Στις 1 Απριλίου 1955 σημειώθηκε η έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων με σειρά εκρήξεων βομβών σε ολόκληρο το νησί, ενώ εκατοντάδες τοίχοι σπιτιών είχαν καλυφθεί με μία λέξη αποτελούμενη από τέσσερα γράμματα, που τότε κανείς δεν γνώριζε, εκτός από τους «μυημένους», αλλά πολύ γρήγορα έγιναν πασίγνωστα: «Εθνική Οργάνωσις Κυπρίων Αγωνιστών» (ΕΟΚΑ).
Όπως έγινε γνωστό αργότερα, από το Νοέμβριο του 1954, στρατιωτικός αρχηγός της ΕΟΚΑ είχε αναλάβει ο γεννημένος στην Κύπρο, απόστρατος Συνταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού Γεώργιος Γρίβας, ενώ πολιτικός αρχηγός και ιδρυτής της ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ’ και ζωογόνο δύναμη την Άλκιμο Νεολαία του νησιού, που έσπευσε από την πρώτη στιγμή να πληρώσει τις τάξεις της.
Στόχος της ΕΟΚΑ ήταν η Αυτοδιάθεση του κυπριακού λαού και η ΕΝΩΣΗ της Κύπρου με την Ελλάδα, ενώ ο αγώνας της θα λήξει με τις «Συμφωνίες Λονδίνου – Ζυρίχης» στις 19 Φεβρουαρίου 1959, με τις οποίες η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος.
Ο Γεώργιος Γρίβας («Διγενής») είχε εισέλθει στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1916 και αποφοιτήσει με την Τάξη του 1919 της Σχολής, ως Ανθυπολοχαγός Πεζικού, πιο γνωστός και με το αγωνιστικό ψευδώνυμο «Διγενής».
Υπηρέτησε αμέσως στο Μικρασιατικό μέτωπο ως ανθυπολοχαγός στο 30ο Σύνταγμα Πεζικού της Χ (10ης) Μεραρχίας, συμμετέχοντας στις μάχες από το Πάνορμο έως τον Σαγγάριο, ιδίως δε στις μάχες του Τουμλού Μπουρνάρ, του Σαγγάριου, του Αφιόν Καραχισάρ και του Εσκή Σεχίρ. Για τα ανδραγαθήματα του παρασημοφορείται με το Χρυσό Μετάλλιο Ανδρείας και Πολεμικό Σταυρό, ενώ προήχθη «επ’ ανδραγαθία» σε Υπολοχαγό και το 1926 σε Λοχαγό. Σπούδασε στην Ελληνική Ακαδημία Πολέμου. Μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλική Ακαδημία Πολέμου όπου αρίστευσε, ενώ διορίσθηκε καθηγητής στη ΣΣΕ. Το 1938 προήχθη σε Ταγματάρχη. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Γρίβας μετατέθηκε στη Διεύθυνση Επιχειρήσεων του ΓΕΣ. Μετά τις 28 Οκτωβρίου 1940 και την ιταλική εισβολή και μετά από συνεχείς αιτήσεις του, ο Γρίβας μετατέθηκε στο αλβανικό μέτωπο, όπου υπηρέτησε από τις 20/1/1941 ως επιτελάρχης της ΙΙ (2ης) Μεραρχίας. Στα τέλη του 1940 προάγεται σε Αντισυνταγματάρχη και με απόφαση του Αρχιστρατήγου Αλέξανδρου Παπάγου τοποθετήθηκε στο Γραφείο Επιχειρήσεων του ΓΕΣ ως σύνδεσμος του Αρχιστρατήγου με τους διοικητές των μειζόνων Σχηματισμών του Μετώπου. Συμμετέχει ενεργώς στην άμυνα κατά την Ιταλική επίθεση από 15/1/1941 έως 15/2/1941 στην Κλεισούρα και στις 28/2/1941 στην ελληνική αντεπίθεση προς Λέκλι, Πεστάνι και Δκόλικο.
