Κατά την προσφώνησή του στο δείπνο προς τιμήν του προέδρου της Πορτογαλικής Δημοκρατίας κ. Μαρτσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουζα, στο Προεδρικό Μέγαρο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, τόνισε χαρακτηριστικά ότι "δεν εννοείται ένταξη κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν προηγουμένως δεν έχει επιλύσει, την όποια διαφορά έχει με οιοδήποτε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης".
Σημείωσε, επίσης, ότι, οφείλουμε να προστατεύσουμε την Ευρώπη της Δημοκρατίας, των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της Δικαιοσύνης από τα επικίνδυνα μορφώματα λαϊκισμού -ή ακόμη και υπολείμματα - τα οποία υπονομεύουν ευθέως τα θεμέλια του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος.
Αναλυτικά η προσφώνηση του ΠτΔ:
Κύριε Πρόεδρε, Αγαπητέ Φίλε Marcelo,
Με ιδιαίτερη χαρά σας υποδέχομαι, και πάλι, στην Αθήνα. Και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η Ελλάδα σας ανταποδίδει στο ακέραιο -όπως άλλωστε το δικαιούσθε κατ’ αξίαν- την αγάπη και την εκτίμηση που και εσείς, αποδεδειγμένα, τρέφετε ειλικρινώς έναντι της Χώρας μας και του Λαού μας. Πολλώ μάλλον όταν, ως κορυφαία πολιτική και πνευματική προσωπικότητα στην Ευρώπη, διατηρείτε, σ’ όλη σας την πολιτική και επιστημονική διαδρομή, άρρηκτους δεσμούς, μέσω του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού και όχι μόνον, με την Ελλάδα και την Δημοκρατική και Πολιτιστική της κληρονομιά.
I. Προς αυτή την κατεύθυνση συντείνει και το, ιστορικώς τεκμηριωμένο, γεγονός ότι οι Λαοί μας, οι Έλληνες και οι Πορτογάλοι, οι Πορτογάλοι και οι Έλληνες, μοιραζόμαστε, ως μέλη της μεγάλης Ευρωπαϊκής Οικογένειας, τον ίδιο Ευρωπαϊκό Πολιτισμό και, επέκεινα, τα ίδια Ανθρωπιστικά ιδεώδη. Πέραν τούτων οι Λαοί μας, ιδίως μεσ’ από την ανά τους αιώνες μεγάλη ναυτική τους παράδοση, έχουν ως κοινό σημείο το ανοιχτό και δημιουργικό πνεύμα, το οποίο τους έχει επιτρέψει, παρά τις αντιξοότητες και τα εμπόδια, να κατέχουν την δική τους, περίοπτη, θέση όχι μόνο στο πλαίσιο της κοινής Ευρωπαϊκής μας Εστίας αλλά και στο πλαίσιο της Διεθνούς Κοινότητας εν γένει.
II. Εκείνο όμως που μας «δένει» περισσότερο, ως Λαούς και ως Έθνη, μέσα μάλιστα στην σημερινή κρίσιμη διεθνώς συγκυρία, είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι είμαστε συνειδητοποιημένοι και συνεπείς Ευρωπαίοι, πιστοί στις αρχές και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.
Α. Το αποδείξαμε και προσφάτως, όταν με τεράστιες θυσίες -ορισμένες από τις οποίες μάλιστα δεν οφείλονται σε δικά μας λάθη- οι Λαοί μας ακολούθησαν, με αταλάντευτη αποφασιστικότητα, τον Ευρωπαϊκό τους δρόμο, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη. Και τούτο συνέβη όταν, την ίδια περίοδο, άλλοι Εταίροι μας είτε δυστροπούν, αδίκως και αδικαιολογήτως, να επιτελέσουν τα ευρωπαϊκά τους καθήκοντα είτε, ακόμη χειρότερα, εγκαταλείπουν το σκάφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποκλειστικώς και μόνο στη βάση στείρων οικονομικών υπολογισμών.
