«Ο πρόεδρος Τραμπ αντιμετωπίζει πρόκληση, ανάλογη της οποίας δεν έχει αντιμετωπίσει άλλος πρόεδρος στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία. Δεν πρόκειται μόνο για τη βαριά σκιά που ρίχνει η έρευνα του εισαγγελέα Μιούλερ ή για το ότι η χώρα είναι βαθιά διχασμένη, αλλά ούτε και για το γεγονός ότι το κόμμα του αναμένεται να χάσει τον έλεγχο του Κογκρέσου.
Το δίλημμα, το οποίο δεν συλλαμβάνει ο πρόεδρος Τραμπ, είναι ότι πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι της κυβέρνησής του εργάζονται συστηματικά εκ των έσω για να ακυρώσουν κάποιες από τις πρωτοβουλίες του και να τιθασεύσουν τα χειρότερα ένστικτά του. Είμαι ένας από αυτούς.
Για να είμαι ξεκάθαρος, η “αντίστασή” μας δεν ταυτίζεται με την Αριστερά. Επιθυμούμε την επιτυχία του κυβερνητικού έργου και πιστεύουμε ότι πολλές κυβερνητικές προτάσεις κατέστησαν την Αμερική ασφαλέστερη και πιο εύπορη. Πιστεύουμε, όμως, ότι άμεση προτεραιότητα πρέπει να είναι η πατρίδα μας, ενώ ο πρόεδρος συνεχίζει να συμπεριφέρεται με τρόπο βλαβερό για τη δημοκρατία μας. Για τον λόγο αυτό, πολλά κυβερνητικά στελέχη, διορισμένα από τον πρόεδρο Τραμπ, δεσμεύθηκαν να κάνουν ό,τι μπορούν για να προστατεύσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς και να εμποδίσουν τις πιο άστοχες πρωτοβουλίες του Τραμπ.
Η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται στην ανηθικότητα του προέδρου. Οσοι εργάζονται για αυτόν γνωρίζουν ότι οι αποφάσεις του δεν βασίζονται σε κάποιο σύστημα αξιών. Παρότι εξελέγη ως Ρεπουμπλικανός, ο πρόεδρος δεν ασπάζεται τις απόψεις των συντηρητικών: ελεύθερη σκέψη, ελεύθερες αγορές και ελεύθεροι πολίτες. Στην καλύτερη περίπτωση, μνημονεύει τα ιδεώδη αυτά όταν αυτό τον βολεύει, ενώ στη χειρότερη, τα απορρίπτει διαρρήδην.
Τα ένστικτα του προέδρου Τραμπ αντιβαίνουν συνήθως στις αρχές του ελεύθερου εμπορίου και της ίδιας της δημοκρατίας, όπως η εμμονή του στη θεωρία ότι ο Τύπος είναι “εχθρός του λαού”. Μη με παρεξηγείτε, υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις, τις οποίες η συστηματικά αρνητική κάλυψη της κυβέρνησης από τα ΜΜΕ δεν προβάλλει: την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, την ιστορική φορολογική μεταρρύθμιση, την ενίσχυση του στρατού και άλλα. Οι επιτυχίες αυτές, όμως, σημειώθηκαν σε πείσμα –και όχι χάρη– στο ύφος της προεδρικής εξουσίας, η οποία παραμένει παρορμητική, εριστική, μικροπρεπής και αναποτελεσματική.
Από τον Λευκό Οίκο, μέχρι και τις υπηρεσίες των υπουργείων, ανώτατοι αξιωματούχοι εκφράζουν σε ιδιωτικές τους συζητήσεις την έκπληξή τους για τα σχόλια και τις πράξεις του προέδρου. Οι περισσότεροι από αυτούς εργάζονται με στόχο να προστατεύσουν τις υπηρεσίες τους από τις ορέξεις του.
Οι συσκέψεις υπό τον Τραμπ καταλήγουν συχνά εκτός θέματος, με τον πρόεδρο να παραληρεί, με αποτέλεσμα τη λήψη ατελών, ελλιπώς ενημερωμένων και ενίοτε ριψοκίνδυνων αποφάσεων, οι οποίες πρέπει να αλλάξουν. “Δεν υπάρχει τρόπος να ξέρει κανείς εάν θα αλλάξει γνώμη από τη μία στιγμή στην άλλη”, παραπονέθηκε πρόσφατα ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος, που έβγαινε εξοργισμένο από σύσκεψη στο Οβάλ Γραφείο. Στη σύσκεψη αυτή, ο πρόεδρος άλλαξε γνώμη μεταβάλλοντας απόφαση, την οποία είχε λάβει πριν μία εβδομάδα.
