Ένα από τα θέματα που απασχολεί τους Έλληνες έχει να κάνει με την παρουσία μεγάλων πληθυσμών από μωβ μέδουσες κοντά σε πολλές παράκτιες περιοχές της Ελλάδας.
Το συγκεκριμένο ζήτημα έχει πολυεπίπεδες επιπτώσεις καθώς προβληματίζει τους λουόμενους, δημιουργεί σοβαρές επιπτώσεις σε τοπικές οικονομίες, ενώ θα πρέπει να υπάρχει ειδική διαχείριση εφόσον κάποιος έρθει σε άμεση επαφή με μία μωβ μέδουσα.
Το larissanet συνομίλησε με τον Δημήτρη Βαφείδη, καθηγητή Θαλάσσιας Βιοποικιλότητας και Πρόεδρο του Τμήματος Γεωπονίας, Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ο οποίος παραθέτει τις αιτίες που οδήγησαν σε πληθυσμιακή έκρηξη τις μωβ μέδουσες, παρουσιάζει τις εκτιμήσεις του σχετικά με την πορεία του φαινομένου, ενώ δίνει απάντηση στο ερώτημα αν υπάρχει πιθανότητα για «δεύτερο κύμα» σε παράκτιες περιοχές. Παράλληλα, μιλά για όσα θα πρέπει να περιλαμβάνει η αντιμετώπιση του λουόμενου σε περίπτωση που δεχθεί τσίμπημα από μωβ μέδουσα.
Υψηλές θερμοκρασίες και υπεραλίευση
«Είναι ένα φαινόμενο, το οποίο ξεκίνησε πριν από ένα μήνα με την απότομη άνοδο της θερμοκρασίας. Αυτό το φαινόμενο ήταν σχετικά ασυνήθιστο παλαιότερα, τις τελευταίες δεκαετίες όμως παρατηρούνται υψηλές θερμοκρασίες τον Μάιο. Αυτή η κατάσταση σε συνδυασμό με την υπεραλίευση των μεγάλων θηρευτών – τόνοι, παλαμίδες, ξιφίες – οδηγεί στο αποτέλεσμα να έχουμε αυτές τις πληθυσμιακές εκρήξεις», σημειώνει.
Σε ό,τι αφορά στις περιοχές που αντιμετωπίζουν, για την ώρα, το πιο οξύ πρόβλημα ο Δ. Βαφείδης αναφέρει την Αττική, τις Κυκλάδες, μωβ μέδουσες εμφανίστηκαν σε Χαλκιδική, Κορινθιακό, ενώ υπάρχουν στοιχεία και για περιοχές του Ιόνιου Πελάγους. «Αυτές οι εμφανίσεις δεν είναι χρονικά τοποθετημένες την ίδια στιγμή σε όλες τις περιοχές. Η πληθυσμιακή έκρηξη σχετίζεται αποκλειστικά με τοπικούς παράγοντες και έχει σαν αποτέλεσμα περιοχές να εκδήλωσαν το φαινόμενο στις αρχές του Μαΐου, ενώ άλλες στα μέσα, στο τέλος του περασμένου μήνα ή στις αρχές Ιουνίου» τονίζει ο Καθηγητής Θαλάσσιας Βιοποικιλότητας και προσθέτει ότι «ο πιο σημαντικός παράγοντας είναι η αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας». Μάλιστα αναφέρει το στοιχείο ότι συνάδελφοί του επισήμαιναν πως στα μέσα Μαΐου καταγράφηκε θερμοκρασία επιφανειακών νερών στο Θερμαϊκό που έφτανε τους 26 βαθμούς, «είναι κάτι ιδιαίτερα ασυνήθιστο για την εποχή. Αυτή η υψηλή θερμοκρασία διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή, οπότε υπάρχει και υστέρηση στην εκδήλωση του φαινόμενου με τις μωβ μέδουσες σε διαφορετικά σημεία στον ελλαδικό χώρο» τονίζει.
