Μπορεί η Ελλάδα να μην χρειαστεί ένα τέταρτο πρόγραμμα ή μια προληπτική γραμμή στήριξης μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος το καλοκαίρι του 2018; Ναι. Υπό πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις ωστόσο:
1) Να έχει προηγηθεί μια διευθέτηση του χρέους από τους εταίρους μας με τρόπο που να διασφαλίζεται η βιωσιμότητά του όπως ζητούν η κυβέρνηση και οι θεσμοί (κυρίως το ΔΝΤ και η ΕΚΤ).
2) Να έχουν ολοκληρωθεί με επιτυχία και ταχύτητα τουλάχιστον δύο αξιολογήσεις και να έχουν υλοποιηθεί οι εναπομείνασες μεταρρυθμίσεις.
3) Να μην γίνουν κινήσεις, όπως η ακύρωση μεταρρυθμίσεων μετά τη λήξη του προγράμματος, που θα εκληφθούν από τις αγορές αρνητικά με αποτέλεσμα η Ελλάδα να χάσει την πρόσβαση (που επανέκτησε στην αγορά ομολόγων στις 25 Ιουλίου) και να πρέπει να ζητήσει ένα νέο πρόγραμμα, κάτι εξόχως δύσπεπτο πολιτικά και καταστροφικό οικονομικά και κοινωνικά.
4) Η κυβέρνηση να κάνει περισσότερα από όσα αναμένουν οι επενδυτές, δηλαδή να τους εκπλήξει θετικά (π.χ., με τον επανασχεδιασμό του στρεβλωτικού ΕΝΦΙΑ που αφορά όχι μόνον την αξία των ακινήτων καθεαυτή, αλλά και την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών, με τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, με την κατάργηση γραφειοκρατικών διαδικασιών).
Μια ρεαλιστική και αντικειμενική αποτίμηση της κατάστασης θα δείξει ότι τα πράγματα για τη χώρα πάνε πια αρκετά καλά:
1) Από το 2010 μέχρι σήμερα και χάρις στην επιμονή (και την ασφυκτική πίεση) των Ευρωπαίων, η Ελλάδα αντιμετώπισε πολύ μεγάλο μέρος των παθογενειών που σωρεύτηκαν κατά τη μεταπολεμική περίοδο: το χάος και τις αδικίες του ασφαλιστικού συστήματος, την αναποτελεσματική και πανάκριβη δημόσια διοίκηση, τα δίδυμα ελλείμματα (τρεχουσών συναλλαγών και δημοσιονομικό), τα κλειστά επαγγέλματα, τις στρεβλώσεις της αγοράς εργασίας, προβλήματα στην απονομή της δικαιοσύνης, την αξιοπιστία των στατιστικών στοιχείων?
2) Επικρατεί εργασιακή ειρήνη, η οικονομία απέκτησε σημαντική εξωστρέφεια με τον εξαγωγικό αναπροσανατολισμό των επιχειρήσεων, ο τουρισμός παρουσιάζει ισχυρή βελτίωση από χρονιά σε χρονιά.
3) Το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης, παρά τα όποια υφιστάμενα προβλήματα. Η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών βρίσκεται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα (αν και η ποιότητά της δεν είναι ακόμη η απολύτως επιθυμητή). Η εξάρτηση από το ELA μειώνεται σταδιακά και σταθερά. Το νέο πλαίσιο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και η επικείμενη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών αναμένεται να βοηθήσει στην αποκλιμάκωσή του προβλήματος των κόκκινων δανείων και στην αντιμετώπιση των στρατηγικών κακοπληρωτών. Οι καταθέσεις επιστρέφουν σταδιακά (και με αργό ρυθμό είναι αλήθεια). Μια σταδιακή χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων θα ενισχύσει την επιστροφή αυτήν (δεν είναι άλλωστε πια πολλοί που ψάχνουν ακόμη τρόπους να βγάλουν τα χρήματά τους από τη χώρα). Ακόμη και αν τελικά επικρατήσει η άποψη του ΔΝΤ για τη διενέργεια ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού (AQR), είναι αμφίβολο αν θα προέκυπταν υπολογίσιμες νέες κεφαλαιακές ανάγκες (αυτό βέβαια θα εξαρτηθεί από την επιτυχή εφαρμογή των νέων μέτρων και από τα αναμενόμενα μακροοικονομικά μεγέθη).
4) Ο πολιτικός κίνδυνος για τη χώρα είναι πλέον μικρός. Οι πολιτικοί με τις γραφικές ιδέες βρίσκονται ως επί το πλείστον εκτός κοινοβουλίου, τα ακραία κόμματα έχουν περιορισμένη απήχηση στην κοινωνία και, σε μεγάλο βαθμό, ο πολιτικός διάλογος διεξάγεται στη βάση λογικών επιχειρημάτων. Η κυβέρνηση εδώ και καιρό επιδεικνύει ρεαλισμό, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση βρίσκεται σε μια ελπιδοφόρα φάση ανασύνταξης. Με την εξαίρεση μιας ενδεχόμενης πολιτικής αβεβαιότητας το 2020 (με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας) δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποιος πολιτικός εκτροχιασμός. Σε αυτό το σημείο θα αρκούσε να συμφωνήσουν τα κόμματα στην επανεκλογή του νυν Προέδρου.
Τα παραπάνω τα βλέπουν οι ξένοι επενδυτές και αρχίζουν να τα εκλαμβάνουν θετικά. Αυτό είναι σημαντικό γιατί από τις ξένες επενδύσεις θα προέλθουν τα κεφάλαια για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Σήμερα, μεγάλοι εξωστρεφείς επιχειρηματικοί όμιλοι προετοιμάζουν πολύ σημαντικές επενδύσεις σε νέες γραμμές παραγωγής (αναμένεται σειρά ανακοινώσεων από το φθινόπωρο), τουριστικές εγκαταστάσεις, λιμενικές υποδομές. Όλο και περισσότεροι ξένοι επενδυτές αρχίζουν να εντάσσουν την Ελλάδα στα σχέδιά τους. Η οριστική και πειστική διευθέτηση του δημοσίου χρέους θα δώσει και ένα ξεκάθαρο σήμα στους πιο μεγάλους επενδυτές.
Βεβαίως, απομένουν πολλά που πρέπει να γίνουν. Η εμπέδωση ενός αισθήματος ασφάλειας και τάξης είναι αποφασιστικής σημασίας για την ενίσχυση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό, αλλά και για τους ίδιους τους πολίτες. Ο εξορθολογισμός των φορολογικών επιβαρύνσεων είναι επιτακτικός (ειδικά στα ακίνητα). Η κατάργηση περιττών γραφειοκρατικών διαδικασιών έχει αργήσει (από τα απαιτούμενα έγγραφα για τη μεταβίβαση ακινήτου έως την τόσο συχνή ανάγκη για ανανέωση των διαβατηρίων). Η αξιολόγηση της απόδοσης των δημοσίων υπαλλήλων είναι κάτι που δεν μπορεί να καθυστερήσει περισσότερο...
Όμως, ακόμη και με τις όποιες ελλείψεις, η κατάσταση πλέον έχει αλλάξει. Αυτό το αναγνωρίζει ο καθένας. Η Ελλάδα μπορεί, λοιπόν, πραγματικά να ελπίζει σε μια νέα εποχή μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος. Χρειάζεται νηφαλιότητα, σοβαρότητα, σωστός σχεδιασμός.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