Η παρορμητική συμπεριφορά του Τραμπ θα ήταν πιο ανησυχητική, εάν δεν υπήρχαν οι αφανείς ήρωες, μέσα και έξω από τον Λευκό Οίκο. Κάποιοι από τους συνεργάτες του παρουσιάζονται ως “κακοί” από τα μέσα ενημέρωσης. Κατ’ ιδίαν, όμως, οι άνθρωποι αυτοί έχουν καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για να περιορίσουν τις προβληματικές αποφάσεις, χωρίς να το πετυχαίνουν πάντα.
Οι Αμερικανοί πρέπει να γνωρίζουν ότι υπάρχουν ενήλικες στην αίθουσα, παρότι αυτό δεν αποτελεί παρηγοριά στη χαώδη παρούσα κατάσταση. Συνειδητοποιούμε απόλυτα τι συμβαίνει και προσπαθούμε να πράξουμε το σωστό, ακόμη και όταν ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θα το πράξει. Το αποτέλεσμα είναι μία προεδρία δύο ταχυτήτων.
Ας πάρουμε την εξωτερική πολιτική: σε ιδιωτικές αλλά και σε δημόσιες συζητήσεις, ο πρόεδρος Τραμπ εκφράζει την προτίμησή του για αυταρχικούς ηγέτες και δικτάτορες, όπως ο πρόεδρος Πούτιν και ο Βορειοκορεάτης Κιμ Γιονγκ Ουν, μιλώντας περιφρονητικά για συμμαχικές χώρες.
Οξυδερκείς παρατηρητές σημειώνουν ότι η κυβέρνηση λειτουργεί σε άλλο επίπεδο, καταδικάζοντας τη Ρωσία και επιδιώκοντας σύσφιγξη των σχέσεων με συμμαχικές χώρες. Σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, ο Τραμπ εμφανίσθηκε διστακτικός να απελάσει Ρώσους πράκτορες. Δεν σταμάτησε να παραπονιέται για εβδομάδες για την προσπάθεια στελεχών της κυβέρνησής του να τον φέρουν αντιμέτωπο με τον πρόεδρο Πούτιν, εκφράζοντας τη διαφωνία του για την επιβολή κυρώσεων κατά της Μόσχας. Η ομάδα εθνικής ασφάλειας της κυβέρνησης αγνόησε, όμως, τις ενστάσεις του. Αυτό δεν αποτελεί έργο του “βαθέος κράτους”, αλλά έργο ενός σταθερού κράτους.
Δεδομένης της αστάθειας που πολλοί διαπίστωσαν, ψίθυροι ακούστηκαν από την αρχή για την επίκληση του άρθρου 25 του Συντάγματος, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην καθαίρεση του Τραμπ. Κανείς δεν επιθυμούσε, όμως, να προκαλέσει συνταγματική κρίση. Θα κάνουμε λοιπόν ό,τι μπορούμε για να καθοδηγήσουμε την κυβέρνηση στη σωστή κατεύθυνση.
Η μεγαλύτερη ανησυχία αφορά τώρα την ικανότητα του Τραμπ να παρασύρει το επίπεδο της πολιτικής συζήτησης στο χαμηλότερο σημείο του. Ο γερουσιαστής Μακέιν το έθεσε πολύ καλά στην αποχαιρετιστήρια επιστολή του. Ολοι οι Αμερικανοί οφείλουν να αφουγκρασθούν τα λόγια του και να σπάσουν τα δεσμά της μικροπολιτικής πρακτικής, με στόχο την επίτευξη των κοινών μας ιδεωδών.
Αν και ο γερουσιαστής Μακέιν δεν είναι πια μαζί μας, το παράδειγμά του μένει ζωντανό, ένα άστρο-οδηγός για την επαναφορά της εντιμότητας στην πολιτική ζωή και στον δημόσιο λόγο. Ο κ. Τραμπ φοβάται τέτοιους ανθρώπους, αλλά εμείς οφείλουμε να τους τιμούμε.
Υπάρχει μία σιωπηλή αντίσταση στο εσωτερικό της κυβέρνησης, αποτελούμενη από ανθρώπους, οι οποίοι θεωρούν ότι η πατρίδα πρέπει να προηγείται. Την πραγματική διαφορά θα κάνουν, όμως, οι καθημερινοί πολίτες, που θα υπερκεράσουν τις ιδεολογικές διαφορές, υιοθετώντας μία και μόνη ταυτότητα, εκείνη του Αμερικανού πολίτη».
Πηγή: Καθημερινή