Στις 30 Οκτωβρίου 1940 σκοτώθηκε ο τότε Ανθυποσμηναγός (Ι) Ευάγγελος Γιάνναρης και έτσι καταγράφεται ως ο πρώτος νεκρός αξιωματικός του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940-41.
Στην πραγματικότητα όμως, αυτή τη θλιβερή «πρωτιά» θα έπρεπε να μοιράζεται και με έναν άλλο συνάδελφό του πιλότο της τότε «Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας» (ΕΒΑ), νυν Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ), τον Υποσμηναγό Λάζαρο Παπαμιχαήλ, κάτι όμως που δεν έγινε για… τυπικούς – γραφειοκρατικούς – λόγους!
Ας δούμε όμως πως έχουν τα πράγματα, καθαρώς για ιστορικούς λόγους, αφού οι νεκροί Ήρωες, δεν έχουν ανάγκη, και ούτε ενδιαφέρονται φυσικά μεταθανατίως, για τέτοιου είδους «πρωτιές».
Κατ’ αρχάς, να διευκρινιστούν τα εξής, προκειμένου να μην υπάρχουν «παρεξηγήσεις»!
Πρώτος – γενικώς – νεκρός του ελληνοϊταλικού πολέμου 1940-41 είναι ο στρατιώτης Πεζικού Βασίλειος Τσιαβαλιάρης από την Πιαλεία Τρικάλων, ο οποίος τη στιγμή του θανάτου του υπηρετούσε στο 51ο Σύνταγμα Πεζικού. Ο ατυχής στρατιώτης, ελάχιστα λεπτά μετά την κήρυξη του πολέμου, χτυπήθηκε από θραύσματα όλμου, υπερασπιζόμενος το 21ο Φυλάκιο, που βρισκόταν επί του Υψώματος 1934, στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Πρώτος νεκρός αξιωματικός του Στρατού Ξηράς είναι ο Δωδεκανησιακής καταγωγής Υπολοχαγός Πεζικού Αλέξανδρος Διάκος, ο οποίος είχε γεννηθεί το 1911 στη Χάλκη! Τη στιγμή του θανάτου του, στις 1 Νοεμβρίου 1940, ο Υπολοχαγός Διάκος ήταν Διοικητής του 2ου Λόχου του 4ου Συντάγματος Πεζικού και σκοτώθηκε στην προσπάθειά του επικεφαλής του Λόχου του για την ανακατάληψη του Υψώματος Τσούκα!
Πρώτος νεκρός ανώτερος αξιωματικός ήταν ο Εβραίος το θρήσκευμα Αντισυνταγματάρχης (ΠΖ) του Ελληνικού Στρατού Μαρδοχαίος Φριζής, ο οποίος σκοτώθηκε επικεφαλής των ανδρών του ως Διοικητής του Αποσπάσματος Αώου στις 5 Δεκεμβρίου 1940 και ο οποίος προήχθη μεταθανατίως σε Συνταγματάρχη.
Πρώτος όμως νεκρός αξιωματικός του πολέμου από όλους τους Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων ήταν τυπικώς ο Ανθυποσμηναγός (Ι) Ευάγγελος Γιάνναρης, αλλά δεν ήταν και ο μόνος! Ας δούμε λοιπόν τι συνέβη.
Ο Ανθυποσμηναγός (Ι) Ευάγγελος Γιάνναρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1916, με καταγωγή από το Γεωργίτσι Λακωνίας και αποφοίτησε τον Αύγουστο του 1939 από το τμήμα Ιπταμένων Αξιωματικών της Σχολής Αεροπορίας, όπως ονομαζόταν τότε η Σχολή Ικάρων.
Με την κήρυξη του πολέμου, ο νεαρός Ανθυποσμηναγός Γιάνναρης τοποθετήθηκε στο 2ο Ανεξάρτητο Σμήνος Παρατηρήσεως της 3ης Μοίρας Στρατιωτικής Συνεργασίας. Η Μονάδα του πετούσε με γερμανικής σχεδιάσεως και κατασκευής αεροσκάφη τύπου Henschel Hs-126K-6, που είχε αγοράσει προ μερικών ετών η τότε ΕΒΑ, και επιχειρούσε από το προωθημένο πρόχειρο αεροδρόμιο της Κούκλαινας, στη Βέροια. Αποστολή της Μονάδος του ήταν η εκτέλεση κυρίως αναγνωριστικών αποστολών, επ’ ωφελεία των χερσαίων μονάδων του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ).
