Το πρόσφατο σκάνδαλο, σχετικά με τα στοιχεία μιας εκ των πιο προβεβλημένων εισηγμένων ελληνικών εταιριών, της Folli-Follie, πέρα από τη ζημιά που προκαλεί σε επενδυτές, πλήττει άμεσα το κύρος της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, αλλά και ευρύτερα την ελληνική οικονομία, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη των αγορών απέναντι στη χώρα και στις επιχειρήσεις της, σε μια κρίσιμη περίοδο.
Το πλήγμα είναι σοβαρό και ταυτόχρονα άδικο για τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες αγωνίζονται να διατηρήσουν ή να ανακτήσουν την πρόσβασή τους στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Στη χώρα υπάρχουν σήμερα επιχειρηματίες, οι οποίοι μέσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον, προσπαθούν να κρατήσουν όρθιες και να μεγαλώσουν τις επιχειρήσεις τους, επιδιώκουν την καινοτομία και την εξωστρέφεια, σεβόμενες παράλληλα τους κανόνες και τηρώντας τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο νόμο, στους επενδυτές, τους εργαζομένους και τους συνεργάτες τους.
Για τους έντιμους αυτούς επιχειρηματίες, η απώλεια εμπιστοσύνης προς την ελληνική επιχειρηματικότητα μεταφράζεται σήμερα σε κλειστές πόρτες ή σε υψηλά κόστη δανεισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναδεικνύεται η ανάγκη για χρηστή εταιρική διακυβέρνηση από τις επιχειρήσεις, αλλά και για αποτελεσματικότερη ελεγκτική λειτουργία από την Πολιτεία.
Το κράτος, από την πλευρά του, οφείλει να διασφαλίσει το κύρος των θεσμών και τη διαχειριστική ικανότητα των εποπτικών αρχών, που επιφορτίζονται με το έργο της προστασίας των επενδυτών – μετόχων, αλλά και της υγιούς επιχειρηματικότητας, από αθέμιτες πρακτικές.
Οι επιχειρήσεις, από την άλλη, οφείλουν να αξιολογήσουν και να αναβαθμίσουν τις πρακτικές τους σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, η οποία αναδεικνύεται σήμερα σε καίριο παράγοντα ανταγωνιστικότητας.
Η υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών σε αυτό τον τομέα ωφελεί πολλαπλά την επιχείρηση, εξασφαλίζοντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών, χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου, αλλά και αποτελεσματικότερη εσωτερική οργάνωση.
Επιπλέον, αντανακλάται στο σύνολο της αγοράς, προάγοντας τη διαφάνεια και την αξιοπιστία.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις της χρειάζονται κεφάλαια, τα οποία θα πρέπει να προέλθουν από τις διεθνείς αγορές.
Και οι επενδυτές, για να διαθέσουν τα κεφάλαιά τους, θέλουν να γνωρίζουν ότι πρόκειται για μια χώρα όπου λειτουργούν οι θεσμοί της αγοράς, αλλά και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί που εγγυώνται τη διαφάνεια και την τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού.
Αυτό το μήνυμα οφείλει να περάσει στις αγορές, με τις κατάλληλες διορθωτικές κινήσεις και το συντομότερο δυνατό, προκειμένου να περιοριστεί η ζημιά που έγινε.
ΠΗΓΗ: Το άρθρο του Κωνσταντίνου Μίχαλου δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα tribune.gr