Η υπερθέρμανση του πλανήτη κοστίζει ζωές, βαθαίνει τις ανισότητες στην υγεία και οδηγεί στην εξάπλωση των τσιμπουριών και άλλων παρασίτων που μεταφέρουν ασθένειες σε ολόκληρη την Ευρώπη, αποκαλύπτουν τα στοιχεία μιας νέας σημαντικής έκθεσης.
Σύμφωνα μ’ ένα από τα εγκυρότερα επιστημονικά περιοδικά του πλανήτη, το αγγλικό Nature, η εν λόγω έκθεση εξέτασε εκατοντάδες μελέτες σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία -καθώς και τις ενέργειες που γίνονται ως απάντηση σε αυτές- στην Ευρώπη.
Η ερευνήτρια για το κλίμα και την υγεία δρ. Rachel Lowe και οι συνεργάτες της, παρακολούθησαν 42 δείκτες, συμπεριλαμβανομένων αυτών για τους θανάτους που σχετίζονται με τη ζέστη, την εξάπλωση των μολυσματικών ασθενειών και τις τάσεις στην έρευνα για την υγεία και την κλιματική αλλαγή.
«Χρειαζόμαστε πραγματικά κάποιες δραστικές ενέργειες από τις ευρωπαϊκές χώρες για να διατηρηθεί ο ευρωπαϊκός πληθυσμός, αλλά και οι πληθυσμοί σε όλο τον κόσμο, ασφαλείς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία», λέει η δρ. Lowe, η οποία εργάζεται στο Κέντρο Υπερυπολογιστών της Βαρκελώνης και στο Καταλανικό Ίδρυμα Έρευνας και Προηγμένων Σπουδών στην Ισπανία.
Η έκθεση, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα στο Lancet Public Health, είναι η δεύτερη -μετά από αυτή που δημοσιεύτηκε το 2022- από μια μελέτη με τίτλο «The Lancet Countdown: Health and Climate Change in Europe».
«Η έκθεση επισημαίνει την ανησυχητική αύξηση της θνησιμότητας και της νοσηρότητας που συνδέεται με την αύξηση της θερμοκρασίας και τον πολλαπλασιασμό των ευαίσθητων στο κλίμα ασθενειών», λέει η δρ. Ana Raquel Nunes, ερευνήτρια υγείας και περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο του Warwick, στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι ερευνητές λένε ότι οι επόμενες μελέτες θα πρέπει να υιοθετήσουν μια ολιστική προσέγγιση της σύνδεσης που υπάρχει ανάμεσα στο κλίμα και την υγεία. «Δεν μπορούμε ν’ αντιμετωπίζουμε μεμονωμένα όλες αυτές τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία», λέει η δρ. Ruth Doherty, ερευνήτρια για την κλιματική αλλαγή και την υγεία στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Πρέπει πραγματικά να γνωρίζουμε πώς αυτές οι πολλαπλές εκθέσεις επηρεάζουν τον πληθυσμό».
Σε τρία γραφήματά του, το Nature περιγράφει πώς ένας θερμότερος κόσμος επηρεάζει την υγεία και την έρευνα σε όλη την Ευρώπη.
Θανατηφόρα ζέστη
Η δρ. Lowe και οι συνεργάτες της, χρησιμοποίησαν δεδομένα θνησιμότητας και θερμοκρασίας, καθώς και προηγούμενα στοιχεία για το πώς η θερμότητα επηρεάζει τη θνησιμότητα, για να υπολογίσουν ότι, από το 2003-12 έως το 2013-22, η θνησιμότητα που σχετίζεται με τη ζέστη αυξήθηκε κατά μέσο όρο 17 θανάτους ανά 100.000 άτομα ετησίως σε όλη την Ευρώπη. Η αύξηση της θνησιμότητας που σχετίζεται με τη ζέστη ήταν υψηλότερη στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες.
«Οι σχετικές διαφορές ανάμεσα στα φύλα μπορεί να εξηγηθούν από τις διαφορές που σχετίζονται στην απώλεια θερμότητας από το σώμα και τους μέγιστους ρυθμούς εφίδρωσης», λέει ο δρ. Kim van Daalen, ο οποίος μελετά την κλιματική αλλαγή, τις ασθένειες και σχετικές διαφορές ανάμεσα στα φύλα στο Supercomputing Center της Βαρκελώνης. Οι γυναίκες μπορεί επίσης να διατρέχουν γενικά μεγαλύτερο κίνδυνο θερμικού «στρες» μετά από την ωορρηξία, όταν τείνουν να έχουν υψηλότερη θερμοκρασία σώματος, λέει.
Ένας άλλος παράγοντας που θα μπορούσε να προκαλεί σχετικό «χάσμα» μεταξύ των φύλων είναι ότι οι γυναίκες φθάνουν γενικά σε μεγαλύτερες ηλικίες από τους άνδρες και οι ηλικιωμένοι είναι γενικά πιο ευάλωτοι στο «στρες» που σχετίζεται με τη ζέστη, λέει ο Lowe. Οι ηλικιωμένοι είναι επίσης πιο πιθανό να ζουν μόνοι, γεγονός που τους θέτει σε μεγαλύτερο κίνδυνο από τη ζέστη, λέει.
