Στην Ουάσιγκτον μεταβαίνει αυτή την εβδομάδα ο Ολαφ Σολτς για να μετάσχει στη σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Προς το παρόν, παραμένει άλλωστε, υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας. Ολοι οι μετέχοντες στη σύνοδο, περιμένουν πάντως να τον υποδεχτούν ως τον επόμενο καγκελάριο της Γερμανίας. Οσο και αν οι διαπραγματεύσεις για τη συγκρότηση του νέου κυβερνητικού συνασπισμού με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, ο Σολτς παραμένει «η μόνη σταθερά»: Ουδείς αμφισβητεί πλέον ότι θα διαδεχτεί την Ανγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία. Ο Ολαφ Σολτς δεν είναι ξένος σε πολλούς αρχηγούς κυβερνήσεων. Κάποιοι έχουν στενή σχέση μαζί του, ορισμένοι όμως έχουν κάποια ερωτήματα για την πορεία που θα ακολουθήσει στην εξωτερική του πολιτική.
Αλλωστε, όπως γράφει η Handelsblatt, «δεν πρόκειται να υπάρξει περίοδος χάριτος για την νέα κυβέρνηση». Μια ματιά στα πρωτοσέλιδα των τελευταίων ημερών αρκεί για να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης: Η πολωνική κυβέρνηση φλερτάρει με την αποχώρηση από την ΕΕ, η τιμή του φυσικού αερίου εκτοξεύεται στα ύψη, η Ρωσία μπορεί να ανοίγει και κλείνει τη στρόφιγγα και η Κίνα επιδιώκει να εκτοπίσει τη γερμανική βιομηχανία από την παγκόσμια αγορά. Η Μέση Ανατολή δεν ηρεμεί. Και οι Αμερικανοί απομακρύνονται και στρέφουν την προσοχή τους στον Ινδο-Ειρηνικό.
Ο δρ. Κρίστιαν Μόλινγκ ,διευθυντής στο Γερμανικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής (DGAP), λέει ότι στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ο Σολτς θα δυσκολευτεί να αποκτήσει τη βαρύτητα που είχε η Μέρκελ. «Είναι λογικό ότι μετά από 16 χρόνια η Άνγκελα Μέρκελ έχει συγκεντρώσει μια πολύ ιδιαίτερη ισχύ και κατά μία έννοια, ο Ολαφ Σολτς ξεκινά από το μηδέν. Αλλά η εξωτερική πολιτική θα παραμείνει κορυφαία προτεραιότητά του».
Η δύναμη των αριθμών
Ο Σολτς, ως απερχόμενος υπουργός Οικονομικών, «έχει τους αριθμούς στο μυαλό του, καταλαβαίνει τη δυναμική και κυρίως ξέρει τι μπορεί να κάνει η Γερμανία ,ενόψει των απαιτήσεων από τη Γαλλία και την Ιταλία για περισσότερες επενδύσεις, δηλαδή υψηλότερο χρέος», τονίζει η Γερμανός Πολιτικός επιστήμονας. Σύμφωνα με τον Μόλινγκ, στο Γερμανικό σύνταγμα υπάρχει «το φρένο χρέους» και το FDP ως εταίρος στη νέα κυβέρνηση συνασπισμού, θα επιμείνει στην «αυστηρή συμμόρφωση» της κυβέρνησης.
Και αν με τους αριθμούς τα καταφέρνει, τι θα κάνει ο Σολτς στα μεγάλα γεωπολιτικά θέματα; Ποια στάση θα κρατήσει για παράδειγμα, αναφορικά με το αίτημα του Γάλλου προέδρου Μακρόν για στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης; «Αυτό το ερώτημα είναι ακόμη πιο επείγον τώρα από ό, τι στη σύντομη εποχή Τραμπ», σημειώνει η Handelsblatt. «Επειδή ο παραδοσιακός εταίρος που ακούει στο όνομα Ηνωμένες Πολιτείες-υποτάσσει τα πάντα- συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης - στον στόχο της διεκδίκησης της παγκόσμιας υπεροχής της έναντι της ανερχόμενης Κίνας».
Το Παρίσι, θέλει να καταστήσει την ΕΕ ισχυρή στον πολυπολικό κόσμο που ζούμε και εν μέσω του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων. Ο Μακρόν θέλει να κάνει την Ευρώπη πιο ανεξάρτητη από τις Ηνωμένες Πολιτείες - πολιτικά, τεχνολογικά και στρατιωτικά. Αλλά όσο περισσότερο επιμένει το Παρίσι, τόσο μεγαλύτερη είναι η αντίσταση. Ειδικά στην Ανατολική Ευρώπη, που ο ρόλος της ΕΕ είναι μικρότερος σε σχέση με το ΝΑΤΟ. Και η πρόσφατη απόφαση της Βαρσοβίας που θέτει το πολωνικό δίκαιο υπεράνω του ευρωπαϊκού είναι η πρώτη προειδοποιητική βολή.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι η Γαλλία ήταν αυτή που αντιτάχθηκε στην τελευταία σύνοδο κορυφής της ΕΕ στη Σλοβενία, στο να δοθεί συγκεκριμένη ημερομηνία στην προοπτική ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.
Τι θα κάνει με την Κίνα;
Από τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η γερμανική εξωτερική πολιτική περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό στη μεγιστοποίηση των εξαγωγικών ευκαιριών για τις γερμανικές βιομηχανίες. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι ότι οι βασικές βιομηχανίες της Γερμανίας εξαρτώνται πλέον από την Κίνα και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι ανοιχτή σε πιθανούς εκβιασμούς από το Πεκίνο. Αυτό τροφοδοτεί όμως την αποξένωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες προκλήσεις της Κίνας κατά της Ταϊβάν. Αν προσθέσουμε το αυξανόμενο βάρος της Ασίας όσον αφορά το εμπόριο και τη διεθνή χρηματοδότηση, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επιστρέφουν δυναμικά στον Ινδο-Ειρηνικό.
Σε αυτή τη σύνθετη κατάσταση, το Βερολίνο αναμένεται να παίξει μεσολαβητικό ρόλο μεταξύ των δυτικών και ανατολικών γειτόνων του. Και κυρίως να μάθει να σκέφτεται γεωπολιτικά. Η Γερμανία δεν θέλει την ΕΕ ανταγωνιστική ως προς το ΝΑΤΟ. Ο Ολαφ Σολτς θα πρέπει λοιπόν να αναπροσαρμόσει «οικονομικά και εμπορικά» την γερμανική εξωτερική πολιτική. Η θητεία του στο υπουργείο Οικονομικών ίσως αποδειχτεί πολύ χρήσιμη…