Το Μάιο του 1941, μετά τη Γερμανική εισβολή και τη συνθηκολόγηση του Ελληνικού Στρατού, ο Γρίβας δημιούργησε στην Αθήνα την αντιστασιακή οργάνωση «Άγνωστος Μεραρχία Χ» από αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού που γνωρίζονταν μεταξύ τους προπολεμικά και από το Αλβανικό Μέτωπο. Η οργάνωση αυτή όμως γρήγορα περιέπεσε σε αδράνεια, ο Γρίβας αυτονομήθηκε και λίγους μήνες αργότερα δημιούργησε την «Εθνική οργάνωση ‘Χ’», την πνευματική καθοδήγηση της οποίας είχε ο έκπτωτος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθος, με τον οποίο συνδέθηκε ο Γρίβας μέσω του Μητροπολίτη Κυρηνείας Μακαρίου, του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Κύπρου. Η Οργάνωση «Χ» του Γρίβα αποτέλεσε τον βασικό αντικομμουνιστικό αντιστασιακό πυρήνα στην Αθήνα, ιδίως στις περιοχές Θησείο και Κουκάκι, γεγονός που πολύ γρήγορα τον έφερε σε σύγκρουση με το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Μάλιστα, στις 11 Οκτωβρίου 1944, δηλαδή μία μόλις μέρα ΠΡΙΝ την την αποχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα, μέλη της κομμουνιστής ΟΠΛΑ αποπειράθηκαν να τον εκτελέσουν, πυροβολώντας το αυτοκίνητο που τον μετέφερε στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, χωρίς αποτέλεσμα καθώς διέφυγε χωρίς καν να τραυματιστεί (wikipidia.org).
Στα Δεκεμβριανά, η «Οργάνωση Χ» αντιστάθηκε ενόπλως στον ΕΛΑΣ στο πλευρό της νομίμου ελληνικής κυβερνήσεως, κάτι που οι κομμουνιστές ποτέ δεν του συγχώρησαν και αργότερα, ως Αρχηγός της ΕΟΚΑ, οι ομοϊδεάτες τους δημοσιοποίησαν την πραγματική του ταυτότητα και το ποιος «κρυβόταν» πίσω από το ψευδώνυμο «Διγενής»!
Μετά τη δημιουργία του ανεξάρτητου Κυπριακού Κράτους ο Γρίβας τοποθετήθηκε ως ο πρώτος Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς ως Αρχηγός της «Ανώτατης Στρατιωτικής Διοικήσεως Κύπρου» (Α/ΑΣΔΑΚ) και σε περίπτωση πολέμου θα είχε υπό την διοίκηση του την Εθνική Φρουρά, την Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) και την Ελληνική Μεραρχία, που κρυφά βρισκόταν στην Κύπρο.
Το Νοέμβριο του 1967, μετά από εντάσεις και προκλήσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων, ελληνοκυπριακές δυνάμεις υπό τις διαταγές του Γρίβα επιτέθηκαν εναντίον των τουρκοκυπριακών θυλάκων στις περιοχές Άγιος Θεόδωρος και Κοφίνου, έξω από τη Λάρνακα, με αποτέλεσμα τον θάνατο 22 Τουρκοκυπρίων και ενός Ελληνοκυπρίου, με αποτέλεσμα η Τουρκία να απειλήσει να εισβάλει στο νησί, κάτι που απετράπη μόνο όταν έλαβε ως αντάλλαγμα την απόσυρση της ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο και την ταυτόχρονη ανάκληση του Γρίβα στην Ελλάδα.
Στις 31 Αυγούστου 1971, ο Γρίβας σε ηλικία 74 χρόνων, επέστρεψε κρυφά στην Κύπρο, όταν οι σχέσεις του Μακαρίου με τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο είχαν φτάσει σε οριακό σημείο, και ίδρυσε την «ΕΟΚΑ Β’», που δεν είχε καμία απολύτως σχέση με την πρώτη ΕΟΚΑ, τους αγώνες της και τους σκοπούς της.
