Σφοδρή είναι η κριτική που ασκεί το περιοδικό Foreign Affairs στον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με αφορμή τη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου την οποία χαρακτηρίζει ως «αυθάδη πράξη πολιτικής καταστολής».
Συγκεκριμένα ,στο άρθρο με τίτλο «η Τουρκία είναι τώρα δικτατορία» το αμερικανικό περιοδικό σημειώνει ότι το σχέδιο του Τούρκου προέδρου για να βγάλει τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης από το παιχνίδι ήταν «υπολογισμένο και εμπεριστατωμένο», αφού της σύλληψής του με κατηγορίες περί διαφθοράς και τρομοκρατίας είχε προηγηθεί η ανάκληση του πτυχίου του από το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης - απόφαση που αν επικυρωθεί θα θέσει εκτός προεδρικής κούρσας τον Ιμάμογλου, ενώ οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο Ιμάμογλου μπορούν να του στοιχίσουν και τον δημαρχιακό θώκο της οικονομικής πρωτεύουσας της Τουρκίας.
Όπως αναφέρει η συντάκτρια του άρθρου, Γκιονούλ Τολ, ανώτερη συνεργάτιδα του Think Tank «Μiddle East Institute», που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, ο Ερντογάν εδώ και χρόνια παραμέριζε δυνητικά επικίνδυνους αντιπάλους και χειραγωγούσε τους κρατικούς θεσμούς για να εξασφαλίσει εκλογικά πλεονεκτήματα για το κόμμα του, αλλά μέχρι τώρα η αντιπολίτευση μπορούσε να κατεβάζει υποψήφιους που θα τον αμφισβητούσαν. Αλλά με την επιχείριση εξουδετέρωσης του Ιμάμογλου, στο πρόσωπο του οποίου το CHP έβλεπε τον άνθρωπο που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει στα ίσα τον Ερντογάν, «η κυβέρνηση έχει ξεπεράσει τη γραμμή που χωρίζει το αυταρχικό σύστημα της Τουρκίας από μια πλήρη αυτοκρατορία ρωσικού τύπου, όπου ο πρόεδρος επιλέγει τους αντιπάλους του και οι εκλογές είναι καθαρά για το θεαθήναι».
Η πορεία του Ερντογάν προς την μονοκρατορία
Από το 2003 κρατά στα χέρια του τις τύχες της Τουρκίας -πρώτα ως πρωθυπουργός και εν συνεχεία ως πρόεδρος - ο Ερντογάν έχει διαλύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας εδραιώνοντας τον έλεγχό του σε ένα σύστημα μονοκρατορίας.
Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, που ο Ερντογάν συνέδεσε με τους Γκιουλενιστές, έθεσε υπό την εξουσία του το δικαστικό σώμα αντικαθιστώντας χιλιάδες δικαστές με δικούς του ανθρώπους, που επικυρώνουν τις κινήσεις του για καταστολή των αντιφρονούντων, φιμώνοντας τα ΜΜΕ -πλέον άνω του 90% ανήκουν σε φιλοκυβερνητικές επιχειρήσεις - και φυλακίζοντας ανεξάρτητους δημοσιογράφους.
Επίφαση δημοκρατίας
Αν και διεξάγονται εκλογές στην Τουρκία, το σύστημα λειτουργεί με μια επίφαση δημοκρατίας, που ευνοεί το AKP. Αντιπολιτευόμενα κόμματα είναι μεν ενεργά, ενίοτε δε υποψήφιοί τους επικρατούν σε αναμετρήσεις, αλλά η κυβέρνηση Ερντογάν ελέγχει το δικαστικό σώμα, φιμώνει τα ανεξάρτητα ΜΜΕ και χρησιμοποιεί τους κρατικούς θεσμούς ως όπλο για να αποδυναμώσει τους αντιπάλους.
Μολαταύτα η κυριαρχία του Ερντογάν παραμένει ευάλωτη στο βαθμό που υποψήφιοι της αντιπολίτευσης μπορούν να την αμφισβητήσουν στις κάλπες. Συνήθως κερδίζει με μικρή διαφορά, όπως στις προεδρικές εκλογές του 2023 όπου επικράτησε του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου αποσπώντας ποσοστό 52%. Ενίοτε έχει καταφύγει και σε πιο ακραία μέτρα για να διασφαλίσει το προβάδισμα του ίδιου και του κόμματός του, όπως στις δημοτικές εκλογές του 2019 στην Κωνσταντινούπολη, όπου αμφισβήτησε τη νίκη του Ιμάμογλου και οι Αρχές ακύρωσαν το αποτέλεσμα και διέταξαν επανάληψη των εκλογών- για να επικρατήσει εκ νέου ο υποψήφιος του CHP.