Στις 30 Οκτωβρίου 1940, το Σμήνος του διετάχθη να προβεί σε αποστολές παρατηρήσεως (=αναγνωρίσεως) αλλά και προσβολής με πολυβολισμούς κυρίως των ιταλικών θέσεων στη ζώνη ευθύνης τους.
Τη μέρα εκείνη ο Γιάνναρης είχε εκτελέσει ήδη δύο εξόδους. Στην τρίτη έξοδο της μέρας ο νεαρός Ανθυποσμηναγός πέταξε ως πολυβολητής - παρατηρητής με χειριστή τον Αρχισμηνία Ιπτάμενο Λεωνίδα Τσάντα. Να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι μέχρι και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην ΠΑ υπήρχε και ο θεσμός του υπαξιωματικού – πιλότου, χειριστή μαχητικών αεροσκαφών!
Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες υποχρέωσαν που επικρατούσαν στην περιοχή της αποστολής υποχρέωσε τους δύο αεροπόρους να αλλάξουν πορεία, κατευθυνόμενοι δυτικότερα, προς την Κορυτσά, εντός του αλβανικού εδάφους. Τη στιγμή αυτή, ένας ιταλικός σχηματισμός καταδιωκτικών αεροσκαφών, που περιπολούσε στην περιοχή, εντόπισε το μοναχικό ελληνικό αεροσκάφος και άρχισε την καταδίωξή του! Ο κινητήρας του αεροσκάφους των Τσάντα – Γιάνναρη επλήγη από τις ιταλικές βολίδες των καταδιωκτικών, με αποτέλεσμα ο πιλότος του Αρχισμηνίας Τσάντας να επιχειρήσει την εκτέλεση αναγκαστικής προσγειώσεως. Όπερ και εγένετο. Το Χένσελ επιχείρησε την αναγκαστική προσγείωση στα Βορειοανατολικά της πόλεως της Καστοριάς, στην τοποθεσία «Προφήτης Ηλίας» του χωριού Βασιλειάδα. Τα ιταλικά πυρά είχαν τραυματίσει θανάσιμα τον Ανθυποσμηναγό Γιάνναρη, ο οποίος έχασε πολύ γρήγορα τη ζωή του, ενώ ο Αρχισμηνίας Τσάντας τραυματίστηκε σοβαρά.
Ενδεικτικώς της εντάσεως της αερομαχίας είναι πως όταν Έλληνες στρατιώτες έσπευσαν στα συντρίμμια του αεροσκάφους που είχε εκτελέσει την αναγκαστική προσγείωση βρήκαν τον Γιάνναρη ήδη νεκρό, κρατώντας σφικτά με τα κοκκαλωμένα χέρια του τη λαβή του πολυβόλου του, σημείο ότι μέχρι την τελευταία στιγμή ανταπέδιδε (ή τουλάχιστον προσπαθούσε να ανταποδώσει) τα πυρά που δεχόταν το αεροσκάφος του!
Ο Ανθυποσμηναγός (Ι) Ευάγγελος Γιάνναρης προήχθη μεταθανατίως στο βαθμό του Υποσμηναγού ενώ τιμήθηκε με το μετάλλιο του «Σταυρού του Ιπταμένου». Μετά το τέλος του Β’ΠΠ, με πρωτοβουλία του ΓΕΑ, στο χωριό Βασιλειάδα τοποθετήθηκε προτομή του Ευάγγελου Γιάνναρη, ενώ δίπλα της τοποθετήθηκε ένα μαχητικό αεροσκάφος F-104G Starfighter, που μπορεί βεβαίως να μην ήταν αυτό με το οποίο πέταγε και «πήρε του χάρου το φιλί», όπως λέει και ο ύμνος της ΠΑ, ο Γιάνναρης, αφού όλα τα μαχητικά αεροσκάφη της ΕΒΑ τύπου Χένσελ καταστράφηκαν μέχρι και μετά τη γερμανική εισβολή, τον Απρίλιο του 1941, εντούτοις λειτουργεί ως αέναος και ακοίμητος «φρουρός» και «σύντροφος» του Ήρωα Αεροπόρου, του πρώτου νεκρού αξιωματικού των Ελληνικών ΕΔ στη διάρκεια του πολέμου!
