Ήταν 20 Ιουλίου του 1974 όταν η τουρκική εισβολή στην Κύπρο χάραζε για πάντα την ιστορία της Ελλάδας και γινόταν ο επιθανάτιος ρόγχος της χούντας των συνταγματαρχών. Τα γεγονότα που προκάλεσε η εισβολή του Αττίλα στην μαρτυρική Μεγαλόνησο κατέδειξε το κενό εξουσίας που υπήρχε και την αποσάθρωση του κράτους μετά από 7 χρόνια στον «γύψο».
Η γενική επιστράτευση που κηρύχτηκε στις 21 Ιουλίου, μία ημέρα μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ήταν χαώδης και ανοργάνωτη και κατέδειξε την τραγική κατάσταση που βρισκόταν ο , μετά από επτά χρόνια . Η κυβέρνηση Ανδρουτσόπουλου, που ήταν υποχείριο του «αόρατου δικτάτορα» Δημητρίου Ιωαννίδη, ήταν ανίκανη να πάρει σοβαρές αποφάσεις. Έτσι, η προσφυγή στους πολιτικούς ήταν μονόδρομος για τη στρατιωτική ηγεσία της χώρας.
Η αντίστροφη μέτρηση έχει ξεκινήσει και το πρωί της 23ης Ιουλίου, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος και οι αρχηγοί του Στρατού, αντιστράτηγος Ανδρέας Γαλατσάνος, Ναυτικού, αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης και Αεροπορίας, αντιπτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου, σε σύσκεψη με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη διατύπωσαν την άποψη ότι είναι επιτακτική ανάγκη η ανάθεση της διακυβέρνησης της χώρας στους πολιτικούς.
Στη συνέχεια, ο Γκιζίκης κάλεσε τον Ιωαννίδη και του ανακοίνωσε την απόφαση της ηγεσίας του στρατεύματος, χωρίς αυτός να αντιδράσει. Στις 23 Ιουλίου οι στρατιωτικοί που είχαν καταλάβει βιαίως την εξουσία της Ελλάδας παραδίδουν τα κλειδιά στους . Οι άνθρωποι που είχαν τεθεί στο περιθωρίο, είχαν φυλακιστεί και είχαν υποστεί διώξεις, τώρα έπρεπε να οδηγήσουν την χώρα στο μέλλον της. Την Μεταπολίτευση.
Έτσι γράφτηκε η πρώτη σελίδα της νέας πολιτικής ιστορίας στην Ελλάδα
Αμέσως κλήθηκαν από τον σημαίνουσες πολιτικές προσωπικότητες της προδικτατορικής περιόδου. Στη σύσκεψη συμμετείχαν οι αρχηγοί των δύο μεγαλυτέρων Παναγιώτης Κανελλόπουλος της ΕΡΕ και Γεώργιος Μαύρος της «Ενώσεως Κέντρου», καθώς και οι Ευάγγελος Αβέρωφ, Σπύρος Μαρκεζίνης, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Στέφανος Στεφανόπουλος, Πέτρος Γαρουφαλλιάς και Ξενοφών Ζολώτας. Ήταν η αρχή ενός πολιτικού θρίλερ που κράτησε ώρες, αλλά είχε σαν νικητή αυτόν που ήθελε η μοίρα να οδηγήσει την Ελλάδα στην νέα λαμπρή σελίδα της πολιτικής της ιστορίας.
Αρχικά στη σύσκεψη αποφασίστηκε ο σχηματισμός πολιτικής κυβέρνησης υπό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, ο οποίος έλαβε προθεσμία έως τις 8 το βράδυ να ανακοινώσει τη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου. Εν τω μεταξύ, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, που προέκρινε τη λύση Καραμανλή, ήλθε σε επαφή με τον πρώην πρωθυπουργό, που ζούσε αυτοεξόριστος στο Παρίσι από το 1963, και του ζήτησε να επιστρέψει το ταχύτερο δυνατό στην Ελλάδα. Στις 6:30 το απόγευμα, ο Αβέρωφ, με υπόδειξη του Γκιζίκη, τηλεφώνησε στον Κανελλόπουλο και του ανακοίνωσε την άρση της εντολής που του είχε ανατεθεί.
