να εμφανίζει ήπια εικόνα, ενώ ενδεχομένως θα μπορούσε να εμφανιστεί νέα υβριδική μετάλλαξη τόσο μεταδοτική όσο η μετάλλαξη Όμικρον και τόσο θανατηφόρα όσο η Δέλτα.
Πηγή: DW - Δήμητρα Κυρανούδη