Ακολούθησαν δύο σημαντικότατα και καθοριστικής σημασίας γεγονότα: Το Νοέμβριο του 1973 το πραξικόπημα Ιωαννίδη στην Ελλάδα και στις 27 Ιανουαρίου 1974 ο θάνατος του ίδιου του Γρίβα σε ηλικία 74 ετών, περίπου έξι μήνες πριν το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 στην Κύπρο. Μετά από το θάνατο του αρχηγού της, η ΕΟΚΑ Β΄ ανέστειλε προσωρινά τη δράση της και η Κυπριακή Κυβέρνηση χορήγησε αμνηστία στα μέλη της. Τότε την ηγεσία της οργανώσεως ανέλαβε ο μετριοπαθής Ελλαδίτης τότε Ταγματάρχης των Καταδρομών, Γεώργιος Καρούσος, μετέπειτα Αντιστράτηγος ε.α., ο οποίος προσπάθησε να πολιτικοποιήσει την οργάνωση, χωρίς να το πετύχει και έφυγε κρυφά από την Κύπρο για Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 1974.
Κλείνοντας αυτή τη μεγάλη παρένθεση για τον στρατιωτικό ηγέτη της ΕΟΚΑ ας επανέλθουμε στον τετραετή απελευθερωτικό αγώνα της Οργανώσεως (1955 – 1959), ο οποίος θα δώσει Ήρωες και Μάρτυρες στην Ιστορία του Ελληνισμού, όπως ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ο Μιχαλάκης Καραολή, ο Ανδρέας Δημητρίου, ο Κυριάκος Μάτσης και δεκάδες άλλοι! Ενεργά μέλη της ΕΟΚΑ, μεταξύ άλλων, ήταν και οι μετέπειτα Πρόεδροι της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης και Τάσος Παπαδόπουλος, ο Αρχηγός της Σοσιαλιστικής ΕΔΕΚ Βάσος Λυσαρίδης, ο πραξικοπηματίας Νίκος Σαμψών, ο κορυφαίος Κύπριος ποιητής Κώστας Μόντης και ο γνωστός ηθοποιός, τότε μόλις 15χρονος μαθητής, Σωτήρης Μουστάκας.
Για τέσσερα χρόνια με πολιτικό (διαδηλώσεις, απεργίες, κυκλοφορία εντύπων και προκηρύξεων) αλλά και ένοπλο αγώνα, η ΕΟΚΑ θα φέρει σε δύσκολη θέση τη Μεγάλη Βρετανία και θα κερδίσει τη συμπάθεια όλων των λαών της Γης. Όμως ο δίκαιος αγώνας της θα επιτύχει «μερικώς», καθώς η βούληση του 82% του κυπριακού λαού δεν θα ληφθεί υπόψη και έτσι αντί της Ενώσεως θα προκύψει η «Ανεξαρτησία», με την «τεχνική» αναβάθμιση των Τουρκοκυπρίων από μειονότητα σε κοινότητα και δυσλειτουργικό Σύνταγμα, από το 1974 την τουρκική εισβολή και τελικώς τη σημερινή de facto διχοτόμηση.
Συμπερασματικώς, γεγονός αδιαμφισβήτητο είναι ότι οι όχι περισσότεροι από 300 ενεργοί αγωνιστές της ΕΟΚΑ πέτυχαν να επιβάλλουν τη θέλησή τους που ήταν και θέληση της συντριπτικής πλειονότητος των Κυπρίων σε μία ολόκληρη Βρετανική Αυτοκρατορία, κάτι που – δυστυχώς – δεν έχει επιτευχθεί μετά το 1974 και ως σήμερα.
Τιμή και Δόξα στους αγωνιστές της ΕΟΚΑ του 1955-1959!