Ρυθμούς ανάπτυξης που θα μπορούσαν να υπερβούν το 3%, υπό προϋποθέσεις, προβλέπει για την ελληνική οικονομία ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρας.
Ωστόσο για εφέτος η ΤτΕ εκτιμά ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί κατά 1,9%, ενώ το 2020 ο ρυθμός αύξησης θα ξεπεράσει το 2%.
Μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο πανεπιστήμιο Yale στις ΗΠΑ, ο κ. Στουρνάρας κάλεσε την Κυβέρνηση να εφαρμόσει ταχύτατα το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που έχει εξαγγείλει προκειμένου να περιοριστούν οι μελλοντικοί κίνδυνοι και να αντιμετωπιστούν οι εναπομείνασες προκλήσεις και οι παρενέργειες που έχει προκαλέσει η κρίση, όπως για παράδειγμα η μείωση των επενδύσεων κατά 67,5 δισ. ευρώ την περίοδο 2010 -16.
Άλλωστε, όπως υπογράμμισε ο ίδιος, η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αποτελεί υποχρέωση στην οποία δεσμεύεται η Ελλάδα στο πλαίσιο της ενισχυμένης επιτήρησης, καθώς και προϋπόθεση για την ενεργοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά "αυξημένη αξιοπιστία πολιτικής μέσω της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και την απεμπλοκή των ήδη εγκεκριμένων επενδυτικών σχεδίων θα αυξήσουν την εμπιστοσύνη της αγοράς στις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας". Επανέλαβε, δε, την ανάγκη να περιοριστεί το πρωτογενές πλεόνασμα στον Προϋπολογισμό, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι "η συστηματική υπέρβαση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια επετεύχθη χάρη στην περικοπή των δημόσιων επενδύσεων και των υψηλών φόρων οι οποίοι όμως έχουν επιβραδύνει τη δυναμική ανάπτυξης της οικονομίας, μειώνοντας ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, οδηγώντας σταδιακά στη συρρίκνωση της φορολογικής βάσης και της εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών."
Αναφερόμενος στο πρόβλημα των , ανέφερε ότι η επιτάχυνση της μείωσης των Μη Εξυπηρετούμενων δανείων μέσω της υιοθέτησης μιας συστημικής λύσης θα βελτιώσει τις συνθήκες χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά καθώς και της εμπιστοσύνης της αγοράς και θα επιταχύνει τις επενδύσεις και τους ρυθμούς ανάπτυξης.
Υπό τις παραπάνω συνθήκες, όπως είπε, διευκολύνεται η επαναφορά των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική βαθμίδα, ανοίγοντας συνακόλουθα ο δρόμος για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Μία τέτοια εξέλιξη σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ θα περιόριζε ακόμη περαιτέρω το κόστος δανεισμού για την ελληνική οικονομία, ενισχύοντας έτσι την ανάπτυξη και βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους.