Ο εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1907 στην Πρώτη Σερρών, τότε που ακόμα ονομαζόταν Κιούπκιοϊ και ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Οι γονείς του ήθελαν να του προσφέρουν τις καλύτερες δυνατές παροχές στην εκπαίδευση, οπότε τον «έστειλαν» στα καλύτερα εκπαιδευτικά ιδρύμματα, δημοτικό, γυμνάσιο, πανεπιστήμιο, όλα ήταν σε διαφορετικές πόλεις, μέχρι να πάρει το πτυχίο του από τη Νομική Σχολή.
Τα χρόνια της δικηγορίας στις Σέρρες τον ώθησαν να εμπλακεί ενεργά με τον Δημόσιο βίο και να «κυνηγήσει» την πολιτική ζωή, η οποία αποδείχτηκε τρικυμιώδης, αλλά σίγουρα επιτυχημένη.
ΥΠΟΥΡΓΙΚΗ ΘΗΤΕΙΑ, 1946 - 1955
Μετά από μια περίοδο βουλευτικής θητείας ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ξεκίνησε την υπουργική του θητεία το 1946 ως Υπουργός Εργασίας στις κυβερνήσεις, διαδοχικά, Κ. Τσαλδάρη και Δ. Μαξίμου, ενώ αμέσως μετά έγινε υπουργός Μεταφορών.
Το Νοέμβριο του 1948 μέχρι και τον Ιανούριο του 1950, ο κ. Καραμανλής τέλεσε υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας αφήνοντας πίσω τουσημαντικό έργο με επίκεντρο την περίθαλψη, τον επαναπατρισμό και την παραγωγική επαναδραστηριοποίηση πολλών εκατοντάδων χιλιάδων αγροτών, προσφύγων, θυμάτων του εμφύλιου πολέμου, με το πρόγραμμα "Πρόνοια-Εργασία".
Η ΕΡΕ και η Χούντα
Το όνομά του θα γίνει γνωστό στο πανελλήνιο από τη θητεία του ως Υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση Παπάγου (1952-1955) και αυτό γιατί μέσα σε έξι μήνες αποκατέστησε πλήρως το συγκοινωνιακό δίκτυο που είχε πληγεί από τον Πόλεμο και τις εμφύλιες συγκρούσεις.
Ο δυναμισμός και η αποφασιστικότητα του, αλλά και η απήχηση του έργου του στην κοινή γνώμη, ήταν ισχυρά βήματα για την ανάδειξή του στην πρωθυπουργία, μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου Παπάγου.
Η πρωτοβουλία του βασιλέα Παύλου να του αναθέσει τον σχηματισμό της κυβέρνησης, στις 5 Οκτωβρίου 1955, εξέπληξε τους πάντες, αφού δεν ήταν μέσα στους επικρατέστερους υποψήφιους.
Ο Κ. Καραμανλής, από την πρώτη μέρα της πρωθυπουργίας του, θέλησε να βάλει τη δική του σφραγίδα στην πολιτική ζωή της χώρας.
Ίδρυσε νέο κόμμα, την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ) και πήγε στις κάλπες τον Φεβρουάριο του 1956.
Η επικράτηση στην πρώτη και στη συνέχεια σε δύο ακόμη εκλογικές αναμετρήσεις, το 1958 και το 1961, του επέτρεψε να διατηρήσει αδιάλειπτα την εξουσία για μία οκταετία (1955-1963), ένα επίτευγμα χωρίς προηγούμενο στην πολιτική ιστορία της χώρας.
Πρωταρχική φροντίδα του Καραμανλή ήταν ο σχεδιασμός και η εφαρμογή ενός προγράμματος ταχύρρυθμης οικονομικής ανάπτυξης, σε μια χώρα που βίωνε ακόμη τις συνέπειες του καταστροφικού εμφύλιου πολέμου.
Όραμα του μια Ελλάδα απαλλαγμένη από τα σύνδρομα της δυσπραγίας και της φτώχειας.
Η σταθερή αύξηση του εθνικού εισοδήματος, η άνοδος του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η ραγδαία άνοδος των επενδύσεων και η μείωση της ανεργίας ήταν όλα στον θετικό απολογισμό της διακυβέρνησης Καραμανλή.
Η ανοδική πορεία της οικονομίας θα του δώσει τη δυνατότητα να στραφεί, με την πάροδο του χρόνου, προς την ενίσχυση της παιδείας, του πολιτισμού και για πρώτη ουσιαστικά φορά, του αθλητισμού, με τη θεσμοθέτηση του ΠΡΟ-ΠΟ (1959).
Ακόμη, αύξησε τη χρηματοδότηση του κοινωνικού τομέα κι έλαβε θεσμικά μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα, με κορυφαίο γεγονός τη σύσταση του ΟΓΑ (1961).
Η παραίτηση και ο κύριος «Τριανταφυλλίδης»
Η πρώτη κυβερνητική οκταετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή διακόπηκε απρόβλεπτα, με την παραίτησή του, τον Ιούνιο του 1963, ύστερα από διαφωνία με τον βασιλέα Παύλο.