Εκτιμήσεις για την εξέλιξη του φαινομένου
Παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι εκτιμήσεις που κάνει ο Δ. Βαφείδης σχετικά με την περαιτέρω πορεία που θα έχει το φαινόμενο με τις μωβ μέδουσες, ενώ δίνει απάντηση στο ενδεχόμενο εμφάνισης δεύτερου κύματος μέσα στο φετινό καλοκαίρι: «Αυτή η πληθυσμιακή έκρηξη ακολουθείται από μια απότομη πτώση. Είναι δεδομένο ότι οι κλιματολογικές συνθήκες θα αλλάξουν. Είναι δεδομένο ότι θα ενταθεί η κυματική δράση. Γιατί αυτό που βλέπουμε και αυτό που αντιλαμβανόμαστε – κάτι που είναι ενοχλητικό στον τουρισμό και σε όλη την παράκτια οικονομική δραστηριότητα – αφορά στις μωβ μέδουσες όταν πλησιάζουν στις ακτές. Αυτό οφείλεται κυρίως στη νηνεμία, όπως και στα ρεύματα που φέρνουν τις μέδουσες προς την ακτή. Όταν αλλάξει ο καιρός – δηλαδή όταν αρχίσει η έντονη κυματική δράση που είναι χαρακτηριστική στις αρχές Ιουλίου – τότε θα δούμε όντως μια εκτόνωση του φαινομένου. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μέδουσες θα εξαφανιστούν άμεσα. Το γεγονός πάντως είναι ότι η πληθυσμιακή έκρηξη θα εκτονωθεί ξεκάθαρα. Παράλληλα, όμως, δεν αποκλείεται να υπάρξει επανάληψη του φαινομένου την χρονική περίοδο που παραδοσιακά το βλέπαμε όλα τα χρόνια. Δηλαδή βλέπαμε αυτές τις πληθυσμιακές εκρήξεις κατά τις υψηλές θερμοκρασίες του Ιουλίου και του Αυγούστου, όχι όμως τον Μάιο».
Συμπερασματικά ο Καθηγητής Θαλάσσιας Βιοποικιλότητας υπογραμμίζει: «Τέλη Ιουνίου – αρχές Ιουλίου θα δούμε μια εκτόνωση του φαινομένου και ελπίζουμε να μην επαναληφθεί αυτό με την επόμενη άνοδο της θερμοκρασίας που θα έχουμε στα μέσα Ιουλίου και τον Αύγουστο,χρονική περίοδο κατά την οποία παραδοσιακά εμφανίζονται αυτές οι πληθυσμιακές εκρήξεις… Δεν είναι απίθανο να υπάρξει και ένα δεύτερο κύμα».
Κρίσιμο είναι το ερώτημα αν υπάρχουν τρόποι να αποσοβηθούν φαινόμενα αντίστοιχα με αυτά που καταγράφονται στη χώρα και έχουν στο επίκεντρο τις μωβ μέδουσες: «Δυστυχώς όχι. Έχουν χρησιμοποιηθεί στη Δυτική Μεσόγειο δίχτυα συλλογής έξω από τουριστικές μονάδες αλλά είναι μια πανάκριβη επένδυση και με πολύ μικρό αποτέλεσμα, οπότε θα λέγαμε με μεγάλη ασφάλεια ότι οι τρόποι παρέμβασης αφήνονται στη Φύση».
Ο ίδιος σημείωσε ότι πρέπει να αποφεύγουμε με οποιονδήποτε τρόπο την επαφή με τις μωβ μέδουσες. «Η περιέργεια αποτελεί κακό σύμβουλο. Είναι όμορφα ζώα αλλά κρύβουν όλα αυτά τα συμπτώματα τα οποία μας επιβάλλουν να προστατευτούμε».
Πώς αντιμετωπίζεται το τσίμπημα
Πλέον η συζήτηση με τον κ. Βαφείδη αφορά στις επώδυνες συνέπειες που αντιμετωπίζει όποιος υποστεί το τσίμπημα από μια μωβ μέδουσα, όπως και τους τρόπους αντιμετώπισης της κατάστασης: «Αυτοί οι οργανισμοί περιέχουν μια εξειδικευμένη ομάδα κυττάρων, τα κνιδοκύτταρα. Αυτά τα κύτταρα μόλις ερεθιστούν – μηχανικά ή χημικά – εκτοξεύουν μικροσκοπικά ακόντια. Τα μικροσκοπικά ακόντια εισβάλουν στον ξενιστή – εισβάλουν δηλαδή στο θύμα – και ανάλογα με την τοξίνη που περιέχουν μπορεί να προκαλέσουν μια σειρά από επιπτώσεις. Οι μωβ μέδουσες περιέχουν μια νευροτοξίνη, της οποίας το χαρακτηριστικό είναι ότι έχει πάρα πολύ χαμηλό pH, δηλαδή είναι σαν να ρίχνουμε οξύ. Και αυτό είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο για εκείνες τις ομάδες, οι οποίες είναι ευπαθείς. Μιλάμε για παιδιά και ηλικιωμένους. Σ’ αυτές θα πρέπει να προστεθούν και όλοι αυτοί που έχουν μια ευπάθεια σε αλλεργικά σοκ ή σε αλλεργιογόνα», τονίζει.