<p>
Έρχεται ο Κ. Καραμανλής
Στις 8 το βράδυ οι πολιτικοί αρχηγοί συναντήθηκαν για ακόμη μια φορά και επικύρωσαν την απόφαση για την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον .
Ο Πρόεδρος της Βαλερί Ντ' Εστέν διέθεσε το προσωπικό του αεροπλάνο για την άμεση επιστροφή του Καραμανλή, ο οποίος αφίχθη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 2 το πρωί της 24ης Ιουλίου κι έγινε δεκτός από ένα τεράστιο πλήθος πολιτών, που τον χαιρετούσε κυριολεκτικά ως ελευθερωτή. Στις 4 το πρωί, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ορκίστηκε πρωθυπουργός από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σεραφείμ, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη. Η Ελλάδα περνούσε σε μια νέα εποχή.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συναισθανόμενος το βάρος του καθήκοντος που αναλάμβανε φρόντισε να διατηρήσει τις ισορροπίες ορίζοντας στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο της , πολιτικά πρόσωπα της δεξιάς και του κέντρου. Η Αριστερά παραμένει ακόμα παράνομη, την ίδια στιγμή που πολλοί φιλοχουντικοί παραμένουν σε καίριες θέσεις του κρατικού μηχανισμού.
Στο πρώτο κεφάλαιο της Μεταπολίτευσης ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θέλει να οδηγήσει την χώρα στον στόχο της Εθνικής Ενότητας. Μόλις ορίστηκε η κυβέρνηση Καραμανλή, αμέσως μετά ανακοινώθηκαν τα πρώτα μέτρα για την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Κατάργηση του στρατοπέδου της Γυάρου, απόλυση όλων των κρατουμένων, αμνήστευση όλων των πολιτικών αδικημάτων και απόδοση της ιθαγένειας στους πολίτες από τους οποίους την είχε στερήσει η δικτατορία του 1967.
Στις άμεσες επιδιώξεις της κυβέρνησης συμπεριλαμβάνονταν επίσης η αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας και η διαμόρφωση κλίματος εθνικής ενότητας, η αποδιοργάνωση του πλέγματος εξουσίας της δικτατορίας και η αποκατάσταση του πολιτικού ελέγχου στο στράτευμα, η προετοιμασία για τη διενέργεια εκλογών και η αντιμετώπιση της κρίσης στην Κύπρο.
Η νομιμοποίηση του ΚΚΕ
Ο Μακεδόνας πολιτικός δεν άλλαξε σελίδα μόνο στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας, αλλά έθεσε και τις βάσεις για μια νέα σχολή σκέψης στο δημόσιο βίο. Θέλει και επιτυγχάνει την νομιμοποίηση του και των αριστερών κομμάτων με τους δικούς του όρους.
Στις 23 Σεπτέμβρη 1974 ανακοινώνεται η υπογραφή νομοθετικού διατάγματος για την νομιμοποίηση του ΚΚΕ και η ταυτόχρονη κατάργηση του διαβόητου 509, με τον οποίο διώχτηκαν, βασανίστηκαν, εξορίστηκαν και εκτελέστηκαν χιλιάδες κομμουνιστές, ενώ 80.000 ακόμα είχαν υποχρεωθεί να εγκαταλείψουν τη χώρα και να ζήσουν ως πολιτικοί πρόσφυγες στις σοσιαλιστικές χώρες. Δύο μέρες μετά, στις 25 Σεπτέμβρη 1974, κυκλοφορεί το πρώτο νόμιμο φύλλο του «Ριζοσπάστη».
Το δάκρυ του για την Μακεδονία
Η αγάπη του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την ευαίσθητη περιοχή της δεν σταμάτησε ούτε στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ενώ ήταν από τους πρώτους πολιτικούς στη χώρα που είχε αντιληφθεί τον κίνδυνο των και τον φόβο να καπηλευτούν την σπουδαία ιστορία του τόπου.
Το 1992 ανεβαίνοντας στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, είχε βουρκώσει δημόσια όταν ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους για το όνομα της Μακεδονίας.
Χαρακτηριστικά ο «Εθνάρχης» τότε είχε δηλώσει δακρυσμένος σκορπώντας ρίγη συγκίνησης πως η Μακεδονία είναι ελληνική, στέλνοντας μήνυμα στον τότε ηγέτη των σκοπιανών Γκλιγκόροφ.