Όταν χτύπησε ο σεισμός των 7,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ στην Τουρκία, η πολυκατοικία όπου ζούσε κάποτε η Χαλιζέ Σεν, στο Οσμανίγιε, κατέρρευσε σαν «πύργος από τραπουλόχαρτα», θάβοντας τους γείτονές της κάτω από τα τσιμέντα εννέα ορόφων. Η κ. Σεν, επικεφαλής του τοπικού επιμελητηρίου αρχιτεκτόνων, επιθεωρεί τα συντρίμμια. «Δεν υπάρχει ενισχυμένος χάλυβας εδώ», λέει, «έτσι το σκυρόδεμα υποχώρησε και οι κολόνες κατέρρευσαν, μαζί με τους ορόφους, μόλις άρχισε να τραντάζεται το έδαφος».
Κανένα από τα κτίρια σε αυτά οικοδομικά τετράγωνα δεν είχε υπόγειο, λέει ο σύζυγός της, Μουσταφά, πρώην εργολάβος. Κτίρια με τόσο αδύναμα θεμέλια ήταν καταδικασμένα να πέσουν με έναν ισχυρό σεισμό, σχολιάζει. Ο Μουσταφά, ο οποίος τώρα καλλιεργεί ελιές και καρύδια, είχε αποχωρήσει από τον κατασκευαστικό κλάδο πριν από χρόνια. Άλλοι εργολάβοι αγνοούσαν τους κανόνες δόμησης. «Αν εμείς χρησιμοποιούσαμε 100 τόνους σιδήρου σε ένα κτίριο, εκείνοι χρησιμοποιούσαν 90 τόνους», λέει. Το Οσμανίγιε βρίσκεται κοντά σε ένα ενεργό ρήγμα. «Ήξερα ότι βρισκόμασταν στο χείλος της καταστροφής», προσθέτει.
Και η καταστροφή ήρθε στις 6 Φεβρουαρίου, με δύο σεισμούς μεγέθους 7,8 και 7,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ αντίστοιχα. Πρόκειται για τους φονικότερους στη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας. Κατά μήκος της ζώνης που επλήγη από τις δονήσεις, η οποία εκτείνεται από τις ακτές στη Μεσόγειο έως το κουρδικό νοτιοανατολικό τμήμα, χιλιάδες κτίρια έχουν ισοπεδωθεί. Κάποια είχαν περισσότερους από 12 ορόφους. Τουλάχιστον 31.600 είναι οι νεκροί μόνο στην Τουρκία. Στη Συρία, ο αριθμός των νεκρών έχει ξεπεράσει τους 5.700.
Περισσότεροι από 30.000 Τούρκοι διασώστες, μαζί με ντόπιους και σωστικά κλιμάκια από δεκάδες άλλες χώρες, αγωνίζονται νυχθημερόν για τον εντοπισμό επιζώντων. Συμβαίνουν «θαύματα». Περισσότερες από έξι ημέρες μετά τον σεισμό ένα μωρό ανασύρθηκε από τα ερείπια. Τούρκοι πυροσβέστες, ανθρακωρύχοι και οικοδόμοι βοηθούν όπου μπορούν, απομακρύνοντας συντρίμμια και προσφέροντας βοήθεια, τρόφιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης.
Φόβοι πως δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι είναι ακόμα κάτω από τα ερείπια
«Όμως η προσπάθεια διάσωσης μοιάζει όλο και περισσότερο με μαζική εκταφή» σχολιάζει ο Economist. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι εκτιμάται πως παραμένουν θαμμένοι κάτω από τα συντρίμμια. Αν η υπόθεση ισχύει, στην πλειονότητά τους αυτοί οι άνθρωποι θα είναι σίγουρα νεκροί. Στο Καχραμανμάρας, μια πόλη άνω των 500.000 κατοίκων, ο καπνός από τις φωτιές που προκάλεσε ο σεισμός (ή που άναψαν ντόπιοι στην προσπάθειά τους να ζεσταθούν μέσα στο κρύο) τυλίγει «λόφους» ερειπίων που καλύπτουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα. Καπνός, συνοδευόμενος από τη δυσοσμία του θανάτου, καλύπτει και το Αντιγιαμάν, περίπου 100 χιλιόμετρα στα ανατολικά. «Κούρδοι συγγενείς αγκαλιάζονται και κλαίνε καθώς σωστικά συνεργεία ανασύρουν πέντε νεκρούς της οικογένειάς τους. Μια γυναίκα λιποθυμά» περιγράφει ο Economist.
