Τρία 24ωρα απέμειναν ως την δημοσιοποίηση από την Eurostat των οικονομικών μεγεθών της Ελλάδας, όπως επιβάλλει η Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, και ειδικά του περισσότερο «φλέγοντος» που είναι το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2015. Τα μεγέθη που θα δημοσιοποιηθούν θα δείξουν το εάν, κατά πόσο και τι είδους μέτρα θα απαιτηθούν ως πρόσθετα, πέραν των συμφωνηθέντων. Ακόμη όμως και αν δεν προκύψει τέτοια ανάγκη, θα παραμένουν ως ενδεχόμενο τα «μέτρα έκτακτης ανάγκης» όπως συνέστησε την περασμένη Παρασκευή το «Ουάσιγκτον κλαμπ» (εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του ESM, του προέδρου του Eurogroup Γ. Ντάισελμπλουμ, των υπουργών οικονομικών Γαλλίας, Γερμανίας και του επικεφαλής του euro working group Τ. Βίζερ) στην περίπτωση κατά την οποία δεν επιτευχθούν οι στόχοι.
Η λήψη «μέτρων ανάγκης» στην ουσία σημαίνει δύο πράγματα:
Πρώτον, «βαπτίζει το κρέας, ψάρι» αφού τυπικώς δεν θα υπογραφούν στην συμφωνία της πρώτης αξιολόγησης πρόσθετα μέτρα, όμως θα υπάρξει «οψιόν» λήψης τους αν δεν επιτευχθούν οι στόχοι. Στην περίπτωση αυτή η Αθήνα θα βρεθεί στριμωγμένη καθώς με την παραμικρή απόκλιση στους εισπρακτικούς στόχους ή στις δαπάνες θα σέρνεται για άλλα δυόμιση χρόνια η «μετρολογία». Κάτι που θα αποθαρρύνει τους πάντες, από τους απλούς φορολογούμενους πολίτες που θα νιώθουν συνεχώς την απειλή νέων φόρων και τους συνταξιούχους που θα απειλούνται με περικοπές, μέχρι τους επενδυτές.
Δεύτερον, στην Ουάσιγκτον υπήρξε κατά την διάρκεια της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας επικράτηση των θέσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου έναντι των Ευρωπαίων. Τυπικά, η Αθήνα θα υπογράψει για να κλείσει η αξιολόγηση, μέτρα ύψους 5,4 δισ. ευρώ, ουσιαστικά όμως η «οψιόν» των «μέτρων ανάγκης» θα ανεβάζει τον πήχη μεταξύ 8,1 δισ. ευρώ και 9 δισ. ευρώ με τα πρόσθετα 2,7 με 3,6 δισ. ευρώ να βαφτίζονται ως «προαιρετικά».
Και για να παραμείνουν «προαιρετικά» θα πρέπει να συμβούν δύο τινά:
είτε να μην υπάρξουν αστοχίες στους προϋπολογισμούς του 2016, του 2017 και του 2018, κάτι που θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο χωρίς πρόσθετα μέτρα ή αποτελεσματικές παρεμβάσεις, όπως λ.χ. στο μέτωπο της φοροδιαφυγής,
είτε να υπάρξει σημαντική ελάφρυνση του χρέους όπως έχουν αρχίσει πλέον να προτείνουν ανοικτά ακόμη και γερμανικά think tanks και MME.
Υπενθυμίζεται ότι στην λύση των «έκτακτων μέτρων» αναφέρθηκε δημοσίευμα της «Wall Street Journal» σύμφωνα με το οποίο οι δανειστές εξετάζουν την υπογραφή επιπλέον μέτρων, ύψους περίπου 3 δισ. ευρώ, τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή στην περίπτωση που δεν επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι, σε μία προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ. Η λύση με τα «έκτακτα μέτρα» φαίνεται σύμφωνα με τις ανταποκρίσεις από την Ουάσιγκτον να κερδίζει έδαφος καθώς θεωρείται το πιο εφικτό σενάριο για να καλυφθούν οι διαφορές μεταξύ Ευρωπαίων και Ταμείου, αν και υψηλόβαθμη ευρωπαϊκή πηγή ανέφερε πως το δημοσίευμα της WSJ ότι τα πρόσθετα μέτρα θα αντιστοιχούν σε 3 δισ. ευρώ «δεν είναι ορθό, καθώς ακόμη δεν έχουν συζητηθεί αριθμοί». Από ελληνικής πλευράς τηρείται στάση αναμονής ενόψει ολοκλήρωσης αξιολόγησης και eurogroup χωρίς να αποκλείεται η υιοθέτηση της πρότασης.
Σημειώνεται ότι η άποψη της ΕΕ είναι πως η Ελλάδα οφείλει να λάβει μέτρα που να αντιστοιχούν στο 3% του ΑΕΠ (5,4 δισ. ευρώ) προκειμένου να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018, με το ΔΝΤ να επιμένει να ζητά μέτρα τουλάχιστον 4,5% του ΑΕΠ (8,1 δισ. ευρώ) με 5% του ΑΕΠ (9 δισ. ευρώ) για την επίτευξη του ίδιου στόχου.
Το ΔΝΤ εκτιμά για το περυσινό πρωτογενές αποτέλεσμα πως ανήλθε σε έλλειμμα 0,6% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση από την πλευρά της κάνει λόγο για πρωτογενές πλεόνασμα 0,2% του ΑΕΠ, έναντι στόχου για έλλειμμα 0,25%, κάτι που μεταφράζεται σε όφελος 830 εκατ. ευρώ.
Με δεδομένες αυτές τις διαφορές, ουσιαστικά η Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή θα λειτουργήσει την Πέμπτη ως «διαιτητής» μεταξύ των θεσμών, δεδομένου ότι θα προσδιορίσει επί τη βάσει τεκμηριωμένων στοιχείων τα ακριβή δεδομένα τόσο για το βάθος της ύφεσης το 2015 όσο και για το οριστικό κλείσιμο του περυσινού προϋπολογισμού.
Αναφορικά με την ύφεση, υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα η Handelsblatt ανέφερε σε δημοσίευμά της πως η Eurostat έχει υπολογίσει ότι το ΑΕΠ της Ελλάδας συρρικνώθηκε κατά 0,3% το 2015, όπως δήλωσαν υψηλόβαθμοι διπλωμάτες της Ε.Ε. στην γερμανική εφημερίδα.