Τα «κόκκινα» δάνεια είναι μια ομολογουμένως πονεμένη ιστορία. Όχι μόνο για τα τραπεζικά χαρτοφυλάκια αλλά και για τους ίδιους τους τραπεζο-υπαλλήλους που αισθάνονται εργασιακή ομηρία και αβεβαιότητα λόγω του ότι τα συστημικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καλούνται να «ξεφορτώσουν» τους ισολογισμούς τους από το… περιττό εργασιακό κόστος. Εξού και τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου που τρέχουν ήδη οι τράπεζες.
Ωστόσο οι παροικούντες τηνδεν συμμερίζονται την απαισιόδοξη πλευρά του νομίσματος. Αντιθέτως, στέκονται στο παράθυρο ευκαιρίας που ανοίγεται –σύμφωνα πάντα με τους ειδικούς– για επενδυτές και εργαζόμενους στο μετατραπεζικό τοπίο της επόμενης ημέρας. Κι αυτό το παράθυρο δεν είναι άλλο από το… ψωμί που φαίνεται να έχει για τους δραστηριοποιούμενους σε αυτόν ο νεοπαγής για τα ελληνικά δεδομένα κλάδος διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων.
Η αριθμητική της αγοράς
Οι αριθμοί έρχονται να επιβεβαιώσουν την παραπάνω τάση. Το γεγονός ότι 17 εταιρείες διαχείρισης «κόκκινων» δανείων έχουν ήδη αδειοδοτηθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, καταδεικνύει το ενδιαφέρον που υπάρχει για τη διεκδίκηση του προβληματικού portfolio των τραπεζών στο οποίο μπαίνει πωλητήριο προκειμένου να εξυγιανθούν οι αντίστοιχοι ισολογισμοί. Ακόμα κι έτσι να μην ήταν, όμως, θεωρείται σχεδόν αδύνατον να μην ακολουθηθεί και στην Ελλάδα το συγκεκριμένο διεθνές μοντέλο που «δούλεψε» αποτελεσματικά και στην Ισπανία και στην Ιταλία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΩΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Για παράδειγμα, οι Ίβηρες είχαν κόκκινα δάνεια που το 2013 άγγιζαν τα 200 δισ. ευρώ και μέσω της διαχείρισής τους από μεγάλες εταιρείες του κλάδου, ο δυσθεώρητος όγκος μειώθηκε εντός 72 μηνών σε ποσοστό 55%. Αντίστοιχη είναι και η εικόνα από την Ιταλία, όπου μέσω ενός σχεδίου ανάλογου με αυτό που προωθεί το ελληνικό ΥΠ.ΟΙΚ. για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, μόνο την περασμένη χρονιά έγιναν περίπου 30 μεταβιβάσεις χαρτοφυλακίων.
Προς επίρρωση όλων των παραπάνω θυμίζεται η πρόσφατη κίνηση της να εξαγοράσει πλειοψηφικό ποσοστό σε real estate δανειακό χαρτοφυλάκιο της ισπανικής Santander και η είσοδος της ιταλικής doBank στην ισπανική αγορά, με τη εξαγορά του 85% της Altamira έναντι του ποσού των €412.000.000.
Πληθώρα διαθέσιμου δυναμικού
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι υπάρχοντα ή μελλοντικά χρηματο-οικονομικά επιχειρηματικά σχήματα δεν θα μπορέσουν να διεκδικήσουν μερίδια αγοράς στη διαχείριση «κόκκινων» δανείων δίχως το απαραίτητο στελεχιακό δυναμικό που θα «τρέξει» τη δουλεία. Και ευτυχώς ή δυστυχώς για τους ίδιους τους τραπεζοϋπαλλήλους η δεξαμενή εξεύρεσης διαθέσιμου δυναμικού παρουσιάζει μεγάλη πληρότητα.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι σε μία 10ετία, από το 2008 έως και το 2018 οι τραπεζοϋπάλληλοι έφτασαν να αριθμούν περί τα 40.000 άτομα από τις 68.000 που ήταν τη χρονιά αναφοράς. Ο δε αριθμός τους αναμένεται να μειωθεί κι άλλο δεδομένου ότι περίπου 2.000 εργαζόμενοι θα δουν ιδία βουλήσει την πόρτα της εξόδου από την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank συμμετέχοντας στα σχετικά προγράμματα.
Αυτός ο όγκος εργαζομένων είναι σαφές ότι δεν θα κάτσει σπίτι του και όσοι τα καταφέρουν θα επαναδραστηριοποιηθούν επαγγελματικά σε ένα ανθοφορούμενο παρακλάδι της τραπεζικής αγοράς.
Το για πόσο καιρό θα βγάζει… λουλούδια αυτό το δέντρο ουδείς μπορεί να το εγγυηθεί, αφού η ευρωπαϊκή στατιστική δείχνει ότι το προσδόκιμο επιχειρηματικής επιβίωσης τέτοιων εταιρειών δεν ξεπερνά τα 10 χρόνια.
Οπότε μένει να φανεί δυστυχώς στην πράξη ποια θα είναι τότε η επόμενη ημέρα της σημερινής επόμενης ημέρας των τραπεζοϋπαλλήλων.
ΠΗΓΗ: iapopsi.gr