Δύο μήνες μετά την υπογραφή της Διακήρυξης Φιλίας και Καλής Γειτονίας των Αθηνών, η τουρκική πλευρά πανηγυρίζει για την θετική έκβαση του θέματος προμήθειας των αεροσκαφών F-16 ενώ παράλληλα, συγκεκριμένες κινήσεις της Άγκυρας προκαλούν προβληματισμό για τις πραγματικές προθέσεις της.
Μπορεί να έχει εξασφαλισθεί μία προσωρινή κατάσταση ηρεμίας στο Αιγαίο μετά την υπογραφή της Διακήρυξης, όμως η γενικότερη εικόνα είναι τουλάχιστον προβληματική και απαιτείται παρακολούθηση των επόμενων κινήσεων της Άγκυρας και προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα.
Σε πολιτικό επίπεδο το στίγμα έδωσαν με δηλώσεις τους ο Πρόεδρος και ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας. Ο Ερντογάν στις 27 Ιανουαρίου δήλωσε με νόημα, «..ο αγώνας δεν τελείωσε ρίχνοντας τον εχθρό στη θάλασσα…» ενώ ο Χ. Φιντάν μίλησε και πάλι για την αποστρατιωτικοποίηση και τα θέματα κυριαρχίας νησιών του Αιγαίου, το θέμα του Εναέριου Χώρου αλλά και την κατάσταση των ομογενών στην Ελλάδα (εννοεί την μουσουλμανική μειονότητα).
Επίσης τελευταία καταγράφεται επαναφορά προκλητικών τοποθετήσεων Τούρκων αναλυτών σε εκπομπές φιλοερντογανικών τηλεοπτικών δικτύων, σχετικά με οπλικά συστήματα της Τουρκίας τα οποία δύνανται να πλήξουν στόχους στην ηπειρωτική Ελλάδα, παραπέμποντας στην ακραία τουρκική ρητορική της έντασης της περιόδου 2020-2022.
Δεν είναι δυνατό να παραληφθεί επίσης και η πραγματοποίηση της μεγάλης τουρκικής Διακλαδικής Άσκησης «Θαλασσόλυκος» την περίοδο 07-16 Ιανουαρίου με επίκεντρο το Αιγαίο, η τελική φάση ης οποίας εκτελέσθηκε σε περιοχή έναντι της Ρόδου με το σενάριο να προβλέπει την κατάληψη νησιού.
Στην ίδια προβληματική κατηγορία εντάσσεται και η τελευταία ανακοίνωση από πλευράς Άγκυρας για την λειτουργία της Ι. Μ. της Χώρας στην Κων/πολη ως τζαμί, ενώ η σχετική απόφαση είχε ληφθεί πριν από 4 χρόνια με σχετικό ΦΕΚ (Αύγουστος 2020).
Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλούν στο Αιγαίο, οι ΝΟΤΑΜ της Άγκυρας για λόγους ασκήσεων Έρευνας και Διάσωσης και Προστασίας Περιβάλλοντος, οι τρεις antiΝΟΤΑΜ κάνοντας επίκληση την αποστρατιωτικοποίηση ελληνικών νησιών σε αντίδραση της ανακοίνωσης της ελληνικής Άσκησης «Τρίαινα», αλλά και η τελευταία τουρκική NAVTEX, αναφερόμενη επίσης στο καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης αριθμού ελληνικών νησιών.
Παράλληλα με τις κινήσεις αυτές η Άγκυρα, συνεχίζει την προώθηση σύγχρονου πολεμικού υλικού στην κατεχόμενη Κύπρο αλλά και την προκλητική κατασκευή στρατιωτικών έργων πολύ κοντά στην πράσινη γραμμή.
Στο εξωτερικό πεδίο, η Άγκυρα προωθεί τις συνεργασίες με την Λιβύη οι οποίες μεσομακροπρόθεσμα στρέφονται εναντίον της Ελλάδας, αφού οι τελευταίες επισκέψεις των Τούρκων Υπουργών Ενέργειας και Εξωτερικών στη Λιβύη αποκαλύπτουν την πρόθεση και τις δυνατότητες της Άγκυρας να εκμεταλλευθεί ενεργειακά θαλάσσιες ζώνες νοτίως της Κρήτης.
Η Αθήνα παρακολουθεί με προβληματισμό τις κινήσεις αυτές παρά το γεγονός ότι η υπογραφή της Διακήρυξης Φιλίας λειτούργησε θετικά για την Άγκυρα ως «καλή μαρτυρία» προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, για την θετική έκβαση της προμήθειας – εκσυγχρονισμού των αεροσκαφών F-16 από τις ΗΠΑ.
