Στις 21 Ιανουαρίου 1943 πνίγηκε στην Αδριατική θάλασσα κατά τον τορπιλλισμό του πλοίου που τον μετέφερε αιχμάλωτο στην Ιταλία από την Ελλάδα, ο Ήρωας της Πίνδου κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41 Συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης, ένας από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς της εποχής του, με σπουδαίο έργο και δράση, τόσο σε θεωρητικό/τακτικό επίπεδο, όσο και εμπράκτως επί των πεδίων των μαχών στις οποίες συμμετείχε στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του.
Ο Κωνσταντίνο Δαβάκης γεννήθηκε το 1897 στα Κεχριάνικα Λακωνίας, εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων τον Σεπτέμβριο του 1913 και αποφοίτησε με την Τάξη του 1916, την 1η Οκτωβρίου, ονομασθείς Ανθυπολοχαγός Πεζικού, σε ηλικία μόλις 19 ετών!
Αμέσως συμμετείχε στις επιχειρήσεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, στο «Μακεδονικό πόλεμο», όπου διακρίθηκε όλως ιδιαιτέρως για την τόλμη και την προσωπική του ανδρεία ιδιαιτέρως στις πολύνεκρες μάχες του Σκρα (ντι-Λάγκεν) και της Δοϊράνης (5 Σεπτεμβρίου 1918). Στη διάρκεια όμως της μάχης αυτής, της πρώτης στο Μακεδονικό Μέτωπο που χρησιμοποιήθηκαν ασφυξιογόνα αέρια, υπέστη τις συνέπειές τους, από οβίδα πυροβολικού με ασφυξιογόνο αέριο, που εξερράγη σε μικρή απόσταση από αυτόν, γεγονός που επέφερε τον βαρύτατο τραυματισμό του στους πνεύμονες.
Το 1918, με τη λήξη του Α’ΠΠ προβιβάστηκε στο βαθμό του Λοχαγού επ’ ανδραγαθεία.
Παρά την προβληματική κατάσταση της υγείας του, με δική του αίτηση, μετατέθηκε και συμμετείχε στις πολεμικές επιχειρήσεις της Μικρασιατικής εκστρατείας, όπου στη διάρκεια της μάχης για τα υψώματα Αλμπανός (1921) για την ηρωική του δράση προτάθηκε και τιμήθηκε με το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας.
Μετά τη Μικρασιατική εκστρατεία και μεταξύ των ετών 1922-1937 υπηρέτησε ως επιτελάρχης της ΙΙας Μεραρχίας και του 1ου Σώματος Στρατού, ενώ φοίτησε τόσο στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου στην Αθήνα, όσο και στη Γαλλική Σχολή Πολέμου των Παρισίων. Ταυτόχρονα ήταν από τους πρώτους σε παγκόσμιο επίπεδο, που ασχολήθηκε με την τακτική δράση των τεθωρακισμένων για τη διάσπαση του εχθρικού μετώπου και όχι απλώς ως υποστηρικτικό όπλο του πεζικού, όπως ήταν η ως τότε πρακτική, καθώς πίστευε ακραδάντως στη μηχανοκίνηση του στρατεύματος ως μόνη λύση για το μέλλον. Ο Δαβάκης πίστευε όχι μόνο στην αναγκαιότητα της μηχανοκινήσεως του Στρατού, αλλά και στη συνεργασία των διαφόρων Όπλων μεταξύ τους που έπρεπε και αυτά να ακολουθήσουν στη μηχανοκίνηση, ώστε το σύνολο των επί μέρους στοιχείων του να είναι ένας ενιαίος μηχανοκίνητος οργανισμός, που και αυτός με τη σειρά του θα συνεργάζεται στενά με την Αεροπορία. Αυτό δηλαδή που σχεδίασαν, υλοποίησαν και τελικώς εφάρμοσαν οι Γερμανοί στα πεδία των μαχών των πρώτων ετών του Β’ παγκοσμίου Πολέμου (Blitz Grieg). Δίδαξε σε στρατιωτικές σχολές, ενώ συνέγραψε διατριβές για τη στρατιωτική ιστορία και την τακτική των τεθωρακισμένων.