Εκατομμύρια άνθρωποι παραμένουν άστεγοι και κοιμούνται σε σκηνές που έχουν παραχωρηθεί από την υπηρεσία έκτακτης ανάγκης της χώρας. Άλλοι φιλοξενούνται σε τζαμιά, σχολεία, βιβλιοθήκες ή στα αυτοκίνητά τους. Λίγοι τολμούν να μπουν στα σπίτια τους, ακόμη και σε εκείνα που φαίνονται ανέγγιχτα από τους σεισμούς. Κάποιοι δεν έχουν πού να πάνε. Ο Μεχμέτ, ένας κληρικός στο Αντίγιαμαν, κοιμάται στο δάπεδο ενός γκαράζ καλυμμένο με μουσαμά, μαζί με 20 συγγενείς του. Περισσότερα από 30 μέλη της ευρύτερης οικογένειάς του είναι νεκρά.
Τα ««αργά αντανακλαστικά» των αρμόδιων υπηρεσιών, που ανταποκρίθηκαν με καθυστέρηση, και η έλλειψη ειδικού εξοπλισμού για βαριές εργασίες επιδείνωσαν τις συνθήκες της τραγωδίας. Σε ορισμένες πόλεις όπως το Αντίγιαμαν, τα σωστικά συνεργεία έφτασαν μετά από ημέρες, ενώ «οι φωνές των επιζώντων εξασθενούσαν ή είχαν σιγήσει» λέει ο Economist. Σε περιοχές όπως η Σεκερόμπα, ένα γραφικό χωριό στους πρόποδες χιονισμένων βουνών, όπου πιστεύεται ότι σκοτώθηκαν τουλάχιστον 200 άνθρωποι, οι κάτοικοι έσκαβαν μόνοι τους, με δικά τους μέσα, στα χαλάσματα, κουβαλώντας τους νεκρούς σε ένα κοντινό νοσοκομείο. «Ήταν στημένη μια σκηνή εκεί», λέει ένας ντόπιος, ο Μπιλάλ Σουτ, «και μέσα σε αυτήν, τα πτώματα στοιβάζονταν το ένα πάνω στο άλλο».
Η διαφθορά και οι κακοτεχνίες ίσως ήταν οι κύριες αιτίες θανάτου
Οι κυριότερες αιτίες θανάτου, ωστόσο, ίσως ήταν οι κακοτεχνίες, η διαφθορά και η κακή πολιτική. Όλα αυτά αποτελούν πτυχές του οικονομικού μοντέλου της Τουρκίας, που τροφοδοτείται από τον κατασκευαστικό κλάδο και τα ενοίκια. Η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, φέρει μεγάλο μέρος της ευθύνης, λένε οι αναλυτές που επικαλείται ο Economist. «Αλλά το ίδιο ισχύει και για τους προκατόχους του, καθώς και για τους δήμους (ορισμένοι διοικούνται από την αντιπολίτευση), τους εργολάβους και τους επιθεωρητές. «Πρόκειται για ένα τέλειο έγκλημα», σχολιάζει ο πολεοδόμος και ακαδημαϊκός Μουράτ Γκουβέτς. «Όλοι έχουν βάλει το χέρι τους στην πίτα».
Η Τουρκία είχε υιοθετήσει αυστηρούς κανόνες δόμησης, στον απόηχο του σεισμού που είχε σκοτώσει 18.000 ανθρώπους στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης το 1999. Πριν πέντε χρόνια, οι κώδικες είχαν εκ νέου επικαιροποιηθεί. Στο πλαίσιο ενός προγράμματος της κυβέρνησης του Ερντογάν, έχουν οικοδομηθεί εξ αρχής περισσότερες από 3 εκατομμύρια κατοικίες.
Τα προβλήματα εντοπίζονται στην πλημμελή εφαρμογή και την ελλιπή εποπτεία. Οι οικοδομικές άδειες είναι εύκολο να αποκτηθούν και οι επιθεωρήσεις είναι προβληματικές. Οι εταιρείες που είναι επιφορτισμένες από την κυβέρνηση να διενεργούν τους ελέγχους πληρώνονται από τους κατασκευαστές. Τα έργα συνήθως συμμορφώνονται με τους κανονισμούς στην αρχή της κατασκευής, αλλά όχι στο τέλος, λέει ο κ. Γκουβέντς. Μόλις αποχωρήσουν οι επιθεωρητές, οι εργολάβοι μειώνουν την ποσότητα του σιδήρου που χρησιμοποιούν, ή προτιμούν υλικά κατώτερης ποιότητας, χρησιμοποιούν λιγότερους χαλύβδινους βρόχους και άλλα δομικά στοιχεία που υπό κανονικές συνθήκες υποστηρίζουν τα δοκάρια και τις κολόνες για να μην καταρρέουν σε ισχυρές δονήσεις. Κάποιοι κατασκευαστές δεν διστάζουν να χτίσουν και επιπλέον ορόφους από αυτούς που έχουν δηλωθεί στα σχέδια που έχουν πάρει έγκριση. Στη συνέχεια επικοινωνούν ανεπισήμως με τις τοπικές αρχές. «Πολλά χρήματα μπορεί τελικά να αλλάξουν χέρια», λέει ο κ. Γκουβέντς. «Μιλάμε για κανονική διαφθορά».