Το τσίμπημα προκαλεί φλεγμονή, ένα τοπικό πρήξιμο και τοπική αύξηση της θερμοκρασίας. Παράλληλα, προκαλεί έκρηξη της ισταμίνης, η οποία μπορεί να είναι τόσο έντονη που θα προκαλέσει αλλεργικό σοκ. Γι’ αυτό και στο συνολικό πρήξιμο από την έκρηξη της ισταμίνης χορηγούμε αντισταμινικά.
«Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, η πρώτη κίνηση που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιορίσουμε την φλεγμονή με την τοποθέτηση παγωμένου νερού ή παγοκύστης ή πάγου. Να πέσει η φλεγμονή και στη συνέχεια να καθαρίσουμε όσο μπορούμε με πιο ελαφρύ τρόπο. Να φύγουν τα υπολείμματα από τα ακόντια – τα οποία έτσι και αλλιώς δεν τα βλέπουμε – κάνοντας έναν τοπικό καθαρισμό, μια τοπική πλύση και στη συνέχεια να βάλουμε κάτι που να εξουδετερώσει το οξύ και δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μαγειρική σόδα. Δυο σταγόνες μαγειρικής σόδας σε μια κουταλιά είναι αρκετές για να γίνει κάτι σαν κρέμα και αυτήν την κρέμα την βάζουμε επάνω στο σημείο. Παράλληλα, συνιστάται και η χρήση αντισταμινικών. Από εκεί και πέρα αν υπάρχουν πιο έντονα συμπτώματα (ναυτίες, πονοκέφαλοι, εμετοί κ.α.) θα πρέπει να απευθυνθούμε σε ειδικό», υπογραμμίζει.
Ο Καθηγητής Θαλάσσιας Βιοποικιλότητας δίνει τις δικές του συμβουλές με στόχο την προστασία των λουόμενων: «Το πρώτο και το πιο σημαντικό είναι όταν δούμε τις μωβ μέδουσες θα πρέπει να τις αποφεύγουμε. Συνάμα,αυτό που βλέπουμε δεν είναι όλη η εικόνα. Αυτοί οι οργανισμοί βρίσκονται και σε μεγαλύτερα βάθη που ενδεχομένως να μην έχουμε οπτική επαφή. Να νομίζουμε, δηλαδή, ότι βρισκόμαστε σε μια περιοχή σχετικά καθαρή και να δεχθούμε επίθεση ή να πέσουμε επάνω τους. Εκείνο που θέλει μεγάλη προσοχή – όταν τις εντοπίσουμε – είναι το γεγονός ότι θα πρέπει να αποφεύγουμε τον χώρο, θα πρέπει να αποφεύγουμε την περιοχή. Δεν θα πρέπει να ‘ρθούμε σε επαφή μαζί τους. Δεν θα πρέπει να τις βγάλουμε από το νερό. Δεν θα πρέπει έξω από το νερό, όταν θα τις δούμε, να τις πλησιάσουμε γιατί τα κύτταρα αυτά εξακολουθούν να έχουν τη δραστικότητά τους. Από εκεί και πέρα οι λουόμενοι μπορούν να έχουν στοιχειώδη εφόδια μαζί τους – σε περίπτωση που κάποιο μέλος της οικογένειας προσβληθεί από αυτά τα συμπτώματα – κάποιο αντισταμινικό ή μαγειρική σόδα και όλα αυτά προληπτικά».
Κλείνοντας, ο Δημήτρης Βαφείδης τονίζει: «Να αποφεύγουμε με οποιονδήποτε τρόπο την επαφή με τις μωβ μέδουσες. Η περιέργεια αποτελεί κακό σύμβουλο. Είναι όμορφα ζώα αλλά από την άλλη πλευρά κρύβουν όλα αυτά τα συμπτώματα τα οποία μας επιβάλλουν να προστατευτούμε».