Στις 30 Οκτωβρίου 1940, ημέρα Τετάρτη, ένα άλλο αεροσκάφος παρατηρήσεως τύπου Henschel Hs-126, της ίδιας Μοίρας του Γιάνναρη αλλά του 1ου Σμήνους αυτής (3/1 Σμήνους Παρατηρήσεως) με επιβαίνοντες τον Ανθυποσμηναγό (Ι) Λάζαρο Παπαμιχαήλ, ο οποίος γεννήθηκε το 1917 στη Θεσσαλονίκη, ως πιλότο και τον Σμηνία Κωνσταντίνο Γεμενετζή ως παρατηρητή – πολυβολητή, ο οποίος γεννήθηκε το 1919 και αυτός στη Θεσσαλονίκη, απογειώθηκε για την εκτέλεση αναγνωριστικής αποστολής στην περιοχή του όρους Σμόλικα, στο χώρο ευθύνης του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας, στην Πίνδο και για την αιωνιότητα!
Ας δούμε πως περιγράφει, μεταπολεμικώς, την αποστολή και την απώλεια των δύο αεροπόρων μας ο Αντιστράτηγος ε.α.Αλέξανδρος Εδιπίδης στο βιβλίο του «Μεγάλη Εικονογραφημένη Ιστορία του Ελληνοϊταλικού και Ελληνογερμανικού πολέμου 1940-1941».
Γράφει ο Στρατηγός: «Την ιδίαν ημέραν ο ανθυποσμηναγός Παπαμιχαήλ και ο σμηνίας Γεμενετζής, έχοντες ως αποστολήν την συνεργασίαν μετά στρατευμάτων της ξηράς εις την περιοχήν της Πίνδου, παρά τας επικρατούσας δυσμενεστάτας ατμοσφαιρικάς συνθήκας και την ισχυροτάτην αντίδρασιν του εχθρού, εξετέλεσαν το καθήκον των επιτυχώς. Αλλά δεν κατώρθωσαν να επιστρέψουν εις τα βάσεις των. Η τύχη των αγνοείται».
Οι δύο πιλότοι μας είχαν έκτοτε το «καθεστώς» του «αγνοουμένου» και επομένως τυπικώς δεν μπορούσαν να λογιστούν ως νεκροί και ο Ανθυποσμηναγός Παπαμιχαήλ, να μοιραστεί την Τιμή του πρώτου νεκρού αξιωματικού του πολέμου, μαζί με τον συνάδελφό του Ανθυποσμηναγό Γιάνναρη.
Τελικώς, στις 19 Αυγούστου 2019, μία παρέα φίλων – ερευνητών και φίλων της Αεροπορίας, μετά από εκτενή έρευνα σε αρχεία, βρήκαν σε μία απρόσιτη χαράδρα του Σμόλικα, ίχνη του αεροσκάφους, που πιστοποίησαν πέραν κάθε αμφιβολίας ότι ήταν αεροσκάφος τύπου Χένσελ! Επιτέλους, μετά από 80 χρόνια το μυστήριο της εξαφανίσεως των Παπαμιχαήλ - Γεμενετζή είχε λυθεί όπως με πολύ όμορφο τρόπο αναφέρει ο Αντώνης Ν.Παπαβασιλείου στο άρθρο του με φωτογραφίες στα «Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας» (21 Αυγούστου 2019)!
Μεταθανατίως ουσιαστικώς, και πάντως μετά την τυπική ανακήρυξή τους ως «αγνοουμένων», οι δύο πιλότοι μας προήχθησαν σε Υποσμηναγό και Επισμηνία αντιστοίχως.