Ο Γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1877, στο χωριό Νυμφασία (τότε Γρανίτσα ) Γορτυνίας).
Γονείς του ήταν ο Χαράλαμπος και η Βασιλική Παρασκευοπούλου, την οποία και έχασε στην ηλικία των 3 ετών. Ο πατέρας του ήταν γεωργός και κτηνοτρόφος της περιοχής και λόγω αδυναμίας του να εργάζεται και να παρέχει τα απαραίτητα στην οικογένειά του, παντρεύτηκε ξανά. Η μητριά όμως του Γεωργίου, του φερόταν βάναυσα πολλές φορές. Ο μικρός Γεώργιος ήταν πολύ εργατικός, ενώ ταυτόχρονα έδειχνε ιδιαίτερη έφεση στα γράμματα, με αποτέλεσμα να πρωτεύσει στο Δημοτικό σχολείο της περιοχής. Περνώντας την ηλικία των 12 ετών, λόγω των έντονων οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς του, υποχρεώνεται να εργάζεται βοηθός σε διάφορες δουλειές για να αποκομίσει τα προς το ζην. Ο ίδιος όμως επιθυμεί να φοιτήσει στο σχολείο, τη στιγμή που ήδη είχε αρχίσει να δείχνει κλίση προς την εκκλησιαστική ζωή που θα ακολουθούσε, θέλοντας να γίνει μοναχός.
Έτσι θέλοντας να συνδυάσει και τις δύο ιδιότητες εισέρχεται το 1891 στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κερνίτσης ως υποτακτικός, ενώ την ίδια στιγμή επιδίδεται στη μελέτη των γραμμάτων, τόσο των εκκλησιαστικών, όσο και της θύραθεν παιδείας.Τρία έτη παρέμεινε εκεί και κατόπιν εισέρχεται στην Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, όπου υπήρχε και Σχολαρχείο, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τη γραμματική και πνευματική του πρόοδο, ενώ πλέον γίνεται δόκιμος μοναχός. Η άφιξή του έγινε με περιπετειώδη τρόπο καθώς αναγκάστηκε να ταξιδέψει από το Μοναστήρι της Κερνίτσας ως το Μέγα Σπήλαιο στα Καλάβρυτα, περπατώντας μέσα στο κρύο .Εν τέλει παραμένει για να αναρρώσει στη Μονή του Αγίου Αθανασίου Κλειτορίας, έχοντας ασθενήσει σοβαρά πριν φτάσει όπου τον περιέθαλψε ο Μοναχός Βησσαρίων. Όταν συνήλθε από την ασθένεια, προσήλθε στη Μονή Μεγάλου Σπηλαίου. Ήταν η Διακαινήσιμος εβδομάδα του 1894. Στο Μοναστήρι όμως αδιαφόρησαν για την πνευματική του καλλιέργεια και έτσι αναγκάστηκε να φύγει από εκεί, καθώς αυτό που ζητούσε του ήταν να συνεχίσει τη μελέτη των γραμμάτων κάτι που δε συνέβη στη Μονή. Έτσι με νέα οδοιπορία πηγαίνει στη Μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας, που επίσης είχε σχολαρχείο. Εκεί τον υποδέχθηκαν και τον περιέβαλαν με ιδιαίτερη αγάπη (Σε όλες τις παραπάνω Μονές του είχαν ανατεθεί αρκετά και δύσκολα διακονήματα - εργασίες).Στο σχολαρχείο της Μονής ο δόκιμος μοναχός Γεώργιος αρίστευσε, αλλά λόγω των επιδόσεών του και της διαγωγής του, στράφηκαν εναντίον του πολλοί μοναχοί μέσα στη Μονή, με αποτέλεσμα, να συκοφαντηθεί. Όμως δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι να αποκαλυφθούν οι ραδιουργίες σε βάρος του και να φανερωθεί η αθωότητά του.
Αποφασίζει να φύγει και από τη Μονή Ταξιαρχών και το 1897 φτάνει στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου της Γηροκομήτισσας, λίγο έξω από την Πάτρα, στην οποία εγκαταβιώνει εγγραφόμενος στο μοναχολόγιο της Μονής.Τότε στην Πάτρα δέσποζε η μορφή του Μητροπολίτου Ιεροθέου Μητρόπουλου.
Το 1899 στρατεύτηκε. Στις 30 Αυγούστου του 1903 κείρεται μοναχός στην Ιερά Μονή Θεοτοκίου Άρτης, μετονομαζόμενος σε Γερβάσιος, ενώ στις 2 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους χειροτονείται ιεροδιάκονος. Το 1905 αποφοιτά από το Σχολαρχείο και εισάγεται στο ανώτερο Φροντιστήριο της Ριζαρείου Σχολής επί διευθύνσεως του Αγίου Νεκταρίου, ο οποίος τον εκτιμούσε και αγαπούσε ιδιαίτερα διαβλέποντας σε αυτόν -όπως είχε πει - "τον αυριανό πνευματικό ηγέτη της εκκλησίας".
