Τα "ελγίνεια" της Εκκλησίας τα οποία άρπαξαν το 1916 οι Βούλγαροι από τη Βόρεια Ελλάδα θα απασχολήσουν 105 χρόνια μετά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετά από ερώτηση που κατέθεσε ο Ευρωβουλευτής Εμμανουήλ Φράγκος Φραγκούλης.
Η κίνηση αυτή του Έλληνα Ευρωβουλευτή έρχεται να ενισχύσει τις αλλεπάλληλες προσπάθειες του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Μητροπόλεως Δράμας αλλά και ιδιωτών για τον επαναπατρισμό των κλαπέντων κειμηλίων στον φυσικό τους χώρο.
Στην ερώτηση προς την Ε.Ε ο κ.Φράγκος αναφέρει:
"Η Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης, χτισμένη σε υψόμετρο 753 μέτρων, στον Δήμο Αμφίπολης (Σέρρες), με εντυπωσιακή ιστορία 15 αιώνων, έχοντας λειτουργήσει και ως εκπαιδευτικό κέντρο, καταστράφηκε πολλές φορές από επιδρομές στη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Κατά τους βαλκανικούς, τον Α και Β' ΠΠ αποτέλεσε στόχο των Βουλγάρων κατακτητών, με δολοφονίες, απαγωγές, πυρπολήσεις, καταστροφές, αλλά και κλοπές των ιερών κειμηλίων και 1300 τόμων βιβλίων και χειρογράφων, τα οποία ακόμα και σήμερα βρίσκονται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Σόφιας, στο Κέντρο Σλαβοβυζαντινών Σπουδών Ivan Dujev και στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Βουλγαρίας, ενώ κάποια άλλα πουλήθηκαν ή έφτασαν με άλλους τρόπους, μέσω Βουλγαρίας, σε βιβλιοθήκες εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και ιδιωτικές συλλογές της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Αυτά τα κειμήλια έχει πολλές φορές ζητήσει η Ελληνική Πολιτεία έκτοτε.
H Οδηγία 2014/60/ΕΕ σχετικά με την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών αναφέρεται σε παρανόμως απομακρυνθέντα αγαθά από το έδαφος κράτους μέλους, μετά το 1992 και σύμφωνα με το άρθρο 167(ΣΛΕΕ), η προστασία και η προώθηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, συμπεριλαμβανομένης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών, όμως υπάρχει πεδίο δράσης της ΕΕ στην ενθάρρυνση της συνεργασίας και στην υποστήριξη και συμπλήρωση ενεργειών υπέρ της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Διαθέτει εργαλεία υποστήριξης κινήσεων καλής θέλησης, για να επιστραφεί η κλαπείσα σε πρότερη περίοδο πολιτιστική κληρονομιά ενός Κράτους Μέλους από ένα άλλο;
Μπορεί η Οδηγία 2014/60/ΕΕ να αναθεωρηθεί κατόπιν πιθανού αιτήματος Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων Πολιτών;"
Το ιστορικό της μεγάλης κλοπής
Πριν από 105 χρόνια βουλγαρικός Στρατός σύλησε τα μοναστήρια στη Βόρεια Ελλάδα. Οι Βούλγαροι κινήθηκαν βάσει σχεδίου, εστιάζοντας κυρίως στις ιστορικές μονές Εικοσιφοινίσσης στη Δράμα και Τιμίου Προδρόμου στις Σέρρες. Τότε είχαν αρπάξει σπάνια χειρόγραφα και κειμήλια, τα οποία σήμερα φυλάσσονται σε πυρηνικό καταφύγιο στη Σόφια, που ανήκει στο Ίδρυμα Σλαβοβυζαντινών Μελετών «Ιβάν Ντούιτσεφ» (χειρόγραφα) και στο εθνολογικό μουσείο της Σόφιας (κειμήλια). Από το 1975 και μετά, η ελληνική πλευρά άρχισε να αναζητά τρόπους να τα φέρει στην Ελλάδα, για να φτάσουμε σήμερα οι δήμοι της περιοχής, οι μονές και οι μητροπόλεις, αλλά και επιστήμονες κυρίως από τις Σέρρες να έχουν κάνει αρκετά βήματα, με τους Βούλγαρους αυτήν τη φορά να μην ισχυρίζονται ότι «δεν γνωρίζουν κάτι», αλλά να είναι διατεθειμένοι να ανταλλάξουν τα κλεμμένα χειρόγραφα και τα κειμήλια με τα οστά του βασιλιά τους Συμεών που βρίσκονται στο Βυζαντινό Μουσείο της Θεσσαλονίκης – οστά τα οποία είχαν ανακαλύψει σε ανασκαφές που είχαν γίνει στον Άγιο Αχίλλειο στις Πρέσπες.