Τσιμπούρια και παράσιτα
Οι υψηλότερες θερμοκρασίες επιτρέπουν στα παράσιτα που μεταφέρουν ασθένειες να επεκταθούν σε περισσότερες περιοχές και υποκινούν την ανάπτυξη πληθυσμών τσιμπουριών. Ένα παθογόνο που γίνεται πιο διαδεδομένο λόγω της κλιματικής αλλαγής είναι το μονοκύτταρο παράσιτο Leishmania infantum. Μεταδίδεται στους ανθρώπους όταν οι θηλυκές αμμόμυγες (σ.σ.: επιστημονική ονομασία: Phlebotomus) δαγκώνουν ανθρώπινο δέρμα για να τραφούν με αίμα. Το παράσιτο συνήθως προκαλεί έλκη στο δέρμα σε όλο το σώμα, τα οποία μπορεί να είναι εξουθενωτικά. Σε ακραίες περιπτώσεις, μπορεί να προκαλέσει πυρετό και πρήξιμο του σπλήνα και του ήπατος και μπορεί να είναι θανατηφόρο.
Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι οι θερμότερες και πιο υγρές συνθήκες σε όλη την Ευρώπη επέτρεψαν στις αμμόμυγες και τα παράσιτα που μεταφέρουν να εξαπλωθούν βόρεια σε νέες περιοχές. Το εύρος τους ήταν μεγαλύτερο τη δεκαετία του 2010 σε σχέση με τη δεκαετία του 2000. «Η άνοδος της θερμοκρασίας δημιουργεί πιο ευνοϊκές συνθήκες για να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν οι αμμόμυγες», λέει ο δρ. van Daalen. «Οι θερμότερες συνθήκες μπορούν επίσης να επιταχύνουν τον κύκλο ζωής του παρασίτου στις αμμόμυγες», λέει.
Η ομάδα διαπίστωσε επίσης ότι οι υψηλότερες θερμοκρασίες έχουν κάνει την Ευρώπη πιο κατάλληλη για το τσιμπούρι Ixodes ricinus, το οποίο μπορεί να μεταδώσει μια σειρά από ασθένειες όταν δαγκώνει ανθρώπους. «Οι ασθένειες που μεταδίδονται με τσιμπούρια, όπως η νόσος του Lyme και η εγκεφαλίτιδα που μεταδίδεται από τσιμπούρια, προκαλούν συμπτώματα που κυμαίνονται από γριπώδη ασθένεια έως σοβαρές νευρολογικές και καρδιαγγειακές επιπλοκές, οδηγώντας σε απώλεια εργασίας, μακροχρόνια αναπηρία και σημαντικό κόστος υγειονομικής περίθαλψης», λέει ο δρ. van Daalen.
Στο μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου, το Ixodes ricinus βρήκε ένα πιο φιλόξενο κλίμα για να τραφεί και ν’ αναπτυχθεί το 2013-22 από ό,τι το 1951-60, όπως μετρήθηκε με τον μέσο αριθμό μηνών ανά έτος όταν οι θερμοκρασίες ήταν βέλτιστες για το νεανικό στάδιο του κύκλος ζωής του.
«Έκρηξη» ερευνών
Καθώς ο κόσμος θερμαίνεται, η έρευνα για το πώς η κλιματική αλλαγή συνδέεται με την υγεία των Ευρωπαίων έχει ενταθεί. Οι ερευνητές μέτρησαν εκατοντάδες μελέτες για το πώς συνδέεται η κλιματική αλλαγή και η υγεία των Ευρωπαίων, που δημοσιεύτηκαν μεταξύ 1991 και 2022. Η πλειονότητα αυτών των μελετών επικεντρώθηκε στο πώς η υπερθέρμανση του πλανήτη επηρεάζει την υγεία, αλλά ορισμένες εξέτασαν επίσης τα αέρια του θερμοκηπίου που εκπέμπονται από τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης ή τους τρόπους που επιλέγονται για των προστασία των ανθρώπων από την κλιματική αλλαγή – που είναι ήδη εδώ.
Οι συγγραφείς της έκθεσης διαπίστωσαν επίσης ότι μόλις το 2% των μελετών που δημοσιεύθηκαν το 2022 για την υγεία και το κλίμα αναφέρονταν στις κοινωνικές ανισότητες και την κοινωνική δικαιοσύνη που υπάρχει γύρω από το θέμα. «Αυτό καταδεικνύει πως υπάρχει ένα σημαντικό κενό στην έρευνα», λέει ο δρ. van Daalen. «Για να ανταποκριθούμε σωστά στις επιπτώσεις στην υγεία που σχετίζονται με το κλίμα, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ποιοι πληθυσμοί επηρεάζονται δυσανάλογα και κινδυνεύουν περισσότερο», λέει.
Πηγή: in.gr