Διευκρινίσεις παρέσχε στη Βουλή, στη διάρκεια συζητήσεως επίκαιρων ερωτήσεων βουλευτών, ο Υφυπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Γιάννης Κεφαλογιάννης, αναφορικώς με τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη των αποφοίτων αξιωματικών ειδικών Καταστάσεων προερχόμενους από τις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών (ΑΣΣΥ) και για το ενδεχόμενο δημιουργίας Αμερικανικής Βάσης στο Στεφανοβίκειο.
Αναφορικώς, με τους αποφοίτους αξιωματικούς ειδικών καταστάσεων προελεύσεως ΑΣΣΥ, ο κ. Κεφαλογιάννης επισήμανε ότι, «η (σχετική) νομοθεσία (Ν.3883/2010) εισήγαγε διακρίσεις στον καταληκτικό βαθμό για τους αξιωματικούς όλων των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που ανήκουν στην κατηγορία Ειδικών Καταστάσεων, με κριτήρια την προέλευση, την επαγγελματική και ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, την αποφοίτηση από τα υποχρεωτικά σταδιοδρομικά σχολεία και την υγειονομική τους κατάσταση . Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η εξέλιξη των εν λόγω στελεχών συναρτάται από την πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων».
Ακολούθως, ο ΥΦΕΘΑ τόνισε ότι «…στους αξιωματικούς ειδικών καταστάσεων χορηγούνται ευεργετήματα και διευκολύνσεις σε ζητήματα μεταθέσεων, θέσεων υπηρέτησης, εκτέλεσης υπηρεσιών και συμμετοχής σε ασκήσεις. Η ενδεχόμενη εξίσωση όλων των κατηγοριών προσωπικού θα προκαλούσε ζητήματα δικαιοσύνης, αξιοκρατίας και διασάλευσης της ιεραρχίας και της δομής των Ενόπλων Δυνάμεων».
Αναφορικώς, με το ενδεχόμενο δημιουργίας Αμερικανικής Βάσεως στο Στεφανοβίκειο ο κ. Κεφαλογιάννης σημείωε – μεταξύ άλλων – ότι «…τελεί σε ισχύ η Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, εξυπηρετώντας τον ευρύτερο σχεδιασμό αμυντικής πολιτικής του ΝΑΤΟ». Και πρόσθεσε ότι «η 1η ΤΑΞΑΣ ( = 1η Ταξιαρχία Αεροπορίας Στρατού) μετεγκαταστάθηκε προσωρινά και συνεχίζει να επιτελεί το επιχειρησιακό και επισκευαστικό της έργο. Η τελική απόφαση για την οριστική της θέση θα ληφθεί κατόπιν εξέτασης όλων των παραμέτρων και των διαθέσιμων επιλογών που θα εξασφαλίζουν πρωτίστως την ασφάλεια του προσωπικού και των αεροπορικών μέσων, ικανοποιώντας παράλληλα στο ακέραιο τις επιχειρησιακές απαιτήσεις, ενώ η διαδικασία αποτίμησης του μεγέθους της οικονομικής επιβάρυνσης που προκλήθηκε από την κακοκαιρία «Daniel» βρίσκεται σε εξέλιξη».