«Ο Ντόναλντ Τραμπ καταλήγει σε ένα απλό αφήγημα εξωτερικής πολιτικής με φόντο τη δεύτερη υποψηφιότητά του για τον Λευκό Οίκο: Θέλετε έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο; Ψηφίστε τον άλλον τύπο»!
Κάπως έτσι συμπυκνώνει το άρθρο του Politico τη στρατηγική Τραμπ ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024.
Όπως αναφέρει το άρθρο των Μέρεντιθ ΜακΓκρό, Νάταλι Άλισον και Γκάρι Φάιναουτ, ο Τραμπ καταφέρθηκε εναντίον του διαδόχου του στην προεδρία των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, για τη διαχείριση της περίπτωσης του Αφγανιστάν, διεμήνυσε πως ο ίδιος θα μπορούσε να έχει τερματίσει «σε 24 ώρες» τον πόλεμο στην Ουκρανία χωρίς όμως να διευκρινίσει πώς, και ισχυρίστηκε ότι η αποστολή τεθωρακισμένων στην Ουκρανία μπορεί να πυροδοτήσει πυρηνικό πόλεμο.
Η αυτοπροβολή του ως «ειρηνοποιού», ικανού να διευθετεί κάθε διεθνές πρόβλημα και διπλωματικό αδιέξοδο, και οι ισχυρισμοί του για τις ικανότητές του στο μέτωπο της γεωπολιτικής αποτελούν τη συνέχεια μιας στάσης που ο Τραμπ είχε προβάλει και στο παρελθόν, τόσο ως υποψήφιος όσο και ως πρόεδρος των ΗΠΑ, μια στάση την οποία ωστόσο ο ίδιος είχε στην πράξη διαψεύσει ουκ ολίγες φορές, όπως σημειώνει το σχετικό δημοσίευμα.
Εν όψει μιας διαφαινόμενα έντονης κούρσας για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, το οποίο μεταξύ άλλων θα διεκδικήσουν άλλοτε στενοί συνεργάτες του Τραμπ όπως η πρώην πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Νίκι Χέιλι, ο πρώην αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον Ντε Σάντις, ο Τραμπ προσπαθεί να βρει τον βηματισμό που θα του εξασφαλίσει αυτήν την πρώτη εσωκομματική νίκη που θα τον θέσει απέναντι στον υποψήφιο των Δημοκρατικών για την προεδρία.
«Περιστέρι μεταξύ γερακιών»
Πηγές από τον προεκλογικό κύκλο του Τραμπ σημειώνουν στο Politico ότι εκείνος σχεδιάζει να παρουσιαστεί ως το «αντιπολεμικό περιστέρι μεταξύ των γερακιών», κάτι που, όπως εκτιμούν, θα έχει απήχηση στους ψηφοφόρους των Ρεπουμπλικανών που εμφανίζονται διχασμένοι απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και ολοένα πιο επιφυλακτικοί αναφορικά με την αμερικανική υποστήριξη στο Κίεβο.
«Ο Τραμπ είναι ο πρόεδρος της ειρήνης και ο πρώτος πρόεδρος σε δύο γενιές που δεν ξεκίνησε πόλεμο κάπου, ενώ αν δεις το ιστορικό του Ντε Σάντις στο Κογκρέσο, θα διαπιστώσεις πως έχει ψηφίσει υπέρ της μεγαλύτερης στρατιωτικής εμπλοκής στο εξωτερικό», ανέφερε χαρακτηριστικά, υπό καθεστώς ανωνυμίας, πηγή της ομάδας που έχει αναλάβει την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ.
«Ο Τραμπ είναι το μόνο άτομο που έχει αντιτεθεί στην περαιτέρω χρηματοδότηση στον πόλεμο της Ουκρανίας. Δεν άκουσα τη Νίκι Χέιλι να λέει κάτι ανάλογο. Κι έπειτα; Πομπέο και Πενς τι υποστηρίζουν για την Ουκρανία;» διερωτάται η ίδια πηγή – αν και αξίζει να σημειωθεί ότι η Χέιλι, ο Πενς και ο Πομπέο έχουν ζητήσει να δοθεί περισσότερη βοήθεια στους Ουκρανούς, επικρίνοντας μάλιστα τη διοίκηση Μπάιντεν για ανεπαρκή βοήθεια.