Όλα αυτά κάνουν τελικά τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου, σε αρκετές περιπτώσεις. Στο Οσμανίγιε, όπως και αλλού, τα περισσότερα από τα κτίρια που κατέρρευσαν είχαν οικοδομηθεί πριν από το σεισμό του 1999. Αλλά δεκάδες νέα κτίρια, που υποτίθεται πως κατασκευάστηκαν σύμφωνα με τα νέα πρότυπα, έχουν επίσης καταρρεύσει ή έχουν υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Εκατοντάδες άνθρωποι εικάζεται πως παραμένουν παγιδευμένοι κάτω από ένα διαλυμένο, πολυτελές συγκρότημα κατοικιών που είχε χτιστεί μόλις πριν από μια δεκαετία στην Αντάκια, νότια του Οσμανίγιε. Ο υπεύθυνος εργολάβος συνελήφθη στις 11 Φεβρουαρίου ενώ προσπαθούσε να εγκαταλείψει την Τουρκία.
Στον κοντινό νομό Ερζίν, ωστόσο, δεν έπεσε ούτε ένα κτίριο. Ο δήμαρχος και ο προκάτοχός του δήλωσαν στα τοπικά μέσα ενημέρωσης ότι δεν επέτρεψαν καμία παράνομη κατασκευή. Και οι δύο χρησιμοποίησαν την ίδια φράση: «Η συνείδησή μου είναι καθαρή».
Οι έκτακτες ρυθμίσεις που επέτρεψαν σε ιδιοκτήτες ακινήτων να πληρώσουν απλώς ένα πρόστιμο, αντί να αλλάξουν τα κακώς κείμενα, επιδείνωσε την κατάσταση. Η κυβέρνηση του Ερντογάν ψήφισε αρκετές τέτοιες ρυθμίσεις, η τελευταία ήταν το 2018, πριν από τις εκλογές. Η αντιπολίτευση είχε υποστηρίξει το μέτρο, επειδή ήταν δημοφιλές στην κοινή γνώμη. Εκατομμύρια ιδιοκτήτες ακινήτων κατέληξαν να πληρώνουν το πρόστιμο στα κρατικά ταμεία και να αναλαμβάνουν τον κίνδυνο. Ένα χρόνο μετά τη ρύθμιση του 2018, ο Ερντογάν είχε εμφανιστεί στο, σήμερα κατεστραμμένο, Καχραμανμάρας, ανακοινώνοντας με υπερηφάνεια ότι το πρόγραμμα είχε «λύσει τα προβλήματα» 144.000 κατοίκων της πόλης. Η υπηρεσία που είναι υπεύθυνη για το πρόγραμμα, αποκάλυψε ότι περισσότερες από τις μισές κατοικίες της χώρας δεν πληρούσαν με τα οικοδομικά πρότυπα.
«Κοιτάξτε», προτρέπει η κ. Sen, δείχνοντας ό,τι απέμεινε από την παλιά της γειτονιά. «Αν αυτά τα κτίρια που χτίστηκαν νόμιμα και εγκρίθηκαν από την τότε δημοτική αρχή κατέρρευσαν, τότε πώς μπορούσαν να αντέξουν τα παράνομα;» αναρωτήθηκε. Ο σύζυγός της εκτιμά πως πρέπει να γίνουν «κάθετες» αλλαγές στο σύστημα οργάνωσης και ελέγχου: η πολιτική θα πρέπει να μείνει έξω από τα σχέδια αστικής ανάπτυξης και χωροταξίας, ο έλεγχος θα πρέπει να γίνει πιο αυστηρός και οι δεσμοί που συνδέουν κυβερνητικούς αξιωματούχους με κατασκευαστές θα πρέπει να κοπούν. «Διαφορετικά, σε δέκα χρόνια από τώρα, τις ίδιες σκηνές που βλέπετε εδώ, θα τις βλέπετε να διαδραματίζονται κάπου αλλού».
Πηγή Economist