Το 1931 προήχθη σε Αντισυνταγματάρχη Πεζικού.
Στις 30 Δεκεμβρίου 1937, αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του Συνταγματάρχη Πεζικού για λόγους υγείας, αφού προηγουμένως είχε λάβει αρκετές αναρρωτικές άδειες, χωρίς όμως να υπάρξει κάποια βελτίωση στην υγεία του, και τέθηκε σε πολεμική διαθεσιμότητα.
Τον Αύγουστο του 1940, και αμέσως μετά τον τορπιλλισμό του «Έλλη», ο Μεταξάς διαβλέποντας τόσο το ποιος είναι ο αντίπαλος, όσο και το ότι η μεταξύ τους σύγκρουση θα ήταν αναπόφευκτη και όχι πολύ μακριά χρονικά, διέταξε και πραγματοποιήθηκε μερική επιστράτευση, στο πλαίσιο της οποίας ο Συνταγματάρχης Δαβάκης ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία.
Αμέσως τοποθετήθηκε ως Διοικητής του 51ου Συντάγματος Πεζικού και ακολούθως του Αποσπάσματος Πίνδου, το οποίο αποτελείτο από το 51 ΣΠ με άλλον πλέον διοικητή, μαζί με κάποιες άλλες υπομονάδες, ιδίως πυροβολαρχίες Ορεινού Πυροβολικού, με έδρα το Επταχώρι Πίνδου.
Στις 28 Οκτωβρίου 1940, αμέσως μετά την εκδήλωση της ιταλικής επιθέσεως, το Απόσπασμα Πίνδου του Δαβάκη, δυνάμεως περίπου 2.700 ανδρών, αντιμετώπισε την 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών «Τζούλια» δυνάμεως περίπου 10.000 άριστα εξοπλισμένων, εφοδιασμένων και εκπαιδευμένων για αυτό το είδος του αγώνος σε ορεινά μέρη, υπό τις διαταγές του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ). Ο Δαβάκης σε όλον τον τομέα της ζώνης ευθύνης του (35 χιλιόμετρα) υλοποιούσε σχέδιο ενεργητικής αμύνης, προσπαθώντας να καθυστερήσει τον εχθρό, υποχωρώντας τακτικά, μέχρις ότου του έλθουν οι ενισχύσεις από τις επιστρατευόμενες μονάδες.
Στις 1 Νοεμβρίου 1940, αφού είχε λάβει τις ενισχύσεις του, ο Δαβάκης διέταξε αντεπίθεση και μαζί με τις υπόλοιπες ελληνικές δυνάμεις, πέτυχαν την κύκλωση των ιταλικών, γεγονός που τις ανάγκασε να υποχωρήσουν. Στη διάρκεια της προαναφερθείσης ελληνικής αντεπιθέσεως, την έκτη μέρα από της ενάρξεως των επιχειρήσεων, ο Συνταγματάρχης Δαβάκης τραυματίστηκε σοβαρώς στο στήθος, στον Προφήτη Ηλία Φούρκας.
Ο τραυματισμός του αυτός, σε συνδυασμό με την κατάσταση των πνευμόνων του από το παλαιότερο τραύμα από τον Α’ΠΠ, τον ανάγκασε να αποχωρήσει από το μέτωπο, αφού στο προωθημένο υγειονομικό σταθμό που τον μετέφεραν αναίσθητο, στο Επταχώρι, δεν μπορούσαν να του προσφέρουν κάποια σοβαρή βοήθεια, πέραν της επιδέσεως του τραύματος.
