Το πολιτικό κλίμα στο Βερολίνο είναι ψυχρό, παρά τον ηλιόλουστο Αύγουστο της γερμανικής πρωτεύουσας. Σε τεντωμένο σχοινί κρέμονται και πάλι οι ισορροπίες μεταξύ των τριών κυβερνητικών εταίρων, Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων, με μια συμβίωση, η οποία αν και εξαρχής φαινόταν απλώς αναγκαία, πλέον εξελίσσεται σε τοξική. Πέρα από τις διεθνείς πιέσεις που δέχεται η Γερμανία εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, που εσχάτως έχει μεταφερθεί εντός της Ρωσίας, και του πολέμου στη Γάζα, στο εσωτερικό πεδίο όλα δείχνουν ότι οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες για την έγκριση του προϋπολογισμού για το 2025 μπορεί να εξελιχθούν σε ωρολογιακή βόμβα.
Οι περικοπές που ήδη έχουν εξαγγελθεί αφορούν ένα ευρύ φάσμα κομβικών πεδίων: από τα κοινωνικά ταμεία μέχρι την αναπτυξιακή και ανθρωπιστική βοήθεια, ενώ και ο κρίσιμος τομέας της άμυνας αναμένεται να λάβει μικρή μόνο αύξηση σε σχέση με αυτά που απαιτούνται ώστε να καταστεί η Γερμανία «ετοιμοπόλεμη», κατά τα λεγόμενα του υπ. Άμυνας Μπόρις Πιστόριους. Μέσα σε όλα αυτά, προ ημερών, οι αποκαλύψεις της γερμανικής εφημερίδας FAS ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει να περικόψει στο μισό την βοήθεια προς την Ουκρανία, παρά τις κυβερνητικές διευκρινίσεις και καθησυχασμούς, ρίχνουν κι άλλο λάδι στη φωτιά.
Χάμπεκ: Αν ήμουν καγκελάριος, δεν θα υπήρχε Λίντνερ
Την ίδια ώρα, ο αντικαγκελάριος υπ. Οικονομίας και Ενέργειας Ρόμπερτ Χάμπεκ, που βλέπει θετικά ενδεχόμενη υποψηφιότητα για την καγκελαρία μετά την απόσυρση από την εσωκομματική κούρσα των Πρασίνων της υπ. Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ, μιλώντας σε πολίτες δεν έκρυψε την απέχθειά του προς τον Φιλελεύθερο υπ. Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ.
«Αν γινόμουν καγκελάριος κάποτε, ο Κρίστιαν Λίντνερ δεν θα ήταν υπ. Οικονομικών» είπε εμφατικά, όπως μετέδωσαν γερμανικά μέσα, και τόνισε ότι είναι απαραίτητη μια άμεση αναθεώρηση του συνταγματικού κανόνα του χρεόφρενου μέσα στην επόμενη χρονιά, κάτι που απορρίπτουν κατηγορηματικά οι Φιλελεύθεροι του Λίντνερ. Η συνταγματική επιταγή των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών χωρίς ανάληψη νέων χρεών είναι ο εφιάλτης και του καγκελάριου Όλαφ Σολτς, με το σοκ από την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης πέρυσι για τα «κρυφά ταμεία» να είναι ακόμη νωπή στις μνήμες.
«Μεταβατική κυβέρνηση μετά τη Μέρκελ»;
Και μπορεί ο επίμονος καγκελάριος να προσπαθούσε μέχρι εσχάτως να κρατήσει τις ισορροπίες, τουλάχιστον σε ό,τι έχει να κάνει με τη δημόσια εικόνα της κυβέρνησης, όμως πλέον και ο ίδιος δεν κρατά τα προσχήματα. Με κάθε ευκαιρία στέλνει μηνύματα με πολλαπλούς αποδέκτες, στο κυβερνητικό συμβούλιο και τα επιτελεία των τριών κομμάτων που συγκυβερνούν. «Η σύνθεση της κυβέρνησης συνασπισμού των τριών κομμάτων ήταν εξαρχής δύσκολη. Και έτσι παρέμεινε» ανέφερε προ ημερών σε εκδήλωση στη Βρέμη, όπου κλήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις πολιτών.
Ταυτόχρονα προσπάθησε να επαινέσει τα επιτεύγματα της διακυβέρνησής του ειδικά στον τομέα του εκσυγχρονισμού της χώρας, σε καιρούς δύσκολους και εμπόλεμους. Απάντησε επίσης στις αιτιάσεις του συμπροέδρου των Πρασίνων Ομίντ Νουριπούρ, ο οποίος αποκάλεσε την κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων, Φιλελευθέρων «μεταβατική κυβέρνηση μετά την εποχή Μέρκελ». Ο Σολτς δεν αποδέχεται τον χαρακτηρισμό και όπως είπε σκωπτικά: «Κάθε κυβέρνηση προηγείται της επόμενης και κάποτε παραμένει η ίδια». Ο ίδιος πάντως έχει ήδη δηλώσει ότι επιθυμεί να ξαναείναι υποψήφιος για την καγκελαρία και του χρόνου, θεωρώντας ότι έχει όλα τα εχέγγυα.
