«Τα πάνω – κάτω» στην τιμολόγηση του ηλεκτρικού ρεύματος φέρνει η υιοθέτηση του νέου διζωνικού συστήματος χαμηλών χρεώσεων.
Ζωτικό κομμάτι της εγχώριας βιομηχανίας και του εμπορίου, όπως όλα δείχνουν, θα εξασφαλίσει φθηνότερο ρεύμα και άρα θα «ψαλιδίσει» αρκετά και τα σημερινά λειτουργικά κόστη. Κάτι που -θεωρητικά τουλάχιστον- θα έχει αντίκτυπο και στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών. Αντίστοιχα, φθηνότερο ρεύμα θα πληρώνουν και τα νοικοκυριά.
Το νέο διζωνικό σύστημα μειωμένης τιμολόγησης ηλεκτρικής ενέργειας θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Φεβρουαρίου του 2025 και σε πρώτη φάση θα αφορά στους καταναλωτές οι οποίοι διαθέτουν κατάλληλο μετρητή και ενεργό διζωνικό (νυκτερινό) τιμολόγιο (μετρητή με δυνατότητα καταγραφής σε δύο ζώνες ή νέο έξυπνο μετρητή).
Τι κερδίζει ένα νοικοκυριό με το νέο διζωνικό σύστημα
Το διζωνικό τιμολόγιο αποτελείται από τη μεσημβρινή ζώνη και από τη νυχτερινή ζώνη. Πιο συγκεκριμένα τα ωράρια ανά ζώνη και εποχή, τα οποία θα ισχύουν από Δευτέρα έως και Κυριακή, διαμορφώνονται ως εξής:
Χειμερινό ωράριο, με διάρκεια από τον Νοέμβριο έως τον Μάρτιο:
Μεσημβρινή ζώνη: 12 μ.μ. – 3 μ.μ.
Νυχτερινή ζώνη: 2 π.μ. – 5 π.μ.
Θερινό ωράριο, με διάρκεια από τον Απρίλιο έως τον Οκτώβριο:
Μεσημβρινή ζώνη: 11 π.μ. – 3 μ.μ.
Νυχτερινή ζώνη: 2 π.μ. – 4 π.μ.
Τι θα σημάνει όμως αυτή η εξέλιξη για τα νοικοκυριά; Ας το δούμε μέσα από παραδείγματα:
Μια μέση μηνιαία κατανάλωση ρεύματος για την χειμερινή περίοδο, για ένα τυπικό νοικοκυριό ανέρχεται στις 500 κιλοβατώρες.
Το 65% από αυτές τις κιλοβατώρες καταναλώνονται μετά τις 4μ.μ. το μεσημέρι και μέχρι τις 11 μ.μ. αργά το βράδυ, ενώ το υπόλοιπο 35% της κατανάλωσης πραγματοποιείται τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας.
Με δεδομένο ότι η τιμή χρέωση της λιανικής μέσα στο 24ωρο ακολουθεί την ημερήσια μεταβολή της χονδρικής αγοράς του ρεύματος, η μέση χαμηλή τιμή του ρεύματος στατιστικά κινείται γύρω στα 50 ευρώ η μεγαβατώρα ή στα 5 λεπτά ανά κιλοβατώρα, ενώ τις υπόλοιπες ώρες κοντά στα 18 λεπτά.
Έτσι με βάση τα παραπάνω:
Εάν το νοικοκυριό δεν μετακινήσει τις βαριές καταναλώσεις στην ζώνη χαμηλής χρέωσης, τότε σε αυτήν την περίπτωση έχουμε 500 κιλοβατώρες χ 65% = 325 κιλοβατώρες με 18 λεπτά, 58,5 ευρώ τον μήνα, ενώ οι υπόλοιπες 175 κιλοβατώρες με 5 λεπτά διαμορφώνονται στα 8,75 ευρώ. Έτσι λοιπόν θα πληρώσει συνολικά 67,25 ευρώ σε ρεύμα για τον μήνα.
Εάν όμως το νοικοκυριό μετακινήσει τις βαριές καταναλώσεις του στις ζώνες χαμηλής χρέωσης (12 μμ έως 3 μμ) και (2πμ έως 5πμ) θα πληρώσει 325 κιλοβατώρες χ 5 λεπτά = 16,25 ευρώ συν τις 175 κιλοβατώρες χ 18 λεπτα = 31,5 ευρώ, δηλαδή συνολικά 47,75 ευρώ. Το κέρδος σε αυτήν την περίπτωση είναι 67,25-47,75 = 19,5 ευρώ ή εξοικονόμηση περίπου 30%.