‘Όπως σημειώνεται (“Wikipedia.org”) «Η νίκη του αποσπάσματος του Δαβάκη είχε αποφασιστική σημασία στην έκβαση του πολέμου. Μάλιστα θεωρήθηκε η πρώτη ήττα του άξονα. Η επιτυχία του Δαβάκη συνίσταται "στην άμεση διάγνωση ενός τακτικού λάθους που έκανε ο Ιταλός μέραρχος να προχωρήσει γοργά προς τη Σαμαρίνα χωρίς να καλύψει το πλευρό της φάλαγγάς του". Ο Δαβάκης το είδε αμέσως και από τη δεύτερη μέρα του σκληρού αγώνα ήταν σίγουρος ότι χάρη σ' αυτό το λάθος "θα μάντρωνε τους Ιταλούς"»
Η νοσηλεία του Συνταγματάρχη Δαβάκη σε νοσοκομείο των Αθηνών ήταν μακροχρόνια και στο μεταξύ οι πολεμικές επιχειρήσεις τέλειωσαν και η Ελλάδα ήταν πλέον υπό την κατοχή των Γερμανών και των Ιταλών.
Τον Δεκέμβριο του 1942, και ενώ ακόμα νοσηλευόταν σε νοσοκομείο των Αθηνών, ο Συνταγματάρχης Κ.Δαβάκης συνελήφθη ως όμηρος από τις ιταλικές αρχές κατοχής, μαζί με πολλούς διακεκριμένους αξιωματικούς, γιατί θεωρήθηκαν ύποπτοι αντιστασιακής δράσεως.
Οι συλληφθέντες όμηροι αξιωματικοί μεταφέρθηκαν μέχρι την Πάτρα και από το λιμάνι της πόλεως επιβιβάστηκαν στο ατμόπλοιο «Città di Genova», προκειμένου να μεταφερθούν σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως της Ιταλίας. Κατά τη διάρκεια του πλου αυτού, στις 21 Ιανουαρίου 1943, το ιταλικό ατμόπλοιο δέχτηκε τορπιλλική επίθεση από βρετανικό υποβρύχιο και βυθίστηκε αύτανδρο στα ανοιχτά των νότιων αλβανικών ακτών, στην Αδριατική. Μετά από μέρες, το πτώμα του Δαβάκη ήταν ένα από τα πολλά που το κύμα ξέβρασε στις αλβανικές ακτές, αναγνωρίστηκε και τάφηκε στον Αυλώνα, ενώ μεταπολεμικώς τα οστά του διακομίστηκαν και ενταφιάστηκαν οριστικώς στην Αθήνα.
Ο Συνταγματάρχης Κ.Δαβάκης ήταν πολυγραφότατος και με σπουδαίο από πλευράς ποιότητος έργο. Μεταξύ των έργων του περιλαμβάνονται τα βιβλία: «Τα Αρματα Μάχης» (1928), «Ο Στρατός του Μέλλοντος» (1934), που κατά πολλούς ήταν το πιο σημαντικό έργο του, «Χημικός και Αεροχημικός Πόλεμος» (1935), «Εγχειρίδιον Τακτικής Πεζικού» (1937), και άλλα, ενώ ήταν και τακτικότατος συγγραφεύς άρθρων στην τότε «Γενική Στρατιωτική Επιθεώρησις» του Στρατού Ξηράς, νυν «Στρατιωτική Επιθεώρηση».
Μεταθανατίως ο Συνταγματάρχης Κ.Δαβάκης τιμήθηκε με το Αργυρό Μετάλλιο της Αυτοθυσίας της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ στους Δήμους Καλλιθέας, Αιγάλεω και Νικαίας, υπάρχουν πλατείες με το όνομά του και την προτομή του, όπως επίσης οδοί, προτομές και ανδριάντες του υπάρχουν ακόμα σε μέρη της Ηπείρου και της ιδιαίτερης πατρίδος του Λακωνίας (προτομή του στη γεννέτηρά του Κεχριάνικα), ενώ το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Εφοδιασμού – Μεταφορών (ΚΕΕΜ) στη Σπάρτη ονομάζεται προς τιμήν του Κέντρο Εκπαιδεύσεως «Συνταγματάρχου Κωνσταντίνου Δαβάκη».
Ο Συνταγματάρχης Κ.Δαβάκης ήταν παντρεμένος με την Καλλιόπη Σταρόγιαννη, η οποία καταγόταν από τη Μαγούλα Σπάρτης.