Πέρα πάντως από το επικοινωνιακό πεδίο και το προεκλογικό κλίμα που έχει ήδη αρχίσει να επικρατεί στο Βερολίνο ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών του 2025, όλοι στην «κυβερνητική περιοχή» γνωρίζουν ότι έχει ξεκινήσει η τελική φάση της τρικομματικής διακυβέρνησης υπό την παρούσα μορφή, εκτός κι αν αλλάξει κάτι ριζικά έως το φθινόπωρο του 2025. Με εμφανή τα σημάδια κόπωσης, με αστοχίες στη διαχείριση πολλών μεγάλων θεμάτων ειδικά μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, με διαδοχικούς προϋπολογισμούς λιτότητας και μια κοινωνικοοικονομική κατάσταση που παραπέμπει στη μεσοπολεμική Βαϊμάρη, στις επόμενες εκλογές ο δρόμος και για τα τρία κόμματα της εξουσίας θα είναι δύσβατος.
Οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν σταθερά προβάδισμα με σχεδόν 31% στην τελευταία δημοσκόπηση και όλα θα κριθούν για τη δεύτερη θέση: Η Εναλλακτική για τη Γερμανία φαίνεται να έχει προάβδισμα με 17% και έπονται τρίτοι οι Σοσιαλδημοκράτες με 15%.
Δυσοίωνα μηνύματα «εξ Ανατολών»
Το επόμενο μεγάλο crash test αναμένεται πάντως την 1η Σεπτεμβρίου, στις κρατιδιακές εκλογές σε Θουριγγία και Σαξονία, όπου σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση οι Σοσιαλδημοκράτες παίρνουν 7% και στα δύο κρατίδια και οι Πράσινοι 3% και 6% αντιστοίχως, ενώ οι Φιλελεύθεροι δεν ανιχνεύονται καν από τα δημοσκοπικά ραντάρ. Aκόμη κι αν το Βρανδεμβούργο, που έχει εκλογές στις 22 Σεπτεμβρίου, σώζει κάπως την κατάσταση με 20% για τους Σοσιαλδημοκράτες, η πρώτη θέση με 24% που δίνουν οι δημοσκοπήσεις στην ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία προκαλεί μούδιασμα (στα άλλα δύο κρατίδια αγγίζει το 30%). Οι Πράσινοι αγγίζουν το 5% και οι Φιλελεύθεροι οριακά το 2%.
Αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, δύσκολα θα μπορέσουν τα κεντρικά επιτελεία των κομμάτων στο Βερολίνο να στείλουν ψύχραιμα και αισιόδοξα μηνύματα, ενώ στελέχη της αντιπολίτευσης δεν αποκλείεται να θέσουν εκ νέου, όπως και τη βραδιά των ευρωεκλογών, ζήτημα «δημοκρατικής νομιμοποίησης» της κυβέρνησης. Αυτό είχαν κάνει κορυφαία στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών/ Xριστιανοκοινωνιστών μετά τη νίκη τους στις ευρωεκλογές, με δεύτερη την Εναλλακτική για τη Γερμανία και τα κόμματα της συγκυβέρνησης να ακολουθούν. Αυτό είχαν σπεύσει να πράξουν επίσης και οι συμπρόεδροι της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, Αλίς Βάιντελ και Τίνο Κρουπάλα, ζητώντας «εκλογές τώρα».
Πάντως η Αναλένα Μπέρμποκ είχε δηλώσει τον Ιούνιο, λίγο μετά τις ευρωεκλογές, στη Süddeutsche Zeitung: «Η μεγαλύτερη χάρη που θα μπορούσαμε να κάνουμε στους εχθρούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας στο εσωτερικό και το εξωτερικό, θα ήταν μια ακόμη ευρωπαϊκή δημοκρατία να προσφύγει σε πρόωρες κάλπες». Τότε το είχε πει με το βλέμμα στραμμένο στη Γαλλία. Mάλιστα είχε συμπληρώσει απευθυνόμενη στους συναδέλφους της: «Η καταραμένη δουλειά μας ως κυβέρνηση είναι να λύνουμε τα προβλήματα μεταξύ μας ακόμη και σε δύσκολες στιγμές». Μένει να φανεί αν θα δηλώσει τα ίδια και μετά τις εκλογές στην ανατολική Γερμανία.
Πηγή: Δ. Κυρανούδη - Deutsche Welle