«Εκτιμώ πως η εθνική ασφάλεια θα αναδειχτεί σε πολύ πιο σημαντικό ζήτημα το 2024 από ό,τι σε πολλές από τις πιο πρόσφατες προεδρικές εκλογές. Θα προσέξατε βέβαια πως ένα κινέζικο μπαλόνι πετά πάνω από τη χώρα», είχε σημειώσει προσφάτως ο Τζον Μπόλτον, πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας της διοίκησης Τραμπ, άλλοτε στενός συνεργάτης του προέδρου και νυν σφοδρός επικριτής του.
Ο Τραμπ, καθώς θεωρεί τον εαυτό του λιγότερο «πολεμοχαρή» από τους άλλους διεκδικητές τού χρίσματος, υπογραμμίζει αυτές τις διαφορές, εστιάζοντας παράλληλα στις αδυναμίες των αντιπάλων του.
Την περασμένη Πέμπτη, ο Τραμπ ανέφερε πως ο Πομπέο «έλαβε περισσότερα εύσημα από όσα θα έπρεπε» για επιτυχίες του που είχε ως επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, σε μία προσπάθεια να υποβαθμίσει την εμπειρία του αντιπάλου του στην εξωτερική πολιτική – παρότι ήταν ο ίδιος που τον είχε διορίσει.
Με την εξωτερική πολιτική αιχμή του δόρατος
Το επιτελείο Τραμπ διαφήμισε, επίσης, το άρθρο γνώμης του γερουσιαστή Τζ. Ντ. Βανς στη Wall Street Journal, το οποίο υπογράμμιζε το χαρακτηριστικό του Τραμπ να μην εμπλέκεται σε ξένες υποθέσεις.
Η ομάδα του Τραμπ βλέπει την εξωτερική πολιτική ως πεδίο υπεροχής έναντι του κυβερνήτη της Φλόριντα Ρον Ντε Σάντις ο οποίος έχει ελάχιστη εμπειρία στο πεδίο της διπλωματίας και της διεθνούς πολιτικής.
«Οι κυβερνήτες θα δυσκολευτούν να αποδείξουν τις ικανότητές τους στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής επειδή δεν είναι στα βασικά καθήκοντά τους, οπότε θα πρέπει να κάνουν κάτι για να αποκτήσουν προβάδισμα και να αποδείξουν στους ψηφοφόρους πως είναι ικανοί να διαχειριστούν όλα αυτά τα ζητήματα που ανακύπτουν στη διεθνή σκηνή», σημειώνει ο Ντέιβιντ Έρμπαν, Ρεπουμπλικανός σχεδιαστής στρατηγικής και σύμβουλος προεδρικών υποψηφίων.
Πράγματι, υπάρχουν ενδείξεις πως ο Ντε Σάντις ήδη έχει κινητοποιηθεί για να καλύψει αυτό το μέτωπο. Ο ίδιος φέρεται να είχε τηλεφωνικές επαφές και συναντήσεις με ξένους ηγέτες και πρέσβεις τους τελευταίους μήνες – μεταξύ άλλων από το Ισραήλ, την Ιαπωνία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Από την άλλη πλευρά, άτομο τού κύκλου της Χέιλι ανέφερε πως η πρώην πρέσβειρα των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη θα «διαφημίσει» τα δικά της επιτεύγματα στην εξωτερική πολιτική, μεταξύ των οποίων τη συμβολή της σε «επιτυχίες» που πιστώθηκαν στη διοίκηση Τραμπ, όπως αυτή της μεταφοράς της έδρας της αμερικανικής πρεσβείας στο Ισραήλ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, της κατάργησης της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν και της εξασφάλισης της συμμετοχής της Κίνας στις κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας.
Πάντως, ο Μπόλτον θεωρεί πως ο Τραμπ θα αποδειχτεί ευάλωτος στο θέμα της εξωτερικής πολιτικής όταν γίνει σαφές πως δεν διαθέτει σχέδιο.
«Δεν έχει πολιτική σε σχεδόν τίποτα, έχει τον Ντόναλντ Τραμπ. Η πιο πρόσφατη θεωρία του ήταν πως, αν ήταν πρόεδρος, θα έλυνε τη ρωσο-ουκρανική διένεξη σε 24 ώρες. Νομίζω πως κάτι τέτοιο είναι τόσο γελοίο ώστε να διαψεύδεται από μόνο του. Νoμίζω πως οι πολίτες και όσοι αποκαλούνται Ρεπουμπλικανοί δεν πείθονται», σημειώνει ο Μπόλτον.
Πηγή: Politico