Υπό την προεδρία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνεδρίασε χθες Τρίτη η κεντρική εκτελεστική επιτροπή του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) της Τουρκίας, για να αξιολογήσει τα αίτια της βαριάς ήττας της στις δημοτικές εκλογές της Κυριακής.
Απευθυνόμενος στα μέλη της ο πρόεδρος της Τουρκίας απαρίθμησε τις αιτίες της ήττας, κατ’ αυτόν. Σε αποστροφή του λόγου του παραδέχτηκε ότι «δεν υπήρξε μόνο απώλεια ψήφων, αλλά και απώλεια αίματος και ψυχής».
Μίλησε περί «νόσου της αλαζονείας» σε στελέχη του κόμματος, παραδέχτηκε ότι η αύξηση του κόστους ζωής και ο πληθωρισμός προκαλούν δυσαρέσκεια, ότι η κυβέρνηση απέτυχε να αμβλύνει τις διαμαρτυρίες συνταξιούχων για τα ισχνά εισοδήματά τους και ότι ακόμη και στο θέμα της Λωρίδας της Γάζας δεν έπεισε και δέχθηκε επιθέσεις.
«Δεν μπορούμε και δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν, όποιος κι αν είναι, να σπαταλήσει και να χαραμίσει 22 χρόνια εμπειρίας, 22 χρόνια σκληρού αγώνα» ήταν η κατακλείδα του προέδρου Ερντογάν στη συνεδρίαση σε βαρύ κλίμα.
Μετά την ομιλία του, ο Τούρκος πρόεδρος επισκέφθηκε καφετέρια της Άγκυρας, όπου συνομίλησε με πολίτες.
Στην ομιλία του στην κεντρική εκτελεστική επιτροπή του ΑΚΡ, ο πρόεδρος αναφέρθηκε στην εικόνα που διαμορφώθηκε μετά τις εκλογές: θύμισε ότι το ποσοστό του ΑΚΡ μειώθηκε από 44,3% σε 35,5% και το ποσοστό της Λαϊκής Συμμαχίας από 51,6% σε 40,5%.
Απέδωσε την απώλεια ψήφων κυρίως στο γεγονός ότι εκλογείς που ψήφισαν το ΑΚΡ στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές πριν από 10 μήνες δεν προσήλθαν στις κάλπες αυτή τη φορά. Όπως τόνισε, το ποσοστό συμμετοχής στις εκλογές του 2024 υποχώρησε κατά 6 εκατοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τις εκλογές του 2019 και υποστήριξε πως η μεγάλη πλειοψηφία της μείωσης αντιστοιχεί σε ψηφοφόρους του ΑΚΡ.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επέρριψε ευθύνες για την αποχή τόσο στις τοπικές οργανώσεις και την κεντρική ηγεσία του κόμματος, όσο και στους υποψηφίους, υπογραμμίζοντας ότι τα θέματα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας επιλογής υποψηφίων, πρέπει να συζητηθούν διεξοδικά και ότι θα ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα.
Απαριθμώντας παράγοντες που προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων, ο πρόεδρος Ερντογάν ανέφερε ως πρώτη αιτία την αύξηση του κόστους διαβίωσης και την πίεση του πληθωρισμού, που ξεκίνησε με την πανδημία και κλιμακώθηκε περαιτέρω με τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας.
Είπε ότι οι συνταξιούχοι ήταν το κοινωνικό στρώμα που υπέστη τη μεγαλύτερη απώλεια πρόνοιας λόγω του υψηλού πληθωρισμού. «Ήδη βλέπαμε τα παράπονα των συνταξιούχων μας κατά τις επισκέψεις μας στην περιφέρεια. Προσπαθήσαμε να μετριάσουμε αυτή την πίεση με εφάπαξ πληρωμή 5 χιλιάδων λιρών, αυξήσεις συντάξεων έως και 50% και άλλα μέτρα, χωρίς να διαταράξουμε την εκτέλεση του προϋπολογισμού, αλλά δεν τα καταφέραμε» παραδέχτηκε.
Αναφερόμενος στη στάση της κυβέρνησης στον πόλεμο Ισραήλ/Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας και τις καταγγελίες που ακούστηκαν προεκλογικά από την αντιπολίτευση, αλλά και ισλαμιστικούς κύκλους που αποτελούν δεξαμενή ψηφοφόρων του ΑΚΡ, πως παρά τη σκληρή ρητορική του Ερντογάν, η Τουρκία συνεχίζει και αυξάνει το εμπόριο με το Ισραήλ, ο Τούρκος πρόεδρος είπε: «Δυστυχώς, ακόμη και σε ένα θέμα όπως η κρίση στη Γάζα, όπου κάναμε ό,τι μπορούσαμε και πληρώσαμε τίμημα για αυτό, δεν καταφέραμε να αποκρούσουμε τις πολιτικές επιθέσεις και να πείσουμε ορισμένους κύκλους. Θα κάνουμε οπωσδήποτε την αξιολόγησή μας και σε αυτά τα θέματα με τα υπέρ και τα κατά».
Ο πρόεδρος προειδοποίησε τα στελέχη του ΑΚΡ εναντίον της «νόσου της αλαζονείας», όπως χαρακτηριστικά είπε. «Ξεκινώντας από εδώ, αντιμετωπίζουμε πρόβλημα που επεκτείνεται στις επαρχιακές, περιφερειακές και δημοτικές οργανώσεις, στους δημάρχους, τους βουλευτές, ακόμη και στη (σ.σ. δημόσια) διοίκηση» ανέφερε για να προσθέσει: «Ο μεγαλύτερος εχθρός ενός κόμματος που γεννιέται από τα σπλάχνα του λαού είναι να χτίζει τείχη μεταξύ του εαυτού του και των πολιτών. Θα δείξουμε στο έθνος μας ότι κανείς σε αυτό το κόμμα δεν αξίζει να αγνοηθεί, ανεξάρτητα από τη θέση που κατέχει».
Ακόμη, υπογράμμισε την ανάγκη να ερευνηθεί γιατί ο λαός που έδωσε την εξουσία το 2002 στο ΑΚΡ, μόλις 15 μήνες μετά την ίδρυση του κόμματος, το ανέδειξε ξεκάθαρο νικητή των εκλογών μόλις πριν από 10 μήνες και στάθηκε πάντα στο πλευρό του σε όλες τις εκλογές στις οποίες συμμετείχε μέχρι σήμερα –17 αναμετρήσεις σε 22 χρόνια– το «έσπρωξε» την 31η Μαρτίου πίσω από το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP).