Η διεθνούς φήμης αρχιτέκτονας Ζάχα Χαντίντ (Zaha Hadid), της οποίας τα έργα έγιναν διάσημα σε ολόκληρο τον κόσμο, έχει σήμερα την τιμητική της, αφού η Google της αφιερώνει το σημερινό της doodle, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τον θάνατό της.
Η διάσημη αρχιτέκτονας είχε σχεδιάσει δεκάδες κτήρια σε όλο τον κόσμο και υπήρξε η πρώτη γυναίκα, που τιμήθηκε με το χρυσό μετάλλιο του Βασιλικού Ινστιτούτου Βρετανών Αρχιτεκτόνων.
Η Ζάχα Χαντίντ (31 Οκτωβρίου 1950 - 31 Μαρτίου 2016) γεννήθηκε στη Βαγδάτη και υπήρξε η πιο επαναστατική δύναμη του αρχιτεκτονικού ρεύματος του Λονδίνου, παρά το ότι, για χρόνια, πάλευε για την ανάθεση έργων στη χώρα.
Μετά από την αποφοίτησή της, συνεργάστηκε με τους αρχιτέκτονες δασκάλους της, τον Έλληνα Ηλία Ζέγγελη και τον Ολλανδό μαθητή του, Ρεμ Κούλχαας, στο Γραφείο για τη Μητροπολιτική Αρχιτεκτονική (OMA - Office for Metropolitan Architecture). Εκεί, έγινε συνέταιρος το 1977.
Το 1980, άνοιξε στο το δικό της αρχιτεκτονικό γραφείο. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, δίδαξε, επίσης, στην Αρχιτεκτονική Ένωση του Λονδίνου. Το 2002, η Χαντίντ κέρδισε τον διεθνή διαγωνισμό σχεδίου, για να σχεδιάσει το νέο γενικό σχέδιο πόλης της Σιγκαπούρης.
Το 2004, έγινε η πρώτη γυναίκα, που κέρδισε το βραβείο Πρίτσκερ.
Το πρωτοπόρο έργο της «σιδηράς κυρίας» της αρχιτεκτονικής
Ανάμεσα στα έργα της, είναι το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στο Σινσινάτι, το κεντρικό κτήριο του εργοστασίου της BMW, το Olympics Aquatics Center στο Λονδίνο, το Πολιτισμικό Κέντρο Χέινταρ Αλίγεφ στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, η Όπερα της Γκυανγκτσού, το MAXXI - Μουσείο Τεχνών του 21ου Αιώνα στη Ρώμη.
H Χαντίντ επρόκειτο, αρχικά, να αναλάβει την κατασκευή του Ολυμπιακού Σταδίου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, το 2020, αλλά το σχέδιό της κρίθηκε πολύ ακριβό και εγκαταλείφθηκε.
Μια από τις βασικές αρχές της Ζάχα Χαντίντ ήταν η αποδόμηση. Από τις αρχές του '80, η αποδόμηση αποτέλεσε το νέο ρεύμα στην αρχιτεκτονική, το οποίο έρχεται να ακυρώσει τον έως τότε κραταιό μεταμοντερνισμό. Γεγονός που φαίνεται και από τη διατύπωση της γενικής αρχής του ρεύματος «η μορφή ακολουθεί τη φαντασία».
Το ρεύμα πήρε το όνομά του από την έκθεση «Deconstructivism in Architecture», που πραγματοποιήθηκε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη. Από τότε, ο όρος καθιερώθηκε.
Η φιλοσοφική βάση της αποδόμησης είναι οι σκέψεις του Jacques Derrida. H αρχιτεκτονική της αποδόμησης συνοδοιπορεί με την τέχνη της εποχής, έχοντας ως κοινή αφετηρία την αφαίρεση. Τα κτήρια του ρεύματος γίνονται αμέσως αντιληπτά από τον θεατή. Τα περισσότερα μοιάζουν σαν κομμάτια που έχουν σκορπιστεί και αφέθηκαν στη θέση που προσγειώθηκαν. Μοιάζουν με τεράστια αφαιρετικά γλυπτά, τα οποία μπορείς να περπατήσεις και να κατοικήσεις, χωρίς να εκπέμπουν τη στερεότυπη εικόνα ενός κτηρίου. Στις όψεις τους, τα κτήρια αυτά μοιάζουν παραμορφωμένα και διαμορφωμένα από ένα ελεγχόμενο χάος.
Η Χαντίντ θεωρείται μία από τους εκπρόσωπους της αποδόμησης. Οι χώροι που σχεδίασε κατακερματίζονται, δημιουργώντας ένα παιχνίδι προοπτικής, που, τελικά, εξελίσσεται σε μια επίθεση κατά της ορθόδοξης μορφής και του οπτικού ελέγχου. Στα κτήρια της, δεν υπάρχει σαφής είσοδος ή έξοδος, ψηλό ή χαμηλό, αριστερά ή δεξιά. Αντίθετα, πρόκειται για ένα ανοιχτό σύνολο.
Οι χαράξεις της γεννούν ένα αποτέλεσμα, το οποίο δεν είναι ούτε λογικό, ούτε μεταφυσικό, αλλά κάτι που μοιάζει φυσικό και οργανικό. Γενικώς, η αρχιτεκτονική της μπορεί να θεωρηθεί ως ένα μείγμα αυτού που ονομάζουμε οργανική αρχιτεκτονική με στοιχεία μπαρόκ, ενώ οι δημιουργίες της οργανώνονται σε «οράματα», όπου το χάος και η τάξη, η απουσία φόρμας και οι παραστάσεις τέμνονται, παράγοντας ως τελικό αποτέλεσμα τον δυναμισμό.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η Microsoft αναβαθμίζει το Xbox και αλλάζει τον κόσμο της ψυχαγωγίας