Η κρίση δεν ήταν ανεξάρτητη από το κλίμα πολιτικής έντασης εκείνης της εποχής.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρος της «Ενώσεως Κέντρου» Γεώργιος Παπανδρέου είχε κηρύξει «πόλεμο» κατηγορώντας τον Καραμανλή ότι είχε κερδίσει τις εκλογές του 1961 με βία και νοθεία, ενώ η δολοφονία Λαμπράκη από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη είχε ρίξει βαριά τη σκιά της στη χώρα.
«Ποιος επιτέλους κυβερνά αυτό τον τόπο» είχε πει τότε ο Καραμανλής.
Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963 ηγήθηκε της ΕΡΕ, αλλά υπό το βάρος των καταγγελιών της αντιπολίτευσης, ηττήθηκε από την «Ένωση Κέντρου» του Γεωργίου Παπανδρέου. Τότε, ο Καραμανλής παραιτήθηκε από την ηγεσία της ΕΡΕ κι έφυγε μυστικά για το Παρίσι με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης».
Η μεταπολίτευση, η ΕΟΚ και οι πολιτικές νίκες
11 χρόνια μετά, στις 24 Ιουλίου 1974 η δικτατορία έχει πια καταρρεύσει και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γυρίζει για να αναλάβει τα ηνία. Από το 1967 η χώρα τελεί υπό την σκιά των ‘Συνταματαρχών’ και τα επτά χρόνια χούντας έχουν αφήσει το σημάδι τους.
Στις 24 Ιουλίου 1974, αδυνατώντας η τελευταία κυβέρνηση να χειριστεί τα εξ υπαιτιότητάς της γεγονότα της Κύπρου, (απόπειρα δολοφονίας Μακαρίου Γ΄, το πραξικόπημα της Κύπρου και τον Αττίλα Ι), ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης, προσκάλεσε από το εξωτερικό και διόρισε πρωθυπουργό τον Κ. Καραμανλή ο οποίος και ανέλαβε την λεγόμενη Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επιστρέφει στα πάτρια εδάφη με το αεροσκάφος που του παραχώρησε ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, Ζισκάρ ντ’ Εσταίν.
Το πλήθος που έχει συγκεντρωθεί για να τον καλωσορίσει χειροκροτεί και ζητοκραυγάζει το όνομα του.
Επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας», κατόρθωσε με αποφασιστικές κινήσεις να αποκαταστήσει πλήρως τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα.
Νομιμοποίησε το ΚΚΕ έπειτα από 26 χρόνια παρανομίας, ενώ προχώρησε στην αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ ως αντίδραση για την άρνηση της Συμμαχίας να αντιταχθεί στην προέλαση των Τούρκων στην Κύπρο (Αττίλας 2) και αντικατέστησε τη χουντική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Η άνετη νίκη του επί δύο συνεχόμενες εκλογικές μάχες (1974 / 1977), του επέτρεψε να παραμείνει αδιάλειπτα στην εξουσία για μία εξαετία, επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, ενός νεοσύστατου σχηματισμού, που εντάσσεται στον κεντροδεξιό χώρο, με ιδεολογικό στίγμα τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό.
Την εξαετία 1974-1980 και παρά τη διεθνή ενεργειακή κρίση, που έπληξε και τη χώρα μας, το εθνικό εισόδημα αυξανόταν με ρυθμούς 5% ετησίως, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα σημείωσε αύξηση 50%.
Δεν δίστασε να εθνικοποιήσει μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα (Ολυμπιακή, Εμπορική), όταν οι περιστάσεις το επέβαλαν, με αποτέλεσμα κάποιοι κύκλοι των βιομηχάνων να τον κατηγορήσουν για σοσιαλμανία.
Η καίρια τομή στην εξωτερική πολιτική του εντοπίζεται στην προσπάθεια και την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, το 1961.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πίστευε ότι η ΕΟΚ δεν αποτελούσε «απλώς οικονομικήν κοινοπραξίαν, αλλά οντότητα με ευρυτέραν πολιτικήν αποστολήν και σημασίαν».
Το 1980, μετά την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέλεξε να εγκαταλείψει την ενεργό πολιτική και εκλέχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας το 1980 και ακόμα μια, την πενταετία 1990-1995.
Κάπου εκεί, το 1989, ήταν η χρονιά που η χώρα βοούσε από τις αποκαλύψεις για το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Ο εισαγγελέας που είχε αναλάβει την υπόθεση καλεί τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να καταθέσει, με το αιτιολογικό ότι είχε συναντηθεί κάποτε με τον Κοσκωτά σε μια δεξίωση.
Ο Καραμανλής, σαφώς ενοχλημένος κάνει την ιστορική δήλωση: «Η χώρα μετεβλήθη σε ένα απέραντο φρενοκομείο».
Το τέλος ενός Μεγάλου
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών, στις 23 Απριλίου 1998. Ακόμα και αν δεν άφησε απογόνους από το γάμο του με την Αμαλία Μεγαπάνου, άφησε πίσω του μια μεγάλη πολιτική κληρονομιά.
Είχε συμπληρώσει 60 χρόνια στο πολιτικό προσκήνιο: 8 χρόνια ως υπουργός, 14 ως πρωθυπουργός και 10 ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.