Το 1906 μετά από διαγωνισμό, του χορηγείται επταετής υποτροφία του κληροδοτήματος της εν Γορτυνία Αικατερίνης Μαντζούνη, δηλαδή μέχρι το πέρας της φοιτήσεως στη Θεολογική Σχολή Αθηνών στην οποία εισήχθη το 1909 αποφοιτώντας από τη Ριζάρειο. Το 1910 σε ηλικία 33 ετών χειροτονείται ιερέας και 4 έτη αργότερα το 1914 λαμβάνει το πτυχίο του διδάκτορος της θεολογικής σχολής.Κατά την παραμονή του στην Αθήνα ο Μητροπολίτης Θεόκλητος Μηνόπουλος εκτίμησε πολύ την προσωπικότητα και τη μόρφωση του Γερβασίου και γι' αυτό τον τοποθέτησε στη θέση του Πρωτοσυγκέλλου της Μητροπόλεως των Αθηνών. Το 1918 διορίζεται καθηγητής στο Α΄ Ελληνικό Σχολείο Ερμουπόλεως Σύρου, όπου και παραμένει για ένα χρόνο. Το 1919 επιστρέφει στη Μονή Γηροκομείου και εκλέγεται ηγούμενος της Μονής. Πρώτη του ενέργεια είναι να αρχίσει την ανακαίνιση της ΜονήςΗ προσπάθειά του δεν τελεσφορεί, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει το 1943 με την άδεια του Μητροπολίτη Αντώνιου από τη Μονή και να ξεκινήσει το έργο του στην πόλη της Πάτρας όπου διέμεινε στο εξής, παραμένοντας πάντοτε εγγεγραμμένος στο Μοναχολόγιο της Μονής Γηροκομείου.
Λίγα έτη νωρίτερα το 1912, ο π. Γερβάσιος είχε διακόψει τις σπουδές του. Ο λόγος ήταν η κατάταξή του στον στρατό ως στρατιωτικός ιερέας, στο «Ανεξάρτητο Ευρυζωνικό Απόσπασμα Κωνσταντινόπουλου», κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους εμψυχώνοντας και μεταδίδοντας το θείο λόγο και την ελπίδα στο ελληνικό στράτευμα, για την απελευθέρωση των ελληνικών εδαφών. Το 1922 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή θα βρουν καταφύγιο στην Πάτρα οικογένειες Μικρασιατών, που αριθμούσαν περισσότερα από 7000 άτομα. Πολλοί πατρινοί και ιδίως οι πιο ευκατάστατοι δεν αποδέχονται εύκολα την είσοδο στην πόλη των προσφύγων. Ο ίδιος την ίδια εποχή θα γράψει:«...απομονώνονται εις ένα γκέτο από την υπόλοιπη Πατραϊκή κοινωνία και για κάθε αναταραχή, πολιτική ή κοινωνική, τους θεωρούν ύποπτους και υπεύθυνους, με συνέπεια συλλήψεις, εφορίες, φυλακίσεις». Μέσα σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση ο Γέροντας Γερβάσιος θα σταθεί δίπλα στους Μικρασιάτες. Θα τους περιθάλψει με αγάπη, θα διαδώσει το μήνυμα της ελπίδας και του θάρρους. Περιέρχεται τους καταυλισμούς, ενδιαφέρεται ένθερμα γι´αυτούς, τους ενισχύει ηθικά και υλικά, με όσες δυνάμεις έχει και όσους λιγοστούς πολίτες συντάσσονται στο πλευρό του.
Τον Απρίλιο του 1941 ως Πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών είναι παρών στις στιγμές αντίστασης του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου απέναντι στους Γερμανούς κατακτητές. Οργανώνει συσσίτια, διασώζει τραυματίες, ασθενείς και αστέγους, οργανώνει τις ενορίες της Αρχιεπισκοπής επιβλέποντας και βοηθώντας στην σωστή λειτουργία τους. Το 1944 η φήμη του για τις ικανότητές του, αλλά και για την προσωπικότητά του η οποία ξεπερνούσε τα αυστηρά θρησκευτικά και πολιτειακά σύνορα, τον φέρνουν επικεφαλής επιτροπής η οποία προσπάθησε να συμφιλιώσει τους ηγέτες Ε.Α.Μ. - Ε.Δ.Ε.Σ. Επιτυχία του θεωρήθηκε η αποτροπή σφαγών και διωγμών στην ευρύτερη περιοχή των Πατρών.
Το 1948 ίδρυσε σχολή χειροτεχνίας ενώ το 1954 ιδρύει νέα εκκλησιαστική κατασκήνωση στα Συχαινά Αχαΐας εντός της οποίας ανεγείρει Ναό της Αγίας Παρασκευής. Παράλληλα δεν πρέπει να λησμονείται η μεγάλη του φιλανθρωπική προσπάθεια με εράνους προς ενίσχυση των φτωχών Πατρινών.