Το δημοψήφισμα στα Σκόπια ήταν το πολιτικό «Βατερλώ» του Ζόραν Ζάεφ. Η τεράστια αποχή δίνει στην σκοπιανή αντιπολίτευση τα νομικά όπλα να αμφισβητήσει ευθέως την παραδοχή, ότι η βούληση του λαού του γειτονικού κράτους αποδέχεται τη Συμφωνία των Πρεσπών και τα πολιτικά όπλα για να υποχρεώσει τον Σκοπιανό πρωθυπουργό να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές.
Η εξέλιξη αυτή βάζει «φωτιά» στο εσωτερικό πολιτικό των Σκοπίων γεγονός που ευνοεί την Ελληνική πλευρά για την υπεράσπιση της εθνικής κληρονομιάς της Μακεδονίας.
Δεν θα είχαμε όμως φθάσει στην ευνοϊκή αυτή εξέλιξη, αν δεν υπήρχε ένας άνθρωπος να θέσει ως προϋπόθεση για την όποια συμφωνία με τα Σκόπια, την αναθεώρηση του συντάγματός τους.
Και αυτός δεν είναι άλλος από τον σημερινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Η επιμονή του Προκοπή Παυλόπουλου κόντρα σε όσους θεωρούσαν ότι αρκούσε μια διεθνής συνθήκη με τα Σκόπια έσωσε στην κυριολεξία την «παρτίδα».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εργάσθηκε μεθοδικά για να υπερασπιστεί και αυτό το εθνικό θέμα. Έπεισε για την αναγκαιότητα της αναθεώρησης του σκοπιανού συντάγματος τόσο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το ΝΑΤΟ. Να θυμηθούμε την καθοριστική συνάντησή του με την Αναπληρώτρια Γενική Γραμματέα του ΝΑΤΟ Rose Gottemoeller στους Δελφούς, την 1 Μαρτίου 2018.
Για την ιστορία λοιπόν παραθέτουμε τις δύο δημόσιες παρεμβάσεις του Προκόπη Παυλόπουλου -παρεμβάσεις, που δεν είχαν γίνει μέχρι σήμερα από κανέναν- για την ανάγκη να τεθεί ως προϋπόθεση, για οποιαδήποτε συμφωνία με τα Σκόπια, η αναθεώρηση του συντάγματος της γειτονικής χώρας.
Η πρώτη παρέμβαση του Προέδρου της Δημοκρατίας είχε γίνει στις 15 Ιανουαρίου 2018, στην συνάντηση που είχε με στελέχη Ελληνοαμερικανικών και Αμερικανοεβραϊκών οργανώσεων. Δείτε τι είχε πει τότε:
«...Έρχομαι στο τρίτο και ιδιαίτερα επίκαιρο ζήτημα που αφορά την ονομασία του γειτονικού κράτους της ΠΓΔΜ. Γνωρίζετε ότι η επίλυση αυτού του ζητήματος είναι προϋπόθεση και για την ένταξη της γειτονικής αυτής χώρας στο ΝΑΤΟ και βεβαίως για την όποια ευρωπαϊκή της προοπτική. Σας διαβεβαιώ, εμείς οι Έλληνες, που δεν έχουμε και καμία βλέψη στην γειτονική μας χώρα, έχουμε κάθε λόγο να ευνοούμε αυτή την προοπτική και στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Αυτό όμως έχει μια προϋπόθεση: Το τι όνομα θα επιλεγεί. Γιατί είναι λάθος να πιστεύουμε ότι, ξέρετε, η σημασία του ονόματος ενός μικρού κράτους δεν δημιουργεί προβλήματα. Είναι λάθος. Από τέτοια μικρά προβλήματα πολλές φορές δημιουργούνται και παρανοήσεις και εστίες κακής γειτονίας. Και μάλιστα σε μια περιοχή όπως τα Βαλκάνια που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη ακόμα και σήμερα. Τι λέμε λοιπόν εμείς οι Έλληνες; Ότι η ονομασία αυτή πρέπει να σέβεται, όπως είναι αυτονόητο, το Διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Άρα πρέπει να είναι μια ονομασία που σέβεται πρώτα απ’ όλα την Ιστορία, δεν παραχαράζει την Ιστορία. Και, δεύτερον, αυτή η ονομασία δεν μπορεί να αποπνέει αλυτρωτικές τάσεις. Τι θα πει αλυτρωτικές τάσεις; Γιατί εδώ χρειάζεται μια διευκρίνιση. Δεν επιτρέπεται δηλαδή η ονομασία αυτή που θα επιλεγεί να αφήνει ανοιχτά ζητήματα ως προς το status quo των συνόρων. Τα σύνορα αυτά είναι και αυτά θα μείνουν. Κανένα όνομα δεν μπορεί να επιλεγεί που θα παρέπεμπε, έστω και εμμέσως, σε αλλαγή των συνόρων. Δεν μπορεί να το δεχτούμε αυτό εμείς οι Έλληνες όχι μόνο λόγω Ελλάδας, αλλά λόγω ΝΑΤΟ και ΕΕ. Αυτό είναι προϋπόθεση και από πλευρά Ευρωπαϊκού Δικαίου και από πλευράς του ιδίου του Δικαίου του ΝΑΤΟ σε ό,τι αφορά το status quo. Όμως ο αλυτρωτισμός εκφράζεται πολλές φορές και διαφορετικά. Γι’ αυτό το όνομα δεν πρέπει μόνο να σέβεται την Ιστορία και τα σύνορα αλλά πρέπει να μην παραπέμπει σε άλλες έννοιες που επίσης αποπνέουν αλυτρωτισμό. Και τέτοιες έννοιες είναι, παραδείγματος χάριν, μεταξύ άλλων αλλά κυρίως, το ζήτημα της γλώσσας και το ζήτημα της εθνότητας. Είναι αδιανόητο λόγω του ονόματος να δημιουργούνται ψευδείς διεκδικήσεις για ζητήματα γλωσσικά και εθνοτικά. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Και σας τονίζω: Δεν είναι μόνο θέμα σεβασμού της Ιστορίας, αλλά είναι θέμα σεβασμού του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Επομένως, η ΠΓΔΜ πρέπει να κάνει όλες τις αλλαγές στην έννομη τάξη της που είναι απαραίτητες για την επίλυση του ζητήματος του ονόματος υπό τις ως άνω προϋποθέσεις. Αν δεν τις κάνει, αυτή θα είναι αποκλειστικώς υπόλογη για τις αντίστοιχες συνέπειες. Όχι η Ελλάδα».
Η δεύτερη παρέμβαση του Προκόπη Παυλόπουλου είχε γίνει στη Λάρισα, στις 4 Φεβρουαρίου 2018. Μιλώντας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στα στελέχη της 1ης Στρατιάς και του Αρχηγείου Τακτικής Αεροπορίας είχε πει τότε:
«...Τρίτο, το ζήτημα της γειτονικής μας Χώρας, της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας: Το έχουμε καταστήσει σαφές, επιδιώκουμε και την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την είσοδό της στο ΝΑΤΟ. Αλλά για να γίνει τούτο πρέπει η Χώρα αυτή να πληροί τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται για να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Βασική προϋπόθεση -όπως γίνεται αποδεκτό πλέον από το ΝΑΤΟ και από την Ευρωπαϊκή Ένωση- είναι η επίλυση του ονόματος. Για ποιο λόγο δεν μπορεί, σήμερα, να μπει η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Διότι το όνομά της -ανεξαρτήτως του πόσοι το έχουν αναγνωρίσει και πώς- από πλευράς Διεθνούς Δικαίου και Ευρωπαϊκού Δικαίου αποπνέει αλυτρωτισμό. Δηλαδή, αποπνέει τάσεις που αφορούν αμφισβήτηση συνόρων και δημιουργία εντυπώσεων, οι οποίες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Τούτο σημαίνει, ότι πρώτα θα λυθεί το ζήτημα του ονόματος και μόνον ύστερα θα υπάρξει πορεία προς το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για να λυθεί, όμως, το όνομα είναι σαφές, ότι η γειτονική μας Χώρα, πρέπει να επιφέρει όλες εκείνες τις μεταβολές στην έννομη τάξη της, αρχής γενομένης από το Σύνταγμά τους, ώστε να εκλείψουν όλα τα ίχνη του αλυτρωτισμού. Και τα ίχνη αλυτρωτισμού που φέρει το ίδιο της το όνομα, και οτιδήποτε άλλο μπορούσε να προκύψει εμμέσως ως προς την αμφισβήτηση συνόρων, ως προς τις ψευδείς εντυπώσεις περί Εθνότητας και ψευδείς εντυπώσεις περί γλώσσας. Ή λοιπόν θα υπάρξουν αυτές οι μεταρρυθμίσεις και οι επέκεινα εγγυήσεις, οι οποίες αφορούν το όνομα, ή εφόσον δεν υπάρξουν δεν υπάρχει καλή θέληση από την πλευρά της πΓΔΜ για την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Δεν είμαστε εμείς που παρεμποδίζουμε αυτή την πορεία. Η ίδια η Χώρα, με την στάση την οποία τηρεί, την παρεμποδίζει. Εμείς δείχνουμε όλη μας την καλή μας θέληση. Αλλά, όπως είπα και πριν, είμαστε υποχρεωμένοι να υπερασπισθούμε και τον Τόπο μας και την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ είναι μία δύναμη που στηρίζεται στην ενότητα, στην συναντίληψη των Μελών που το απαρτίζουν ώστε να επιτελέσει την αποστολή του. Αλίμονο αν στο ΝΑΤΟ εισέρχονται μέλη τα οποία θα έβαζαν μέσα στο ΝΑΤΟ προβλήματα που σήμερα δεν υπάρχουν. Δεν είναι forum επίλυσης διαφορών το ΝΑΤΟ. Πρώτα έχουν λυθεί οι διαφορές και ύστερα στο ΝΑΤΟ αγωνιζόμαστε για την κοινή του αποστολή του».