Ωστόσο, όπως σημειώνει το άρθρο του Foreign Affairs, η πιο επικίνδυνη τακτική του Ερντογάν είναι να στέλνει στη φυλακή τους ισχυρότερους αντιπάλους του, όπως ο χαρισματικός πρώην συμπρόεδρος του απαγορευμένου από τις τουρκικές Αρχές φιλοκουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP) Σελαχατίν Ντεμιρτάς, ο οποίος από το 2016 παραμένει φυλακισμένος. Και ο Ιμάμογλου είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση το 2022 κατηγορούμενος για προσβολή εκλογικών αξιωματούχων, αλλά η υπόθεση εκκρεμεί στο εφετείο.
Άμεση απειλή για τον Ερντογάν ο Ιμάμογλου
Τον τελευταίο χρόνο ο Ερντογάν απομάκρυνε αρκετούς εκλεγμένους δημάρχους που ανήκουν σε κόμματα της αντιπολίτευσης και τους αντικατέστησε με διορισμένους από την κυβέρνησή του, ενώ στο σταυρόνημα των εισαγγελέων έχουν μπει δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακόμη και ο κορυφαίος επιχειρηματικός όμιλος της Τουρκίας.
«Αλλά η σύλληψη του Ιμάμογλου συνιστά σημαντική κλιμάκωση», αναφέρει το άρθρο, αφού οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, διαφθορά και συνδρομή τρομοκρατικής ομάδας (PKK) είναι πολύ πιο σοβαρές και επομένως έχουν πολύ μεγαλύτερες συνέπειες από τις κατηγορίες στην εκκρεμή υπόθεσή του το 2022. Και σε αντίθεση με τον Ντεμιρτάς, ο οποίος ήταν μεν δημοφιλής αλλά παρέμενε υποψήφιος ενός τρίτου κόμματος, ο Ιμάμογλου αποτελεί άμεση απειλή για την προεδρία του Ερντογάν.
Ο Ερντογάν αντιγράφει τον Πούτιν
Για την συντάκτρια του άρθρου προκειμένου να φθάσει στον στόχο του, δηλαδή την παραμονή του στην προεδρία, ο Ερντογάν ακολουθεί τα βήματα του Βλαντίμιρ Πούτιν. Στα πρώτα χρόνια της εξουσίας του η Ρωσία δεν ήταν το αυστηρά ελεγχόμενο απολυταρχικό καθεστώς που είναι σήμερα, η οικονομία της ευημερούσε και ο Πούτιν ήταν όντως δημοφιλής και ανεχόταν κάποιες αντιπολιτευόμενες φωνές.
Αλλά όταν σταμάτησε η ανάπτυξη της ρωσικής οικονομίας στον απόηχο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008 και ξέσπασαν αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, ο Πούτιν απάντησε με μέτρα καταστολής. Το 2020 εδραίωσε τον έλεγχό του με τροποποιήσεις του Συντάγματος, που του επιτρέπουν να παραμένει στο τιμόνι της Ρωσίας μέχρι το 2036, ενώ το καθεστώς του ενέτεινε τις συλλήψεις και τη φίμωση αντιφρονούντων, όπως του Αλεξέι Ναβάλνι.
Οι εκλογές στη Ρωσία είναι εικονικές, αφού αποκλείονται όλοι όσοι θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν τον Πούτιν και επιτρέπεται η συμμετοχή σε ελάχιστους προσεκτικά επιλεγμένους για να συντηρείται η ψευδαίσθηση του ανταγωνισμού.
Κι όπως στην περίπτωση του Ρώσου προέδρου ο Ερντογάν ενέτεινε την καταστολή καθώς υποχωρούσε η δημοτικότητά του, ειδικά στις τάξεις των νέων, πολλοί εκ των οποίων απογοητευμένοι από τις αυταρχικές πολιτικές του, σκέφτονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό.
Πονοκέφαλος η πορεία της οικονομίας
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον Ερντογάν είναι η ασθμαίνουσα οικονομία της Τουρκίας, καθώς η χώρα παλεύει με τον πληθωρισμό εδώ και μια επταετία.
Μετά από χρόνια ανορθόδοξων πολιτικών που υποστήριζε ο Ερντογάν και οι οποίες επιδείνωσαν την κρίση κατά την άποψη πολλών οικονομολόγων, ένας νέος υπουργός Οικονομικών εγκατέλειψε την παλιά προσέγγιση, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να επανεκκινήσει την οικονομία.
Ο κορυφαίος επιχειρηματικός όμιλος της χώρας, η Τουρκική Ένωση Βιομηχανίας και Επιχειρήσεων, επέκρινε ανοιχτά το νέο οικονομικό πρόγραμμα, για να δεχθεί τα πυρά το Ερντογάν ότι υπονομεύει την κυβέρνηση. Στο μεταξύ η δημοτικότητα του Τούρκου προέδρου έχει δεχθεί πλήγματα, κάτι που φάνηκε και στις δημοτικές εκλογές του περασμένου χρόνου, όπου το κυβερνών κόμμα υπέστη τις μεγαλύτερες ήττες στην ιστορία του.
