Ουδείς δύναται να αμφισβητήσει ότι ο αρχικός σχεδιασμός της Πολιτείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού ήταν απολύτως επιτυχής, όπως προκύπτει τόσο από την χαμηλή ταχύτητα διασποράς της νόσου στη χώρα μας όσο και από τις εκτιμήσεις της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας και από τα δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου.
Οι υψηλές επιδόσεις της Πολιτείας στη διαχείριση της πρωτοφανούς κρίσης υγείας έγκεινται ως επί το πλείστον στο ότι συγκρότησε άμεσα την εξαιρετική επιστημονική επιτροπή, στην οποία προΐσταται ο καθηγητής Σ. Τσιόδρας, και δεν δίστασε να εφαρμόσει χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση τα μέτρα πρόληψης και περιορισμού της διασποράς του κορονοϊού σύμφωνα με τις εισηγήσεις της εν λόγω επιτροπής.
Αυτή ακριβώς όμως η επιτυχία της Πολιτείας θέτει εξ ορισμού τον πήχη ψηλά και επιβάλλεται να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού -προς όφελος φυσικά της δημόσιας υγείας- από "σφάλματα" ολίγων απείθαρχων πολιτών, από ορισμένες αστοχίες στον αρχικό σχεδιασμό διαχείρισης της κρίσης και από αστάθμητους(;) παράγοντες.
Ορισμένοι εκλαμβάνουν ως "δημοκρατικό τους δικαίωμα" την κατάφορη παραβίαση των εντολών της Πολιτείας, θεωρούν πως νομιμοποιούνται να αυξάνουν τον κίνδυνο διασποράς του ιού στην κοινότητα, αρκεί να μην στερηθούν τις αγαπημένες τους συνήθειες, και έχουν την ψευδαίσθηση πως (για κάποιον "υπερβατικό" λόγο) ο κορονοϊός θα τους εξαιρέσει και δεν θα τους "βάλει στο στόχαστρό" του. Ως προς αυτό η Πολιτεία οφείλει να καταστήσει σαφή στην πράξη την απόφασή της να εφαρμόσει απαρεγκλίτως αυτό που επιτάσσει το δημόσιο συμφέρον.
Μία άλλη, εξίσου κρίσιμη, πτυχή του ζητήματος είναι η διαχείριση εκ μέρους της Πολιτείας των συμπολιτών μας εκείνων, οι οποίοι εν μέσω της πανδημίας που σαρώνει την υφήλιο επαναπατρίστηκαν από άλλες χώρες. Καταρχήν, είναι αυτονόητο ότι ο επαναπατρισμός αυτός έπρεπε να γίνει, καθώς η Πολιτεία οφείλει σε κάθε περίπτωση να προστατεύει τους πολίτες της. Ωστόσο, και οι πολίτες, ιδίως σε τέτοιες πρωτοφανείς συνθήκες κρίσης της δημόσιας υγείας, οφείλουν να τηρούν απαρεγκλίτως τις οδηγίες της Πολιτείας.
Επ' αυτού, η μόνη ασφαλής επιλογή για την προστασία του κοινωνικού συνόλου φαίνεται ότι είναι ο περιορισμός για το χρονικό διάστημα που οι ειδικοί επιστήμονες προτείνουν όσων επαναπατρισθέντων δεν εμφανίζουν συμπτώματα της νόσου σε χώρους που ελέγχει απολύτως η ίδια η Πολιτεία (ξενοδοχεία κ.λπ.), ώστε η διασφάλιση της δημόσιας υγείας να είναι εγγυημένη και να μην "επαφίεται εις τον πατριωτισμόν" και στην υπευθυνότητα του καθενός εξ ημών. Και αυτό διότι, ως γνωστόν, ο Έλληνας δεν φημίζεται για την υπευθυνότητα και τον αλτρουισμό του...
Η επιλογή του αυτοπεριορισμού των επαναπατρισθέντων στις οικίες τους για το απαιτούμενο χρονικό διάστημα εγείρει σοβαρότατους προβληματισμούς. Κατά πρώτον, πολλοί εξ αυτών διαμένουν σε πολυκατοικίες, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο διασποράς του ιού από κάποια απρόσεκτη ενέργεια δική τους ή όσων εξ ανάγκης τους επισκέπτονται για προμήθεια τροφίμων κ.λπ. Ακολούθως, γίνεται μεγαλύτερος ο "πειρασμός" για τα άτομα αυτά να "σπάσουν την καραντίνα", για να συναντηθούν με προσφιλή τους πρόσωπα με την πεποίθηση ότι δεν νοσούν, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο διασποράς του κορονοϊού εντός πυκνού αστικού ιστού.
Τέλος, επιβαρύνουν την Ελληνική Αστυνομία με το καθήκον να ελέγχει αν οι συγκεκριμένοι συμπολίτες μας τηρούν, ως οφείλουν, την εντολή του κατ' οίκον περιορισμού, τη στιγμή που η Αστυνομία επιβάλλεται να αφοσιωθεί στην επιτήρηση της εφαρμογής των γενικών μέτρων που έχουν ληφθεί για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Μέγιστη σημασία όμως για την τελική έκβαση της μάχης της χώρας μας κατά του κορονοϊού έχουν και οι επιλογές που θα κάνει η Πολιτεία αναφορικά με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που φιλοξενούνται στην Ελλάδα στις διάφορες ανοικτές και κλειστές δομές φιλοξενίας. Οι δομές φιλοξενίας, πρωτίστως αυτές που είναι ανοικτές, μπορούν να αποτελέσουν την αχίλλειο πτέρνα μας και να καταστρέψουν ό,τι οικοδομήθηκε έως τώρα με τόσο κόπο εκ μέρους και των φορέων της Πολιτείας και τόσες θυσίες εκ μέρους των πολιτών.
Η παρούσα συγκυρία δεν αφήνει περιθώρια για καμία ελαστικότητα και καμία χαλαρότητα και αυτό πρέπει να το κατανοήσουν και να το σεβαστούν όλοι, πρωτίστως όσοι απολαμβάνουν τη φιλοξενία της Ελλάδος. Οι περιορισμοί που ισχύουν από την πρώτη στιγμή για όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες πολίτες επιβάλλεται να ισχύσουν άμεσα και για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που φιλοξενούνται στις δομές φιλοξενίας της χώρας μας.
Σε αυτήν την τραγωδία όλοι μας έχουμε κοινή μοίρα και για το σφάλμα ενός, όποιος και αν είναι αυτός, το τίμημα που θα πληρώσουμε όλοι μας θα είναι βαρύτατο...
*Ο Κωνσταντίνος Παΐδας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Βυζαντινής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Γεννήθηκε το 1974. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης (1996) και διδάκτωρ Βυζαντινής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (2003). Έχει δημοσιεύσει οκτώ επιστημονικά βιβλία και δεκάδες μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά διεθνούς εμβέλειας, οι οποίες αφορούν στην πολιτική σκέψη και στην αυτοκρατορική ιδεολογία των Βυζαντινών, στη βυζαντινή ιστοριογραφία, στη βυζαντινή πολιτική ρητορική, στο βυζαντινό δίκαιο, στη δημώδη βυζαντινή και στη νεοελληνική λογοτεχνία. Είναι μέλος της Ελληνικής Επιτροπής της Association Internationale des Études Byzantines, της Ελληνικής Παλαιογραφικής Εταιρείας και της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας. Κατά το παρελθόν δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και στο Πανεπιστήμιο Πατρών.