Πλέον, όλοι εκτιμούν ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για οριστική λύση και επιστροφή των χειρογράφων και των κειμηλίων, έχουν γίνει δεκάδες παρεμβάσεις από την Ελλάδα αλλά και το Φανάρι χωρίς αποτέλεσμα.
Σημαντική στην αναζήτηση λύσης είναι η συμβολή της κίνησης Ε.Μ.Ε.Ι.Σ - Εταιρεία Μελέτης και Έρευνας Ιστορίας Σερρών, η οποία προσπαθεί χωρίς «κραυγές» να τεκμηριώσει τις ελληνικές θέσεις ώστε να επιστρέψουν τα "Ελγίνεια της Εκκλησίας".
Κατά την πρώτη δεκαετία του 1900 οι Βούλγαροι, σε μια προσπάθεια να αποδείξουν ότι η Μακεδονία είναι δικό τους έδαφος, έστειλαν βάσει σχεδίου στα πατριαρχικά-σταυροπηγιακά μοναστήρια τον φερόμενο ως βυζαντινολόγο Αυστριακό Βλαδίμηρο Σις, ο οποίος κινούνταν με τσεχικό διαβατήριο και κατάφερε να συγκεντρώσει πολλά στοιχεία για τους θησαυρούς που βρίσκονταν στις Μονές Τιμίου Προδρόμου και Εικοσιφοινίσσης.
Το 1916 Βούλγαροι στρατιώτες άρπαξαν σπάνια χειρόγραφα και κειμήλια, τα οποία μετέφεραν στη Σόφια. Είναι χαρακτηριστική η αφήγηση μοναχών της Εικοσιφοινίσσης σύμφωνα με την οποία οι Βούλγαροι φόρτωσαν τους θησαυρούς σε 18 μουλάρια!
Με την υπογραφή της Συνθήκης του Νεϊγύ, οι Βούλγαροι υποσχέθηκαν να τα επιστρέψουν. Τότε τους επισκέφτηκε ως απεσταλμένος της ελληνικής κυβέρνησης ο καθηγητής Γεώργιος Σωτηρίου, στον οποίο έδωσαν μέσα σε κιβώτια χειρόγραφα και κειμήλια που μεταφέρθηκαν στην Αθήνα. Ο κύριος όγκος, ωστόσο, έμεινε σε βουλγαρικά χέρια. Και, αντί οι Βούλγαροι να φροντίσουν να επιστρέψουν και τα υπόλοιπα, κατά τη γερμανική Κατοχή σύλησαν για ακόμα μία φορά μονές και ναούς της περιοχής.
Πολύ αργότερα ασχολήθηκε και ο Κ. Καραμανλής, ο οποίος είχε καλές σχέσεις με τον τότε Βούλγαρο πρόεδρο Ζίφκοφ, αλλά τελικά δεν υπήρξε αποτέλεσμα, μάλλον με ευθύνη της ελληνικής πλευράς.
Το 1989, λίγο πριν την κατάρρευση του καθεστώτος, σε συνέδριο που έγινε, για πρώτη φορά έγινε λόγος για τα ελληνικά χειρόγραφα που βρίσκονται στη Σόφια. Η «ταυτοποίηση» έγινε με περιγραφές που είχε κάνει ο Λίνος Πολίτης, ο οποίος είχε δει τη κειμήλια πριν από την αρπαγή. Στη συνέχεια, μια Βουλγάρα ιστορικός, η Αξίνια Τζούροβα, ανέδειξε και αυτή το πρόβλημα, και μάλιστα συμμετείχε σε συνέδριο που οργανώθηκε το 1992 από τον Δήμο Σερρών. Αντιδήμαρχος πολιτισμού ήταν ο κ. Μάρκος Μπόλαρης. Τρεις καθηγητές, οι Βασίλης Κατσαρός, Βασίλης Άτσαλος και Χαράλαμπος Παπαστάθης, ανέλαβαν δράση, για να φτάσουμε στο σημαντικό αποτέλεσμα να καταγραφούν όλα τα στοιχεία και να παρουσιαστούν σε συνέδριο στο Λονδίνο.
Έπειτα από όλες αυτές τις προσπάθειες, οι οποίες συνεχίζονται με αμείωτη ένταση και... πολλή ουσία, η επιστροφή των κειμηλίων έχει ωριμάσει. Όπως έχουν ωριμάσει και οι συνθήκες για να επιστρέψουν τα οστά του Βούλγαρου βασιλιά Συμεών στη Σόφια...