Ο Ερντογάν θέλει να ανακτήσει τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης
Η καταστολή που εξαπέλυσε ο Ερντογάν τον τελευταίο χρόνο αποσκοπεί στο να φρενάρει αυτή την ανοδική πορεία της αντιπολίτευσης και του Ιμάμογλου, ο οποίος σόκαρε το 2019 το κυβερνών κόμμα αλώνοντας τον δήμο της Κωνσταντινούπολης, που ήλεγχε το AKP επί ένα τέταρτο του αιώνα - έναν δήμο που είχε χρησιμοποιήσει ως εφαλτήριο για την ανάρρησή του στην εξουσία ο Ερντογάν.
Με την επανεκλογή του πέρυσι ο Ιμάμογλου απέδειξε ότι μπορεί να αναμετρηθεί στα ίσια με τον Ερντογάν, λόγος για τον οποίο το CHP ετομαζόταν να τον χρίσει σε δύο μέρες προεδρικο του υποψήφιο. Αλλά αν επικυρωθεί η ακύρωση του πτυχίου του, θα αποκλειστεί αυτομάτως από την κούρσα, ενώ με τις κατηγορίες περί τρομοκρατίας κινδυνεύει να χάσει τον δημαρχιακό θώκο. «Ο Ερνογάν δεν θέλει απλώς να προστατέψει την προεδρία, θέλει και να ανακτήσει την Κωνσταντινούπολη», σχολιάζει το άρθρο του Foreign Affairs, σημειώνοντας την τεράστια σημασία που είχαν για το σύστημα Ερντογάν οι οικονομικοί πόροι του μεγαλύτερου αστικού κέντρου της Τουρκίας, τους οποίους χρησιμοποιούσε επί δεκαετίες για το πελατειακό του δίκτυο. Η ανάκτησή της Κωνσταντούπολης θα μπορούσε να βοηθήσει τον Ερντογάν να διατηρήσει σε εποχές οικονομκής δυσχέρειας σε λειτουργία τον πολιτικό του μηχανισμό.
Κινήσεις υψηλού πολιτικού ρίσκου
Οι κινήσεις κατά του Ιμάμογλου εμπεριέχουν υψηλό πολιτικό ρίσκο για τον Ερντογάν. Αν τεθεί εκτός μάχης ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, ο Τούρκος πρόεδρος θα αντιμετωπίσει στις επόμενες εκλογές αντίπαλο της επιλογής του, διασφαλίζοντας στην πράξη την ισόβια εξουσία του. Ο ίδιος φαίνεται να πιστεύει ότι μπορεί να ενεργεί ατιμωρητί κι ίσως έχει δίκιο, αφού η αντιπολίτευση και οι πολιτικοί θεσμοί στερούνται των μέσων για να τον περιορίσουν. Και παρά την οργή πολλών στην Τουρκία, η κοινή γνώμη αισθάνεται ότι δεν μπορεί να κάνει και πολλά, αφού την τελευταία φορά που ο Ερντογάν αντιμετώπισε μαζικές διαδηλώσεις το 2013, απάντησε με βαίη καταστολή.
Ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται και τη διεθνή συγκυρία καθώς με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο δεν φοβάται αμερικανικά αντίποινα. Τα ανοίγματα του προέδρου των ΗΠΑ προς τον Πούτιν τρόμαξαν τους Ευρωπαίους ηγέτες, που δείχνουν σε κάποιο βαθμό ανεκτικοί έναντι του Ερντογάν προκειμένου να εξασφαλίσουν ως σύμμαχο την Τουρκία έναντι της ρωσικής επιθετικότητας.
Αλλά είναι όντως ακλόνητη η θέση του Ερντογάν στην Τουρκία; Η απόπειρά του το 2019 να βγάλει εκτός παιχνιδιού τον Ιμάμογλου του γύρισε μπούμερανγκ, αφού στις επαναληπτικές εκλογές για τον δήμο της Κωνσταντινούπολης ο υποψήφιος του CHP επικράτησε με μεγαλύτερη διαφορά, καθώς πολλοί ψηφοφόροι εξοργίστηκαν με την παρέμβαση της κυβέρνησης, αναφέρει το άρθρο.
Και καταλήγει: «μπορεί ο Ερντογάν να φιλοδοξεί να είναι σαν τον Πούτιν, αλλά η Τουρκία δεν είναι Ρωσία. Σε αντίθεση με τη Ρωσία, που διαθέτει πλούτο φυσικών πόρων, η οικονομία της Τουρκίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ξένες επενδύσεις. Οι επενδυτές ήδη φεύγουν καθώς η χώρα γίνεται πιο αυταρχική και μια διολίσθηση στην πλήρη απολυταρχία δύσκολα θα τους επαναφέρει. Η τουρκική οικονομία θα παρέμενε βυθισμένη στην κρίση. Και ακόμη και ένας τύραννος πρέπει να παρουσιάσει αποτελέσματα για να διατηρήσει τον έλεγχο της εξουσίας».