Μεγάλη Παρασκευή σήμερα (06/04) και ο Χριστός σταυρώνεται γεμίζοντας με πένθος τους απανταχού Χριστιανούς.
Τα αίτια θανάτου του Ιησού είναι σαφώς γνωστά μέσα από τις περιγραφές και τις μαρτυρίες των Ευαγγελιστών, και βέβαια με το συγκεκριμένο ασχολούνται εδώ και αιώνες οι προσπαθώντας από την δική τους πλευρά να δώσουν εξηγήσεις για την σταύρωση και τον βιολογικό θάνατο του Θεανθρώπου, στηριζόμενοι και σε ιστορικές μαρτυρίες της εποχής, συγγραφείς του πρώτου αιώνα μ.Χ, αλλά και την περίφημη Σινδόνη του Τουρίνου,με την οποία πιστεύεται ότι τύλιξαν το σώμα του Ιησού κατά την Αποκαθήλωση.
Σύμφωνα με τις επικρατέστερες απόψεις η σταύρωση του Χριστού έγινε την Παρασκευή 7 Απριλίου (14 του ιουδαϊκού μήνα Νισάν) του έτους 30.
Μεγάλη Παρασκευή:Ω γλυκύ μου έαρ..
Ο Ιησούς καταδικάστηκε στον σταυρικό θάνατο, μια ποινή τόσο σκληρή που οι ίδιοι οι Ρωμαίοι, αφού την πήραν από τους Καρχηδονίους την τελειοποίησαν έτσι ώστε να φέρνει τον θάνατο με αργή και βασανιστική ασφυξία, σε μια μέθοδο συνηθισμένη εκείνα τα χρόνια.
Οι σταυρώσεις γίνονταν για υγειονομικούς λόγους έξω από κατοικημένες περιοχές . Οι ξύλινοι σταυροί δεν ήταν μονοκόμματοι αλλά το κάθετο σκέλος τους έμενε μόνιμα καρφωμένο στον τόπο της εκτέλεσης. Το οριζόντιο, που μπορεί να ζύγιζε και πάνω από 50 κιλά, μεταφερόταν ως εκεί από τον κατάδικο, ο οποίος συνοδευόταν από στρατιωτικό απόσπασμα. Όταν έφταναν στο μέρος της σταύρωσης, στους κατάδικους προσφερόταν ένα ποτό από κρασί με μύρο, που είχε κάποιες ναρκωτικές ιδιότητες.
Τα καρφιά περνούσαν ανάμεσα από τα οστά των καρπών. Έπειτα το οριζόντιο σκέλος ανυψωνόταν και στερεωνόταν στον κατακόρυφο στύλο – συνήθως, την εποχή του Ιησού, στην κορυφή του, δίνοντας στον σταυρό το σχήμα κεφαλαίου . Έπειτα έστρεφαν τα σκέλη προς τα πλάγια ελαφρώς λυγισμένα και τα κάρφωναν μαζί με ένα ακόμα καρφί που περνούσε και από τους ταρσούς και των δύο ποδιών. Η διαδικασία ολοκληρωνόταν με τη στερέωση στην κορυφή του σταυρού μιας επιγραφής με το όνομα και το έγκλημα του καταδίκου.
Ο σταυρωμένος περνούσε ένα βασανιστικό διάστημα που διαρκούσε από ώρες μέχρι δυο ή τρία εικοσιτετράωρα. Το κρέμασμα του σώματος από τα καρφιά δεν προκαλούσε μόνο απερίγραπτο πόνο αλλά και εξανάγκαζε τον θώρακα να μένει διαρκώς «ανοιχτός» σε θέση εισπνοής και τα πνευμόνια να μην μπορούν να αδειάσουν για να πάρουν καινούργιο αέρα. Με αυτό τον τρόπο σταδιακά το αίμα και οι ιστοί άδειαζαν από οξυγόνο και πλημμύριζαν με διοξείδιο του άνθρακα, ενώ οι πνεύμονες γέμιζαν υγρό. Καθώς ο κατάδικος ασφυκτιούσε, προσπαθούσε να ανασηκωθεί πάνω στα καρφωμένα πόδια του για να ανασάνει τρίβοντας την κομματιασμένη από το μαστίγωμα πλάτη του πάνω στο ξύλο του σταυρού. Όταν όμως ανασηκωνόταν, ο πόνος από τα πόδια και τις αρθρώσεις των ώμων και των χεριών ήταν αφόρητος και τον ανάγκαζε να ξαναφεθεί να κρέμεται. Ο σωματικός πόνος και η έλλειψη οξυγόνου τον έφερναν σε ημικωματώδη κατάσταση. Στο τέλος μοιραίο ήταν να πεθάνει από.
Η τελευταία κραυγή του Ιησού για πολλούς μελετητές είναι μια ένδειξη ότι ο θάνατος προήλθε από κάποιο έντονο γεγονός, όπως μια καρδιακή ανακοπή. Η ιατρική εξήγηση για το αίμα και το νερό που, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, έτρεξαν από τα πλευρά του Ιησού όταν τον λόγχισε ο Ρωμαίος στρατιώτης για να επιβεβαιώσει τον θάνατό Του είναι η συσσώρευση υγρού ανάμεσα στην καρδιά και τη μεμβράνη που την περιβάλλει, το περικάρδιο, το οποίο έρευσε μαζί με το αίμα με το τρύπημα της λόγχης. Η συμφόρηση αυτή επιβάρυνε ακόμα περισσότερο τη λειτουργία της καρδιάς, που προσπαθούσε να αντλήσει το πυκνόρρευστο, ελαττωμένο από την αιμορραγία και κενό από οξυγόνο αίμα. Άλλες εξηγήσεις αναφέρονται σε μια πολυπαραγοντική αιτιολογία θανάτου, που περιλαμβάνει το σοκ εξαιτίας της αιμορραγίας, την ασφυξία, την οξεία καρδιακή ανεπάρκεια.