Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα στην υπ' αριθμ. 6/2016 γνωμοδότησή της, υπογραμμίζει ότι τα πρόσθετα οικονομικά στοιχεία που ζητούνται (σύμφωνα με το νόμο 4389/2016) στις δηλώσεις του «πόθεν έσχες» και είναι η υποχρέωση καταγραφής του συνόλου των μετρητών που βρίσκονται σε τραπεζικές θυρίδες και η καταγραφή του συνόλου των μετρητών που δεν είναι σε τράπεζες και ταμιευτήρια, αλλά φυλάσσονται στις κατοικίες, κ.λπ. εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων, είναι συνταγματικά ανεκτή και είναι μέσα στα όρια του δημοσίου συμφέροντος. Και αυτό γιατί «εξυπηρετεί τη διαφάνεια του πολιτικού και δημόσιου βίου».
Παράλληλα, η Αρχή αναφέρει ότι η καταγραφή στις δηλώσεις του «πόθεν έσχες», των κινητών μεγάλης αξίας, εφόσον η αξία τους υπερβαίνει τις 30.000 ευρώ και των κινητών που φυλάσσονται σε τραπεζικές θυρίδες, «συνιστά περιορισμό του ατομικού δικαιώματος στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Πολύ περισσότερο, όταν για τις δύο αυτές κατηγορίες κινητών υπάρχει ζήτημα αδυναμίας πρόβλεψης και εκτίμησης της πραγματικής τους αξίας».
Προσθέτει μάλιστα ως προς το θέμα αυτό, ότι η υποχρέωση καταγραφής των κινητών που βρίσκονται σε θυρίδες κ.λ.π., είναι εφικτή μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχει αποδεικτικό της αξίας τους (παραστατικό αγοράς, κ.λπ.) και εφόσον δεν πρόκειται για οικογενειακό κειμήλιο.
Τέλος, σύμφωνα με την Αρχή, η ανάρτηση (όπως προβλέπει ο νόμος 4389/2016) στο διαδίκτυο των αντικειμένων μεγάλης αξίας (άνω των 30.000 ευρώ) και των μετρητών που βρίσκονται εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων, εφόσον είναι πάνω από το ποσό των 15.000 ευρώ, των υπόχρεων υποβολής δήλωσης «πόθεν έσχες», δεν δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, ενώ περιορίζει τα ατομικά δικαιώματα και θέτει σε κίνδυνο την περιουσία και τη ζωή όσων υποβάλλουν δηλώσεις.