Η τουρκική πλευρά προβάλλει ξεκάθαρα ότι δεν παραιτείται από τις αξιώσεις της έναντι της Ελλάδας σε υλοποίηση του Δόγματος «Γαλάζια Πατρίδα», του Τουρκολυβικού Μνημονίου κλπ. Εξάλλου ο Ερντογάν σε συνέντευξή του σε ελληνική εφημερίδα λίγο πριν την τελευταία επίσκεψή του στην Αθήνα δήλωσε ξεκάθαρα, «Πραγματικά από πλευράς μας δεν έχει αλλάξει τίποτα…. Αυτό που άλλαξε πρόσφατα είναι ότι η ελληνική πλευρά έχει αναθεωρήσει την οπτική της απέναντί μας...».
Η πραγματοποίηση της τουρκικής Άσκησης «Θαλασσόλυκος» τον περασμένο Ιανουάριο είναι δηλωτική αυτής της πρόθεσης της Άγκυρας. Πιθανότατα η άσκηση ήταν μία αντίδραση στις επισκέψεις του Έλληνα Υπουργού Εθνικής Άμυνας και του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ τον περασμένο Δεκέμβριο σε νησιά του Αιγαίου τα οποία η Άγκυρα θεωρεί ότι υπόκεινται σε καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης καθώς αυτή δεν ήταν προγραμματισμένη και πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά τις επισκέψεις με σενάριο πολύ προκλητικό, σε αντίθεση με το γράμμα αλλά και το πνεύμα της Διακήρυξης Φιλίας των Αθηνών.
Η Άγκυρα την περίοδο αυτή όπου κρίνεται το μέλλον του προγράμματος προμήθειας – εκσυγχρονισμού των F-16, δείχνει ανήσυχη από την προσπάθεια του ελληνικού λόμπυ να ασκήσει πίεση στην αμερικανική πλευρά για το μπλοκάρισμα πώλησης των αεροσκαφών στην Τουρκία και θεωρεί ότι με την επαναφορά των προκλήσεων μπορεί να ασκήσει πίεση σε κάθε παράγοντα που θέτει εμπόδια στο πρόγραμμα αυτό.
Η Άγκυρα μπορεί να τηρεί μία στάση αποφυγής προκλήσεων στο Αιγαίο, όμως δεν θα παραιτηθεί από τον στρατηγικό στόχο που έχει θέσει, δηλαδή τον έλεγχο του μισού Αιγαίου, την εφαρμογή του Τουρκολιβυκού Μνημονίου και την προώθηση της πολιτικής της στην Ελληνική Θράκη και στην Κύπρο.
Απαιτείται η προώθηση του ελληνικού εξοπλιστικού προγράμματος και η επιτάχυνση της επαγγελματοποίησης των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μας χωρίς εκπτώσεις και αναβολές, αφού η Τουρκία θα επανέλθει και πάλι στην προκλητική τακτική του παρελθόντος όταν κλείσει την ψαλίδα του ελλείμματος αεροπορικής ισχύος έναντι της ελληνικής. Εξάλλου, η «παρένθεση των τουρκικών αξιώσεων και αναζήτηση λύσεων σε θέματα που μπορούν να προχωρήσουν Ελλάδα και Τουρκία» όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, θα έχει ημερομηνία λήξεως.
Η Διακήρυξη Φιλίας δεν θα πρέπει να αποσκοπεί μόνο στην εξασφάλιση ήρεμου κλίματος στο Αιγαίο αλλά να αποτελεί προϊόν ειλικρινών προθέσεων για επίλυση των διαφορών με διάλογο. Η εξασφάλιση ειρηνικού κλίματος στο Αιγαίο δεν μπορεί να αποτελεί αυτοσκοπό καθώς μία τέτοια θεώρηση είναι προβληματική αφού ο επιτιθέμενος και ο παραβάτης του Διεθνούς Δικαίου και των συνθηκών έχει την πολυτέλεια να επαναφέρει την κατάσταση έντασης όταν το αποφασίσει.
Δημοσιεύεται στο «ΠΑΡΟΝ της Κυριακής»
Ο Αντιστράτηγος ε.α. Λάζαρος Καμπουρίδης είναι απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, κάτοχος MBA από το Nottinngham Trend University, Πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του ΔΠΘ, και υποψήφιος Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου, ενώ διετέλεσε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Αντιπροσωπείας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1995-1999, Ακόλουθος Άμυνας στην Ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα/παράλληλη διαπίστευση στο Μπακού την περίοδο 2013-2017. Είναι συνεργάτης του αμερικανικού Ινστιτούτου αναλύσεων, «Defense & Foreigner Affairs». Αποστρατεύθηκε τον Μάρτιο / 2022.