Τι «κερδίζουν» οι παραγωγοί ρεύματος μετά τις αλλαγές
Ανατροπές φέρνουν όμως αυτές οι αλλαγές και στα λειτουργικά κόστη για βιομηχανίες, όπως και τις εμπορικές δραστηριότητες: Σήμερα, βιομηχανία και εμπόριο έχουν τιμολόγια στο ρεύμα που προσομοιάζουν με αυτά ενός νοικοκυριού, ανεβάζοντας έτσι και το κόστος του τελικού προϊόντος.
Είναι ενδεικτικό ότι το κόστος ενέργειας για την παραγωγή του ίδιου βιομηχανικού προϊόντος υπολογίζεται πως είναι στην Ελλάδα 95 ευρώ η ηλεκτρική μεγαβατόρα, όταν στην Γερμανία διαμορφώνεται στα 44 ευρώ και την Γαλλία μόλις 30 ευρώ.
Σε αυτό το πλαίσιο το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αναμένεται να ενθαρρύνει και την υιοθέτηση των Διμερών Συμβάσεων Πώλησης Ηλεκτρικής Ενέργειας (ή PowerPurchaseAgreements – PPAs) ανάμεσα στους «πράσινους» παραγωγούς και τους βιομηχανικούς και εμπορικούς καταναλωτές.
Για τους ίδιους τους παραγωγούς ΑΠΕ, το κυριότερο όφελος συνίσταται στο ότι τα λεγόμενα PPAs εξασφαλίζουν τραπεζική χρηματοδότηση για τα έργα τους, καθώς μπορούν εύκολα να προβλεφθούν οι μελλοντικές ταμειακές ροές των έργων, ενώ καθίστανται και βιώσιμοι.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί πως σήμερα οι παραγωγοί ΑΠΕ το μεσημέρι είναι αναγκασμένοι να διαθέτουν σε πολύ φθηνές τιμές την ενέργεια που παράγουν.
Αν αυτό συνεχιζόταν θα ήταν δύσκολο να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και θα αντιμετώπιζαν αργά ή γρήγορα την πιθανότητα να καταστούν μη βιώσιμοι.
Η «μεταφορά» του «προνομιακού» φθηνού τιμολογίου κατά τις μεσημεριανές ώρες, θεωρείται πως θα αυξήσει την ζήτηση για ενέργεια, επιτρέποντας έτσι στους παραγωγούς ΑΠΕ να βάλουν «φρένο» στην «κατρακύλα» των τιμών που πωλούν το προϊόν τους.
Το κέρδος για βιομηχανίες – εμπόρους και …πιθανόν και καταναλωτές
Από την άλλη βιομηχανία και εμπόριο μέσω των PPAs θα μπορούν να αντισταθμίζουν τους όποιους κινδύνους από τις αυξομειώσεις των τιμών ενέργειας, καθώς αυτά εγγυώνται μια σταθερή τιμή για όποιο διάστημα συμφωνηθεί (πχ έναν χρόνο) και σε χαμηλά επίπεδα, ειδικά από την στιγμή που όπως προαναφέρθηκε κατά τις μεσημεριανές ώρες υπάρχει υπερπαραγωγή «πράσινης» ενέργειας.
Παράλληλα, με τη φθηνή τιμολόγηση το μεσημέρι -και δεδομένου ότι πρόκειται για ώρες αιχμής για τις εν λόγω δραστηριότητες- το κόστος παραγωγής και λειτουργίας θα περιοριστεί αισθητά, με ότι αυτό βεβαίως συνεπάγεται στις τιμές που θα πρέπει να πληρώνει τελικά ο καταναλωτής ενός βιομηχανικού προϊόντος ή μιας εμπορικής υπηρεσίας.
Όλα βέβαια σε θεωρητικό επίπεδο και αρκεί να λειτουργήσει στην πράξη το εν λόγω σενάριο, που δεν αφορά όπως αναλύθηκε απλά και μόνον την υιοθέτηση φθηνών χρεώσεων το μεσημέρι αντί για το βράδυ, αλλά θα φέρει «κοσμογονικές» αλλαγές στα κόστη ενέργειας, τις οποίες επιβάλλεται να «καρπωθούν» και τα νοικοκυριά.