Β. Αυτή η υποδειγματική συνέπεια ως προς την τήρηση των ευρωπαϊκών μας καθηκόντων επιτρέπει στους Λαούς μας να διεκδικούν τον ρόλο που τους αναλογεί, στο πλαίσιο της αποστολής υπεράσπισης του κοινού Ευρωπαϊκού μας Οράματος. Που δεν είναι άλλο από την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, μεσ’ από την δημιουργία μιας ομοσπονδιακού τύπου Ευρωπαϊκής Ένωσης, βασισμένης στις αρχές και τις αξίες της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Διότι εμείς, οι Έλληνες και οι Πορτογάλοι, οι Πορτογάλοι και οι Έλληνες, γνωρίζουμε καλά ότι μόνον αυτή η Ολοκλήρωση θα επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Ένωση να διαδραματίσει τον ρόλο της έναντι των Λαών της, αλλά και τον ρόλο που ιστορικώς της ανήκει σε πλανητικό επίπεδο. Ήτοι τον ρόλο της εμπέδωσης, παγκοσμίως, των αρχών και αξιών της Ειρήνης, του Ανθρωπισμού, της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης, ιδίως δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
III. Μέσα σ’ αυτό το πεδίο του ρόλου που αναλογεί στους Λαούς μας, για την υπεράσπιση του κοινού Ευρωπαϊκού μας Οράματος, βασικές μας προτεραιότητες πρέπει να είναι οι ακόλουθες:
Α. Πρώτον, οφείλουμε να υπερασπισθούμε την Ευρώπη της Δημοκρατίας, των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της Δικαιοσύνης και, κατά κύριο λόγο, της Κοινωνικής Δικαιοσύνης, όπως ταιριάζει στον Ευρωπαϊκό μας Πολιτισμό. Τονίζω μ’ έμφαση αυτή την παράμετρο του Ευρωπαϊκού μας Οράματος διότι, όπως απέδειξαν οι εκλογές σε πολλά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά το 2017, μέσα στην Ευρώπη «φυτρώνουν» επικίνδυνα μορφώματα λαϊκισμού -ή ακόμη και υπολείμματα ναζισμού- τα οποία υπονομεύουν ευθέως τα θεμέλια του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος και επιδιώκουν, απροκαλύπτως μάλιστα, τη διάλυσή του. Η κυριότερη δε αιτία γέννησης και επιβίωσης των μορφωμάτων αυτών είναι οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, οι οποίες απειλούν με ρήξη τον κοινωνικό ιστό των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα και η Πορτογαλία έχουν πικρή εμπειρία επ’ αυτού. Και ο πιο αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης των ως άνω μορφωμάτων είναι η οικοδόμηση ενός ισχυρού Κοινωνικού Κράτους Δικαίου, σύμφυτου με τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση πολιτικών ουσιαστικής και βιώσιμης ανάπτυξης, ικανής ν’ αυξάνει επαρκώς το ΑΕΠ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ανάπτυξη η οποία, υπό τους όρους αυτούς, υψώνει ανάχωμα και έναντι της άκρως διαβρωτικής κρίσης χρέους, η οποία βρίσκεται επί θύραις για την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της, ιδίως δε για την Ευρωζώνη.
Β. Δεύτερον, οφείλουμε να υπερασπισθούμε τον Άνθρωπο και τον Ανθρωπισμό, ως αξίες που συνθέτουν πυλώνες, κυριολεκτικώς, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Και το πεδίο που προσφέρεται σήμερα προς τούτο είναι το, υπαρξιακό για τον αξιακό και δημοκρατικό κώδικα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Προσφυγικό ζήτημα. Καθένας γνωρίζει και αναγνωρίζει -και όχι μόνο στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης- ότι η Ελλάδα, πιστή και στη δική της μεγάλη Δημοκρατική και Πολιτιστική Κληρονομιά, έχει αντιμετωπίσει τους πρόσφυγες όπως ταιριάζει στις αρχές της υπεράσπισης της αξίας και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του Ανθρώπου. Το αυτό έχει, προς τιμήν της, πράξει και η Πορτογαλία. Γι’ αυτό οι δύο Λαοί μας δικαιούνται να διαμηνύουν, με ειλικρίνεια, προς ορισμένους Εταίρους μας που, δυστυχώς, επιδεικνύουν φοβικά -κατά την επιεικέστερη έκφραση- σύνδρομα έναντι των προσφύγων, ότι ο σεβασμός τους και η τήρηση των αρχών του Ανθρωπισμού και της Αλληλεγγύης απέναντί τους είναι ουσιώδες κριτήριο του κατά πόσον ένα κράτος αξίζει να φέρει τον, άκρως τιμητικό, τίτλο του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γ. Τέλος, τρίτον, οφείλουμε να υπενθυμίζουμε προς κάθε κράτος, το οποίο φιλοδοξεί να γίνει μέλος της Μεγάλης Ευρωπαϊκής Οικογένειας, ότι οιαδήποτε ενταξιακή προοπτική του εξαρτάται από την πιστή τήρηση του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου. Συνακόλουθα δε -αφού τούτο το επιβάλλει ευθέως το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο- αφενός από την πιστή εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου στο σύνολό του και, αφετέρου, από τον πλήρη σεβασμό των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Είναι δε αυτονόητο ότι δεν νοείται ένταξη κράτους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν προηγουμένως δεν έχει επιλύσει, πάνω στις βάσεις που προαναφέρθηκαν, την όποια διαφορά έχει με οιοδήποτε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με αυτές τις σκέψεις υψώνω το ποτήρι μου και εύχομαι σ’ Εσάς υγεία, δύναμη και επιτυχία για την εκπλήρωση της αποστολής σας. Και στον Φίλο Πορτογαλικό Λαό εύχομαι, εκ μέρους του Ελληνικού Λαού, ευημερία και δημιουργία, ώστε να κατακτήσει το ιστορικό μέλλον που του αναλογεί και του ταιριάζει.